Τα ευαγγέλια δεν είχον σκοπόν να εκθέσωσι λεπτομερώς την όλην ζωήν του Ιησού. Αναφέρουσι μόνον την δημόσιαν Αυτού δράσιν (αρχομένην από του 30ου έτους) και ταύτην ουχί λεπτομερώς, αλλά κεφαλαιωδώς (βλ. Ιωαν. κα΄ 25). Μόνον δε εισαγωγικώς περιγράφουσι τα της Γεννήσεως, Περιτομής Αυτού κ.τ.λ.. Η ζωή του Ιησού, μέχρι του τριακοστού έτους, ήτο καθαρώς ιδιωτική εν τω οικογενειακώ Αυτού περιβάλλοντι, μη έχουσα αντικειμενικόν ενδιαφέρον. διό και οι Ευαγγελισταί αντί άλλης περιγραφής λέγουσιν επιγραμματικώς: «Το δε παιδίον ηύξανε και εκραταιούτο πνεύματι πληρούμενον σοφίας και χάρις Θεού ην επ΄αυτό» (Λουκ. β΄40). Έν δε γεγονός, όντως αξιόλογον, όπερ παρουσιάζει η περίοδος αύτη, δεν παραλείπωσι να αναφέρουσι ούτοι. Είναι δε τούτο η εν τω Ναώ συνδιάλεξις Αυτού μετά των σοφών του Ισραήλ.
Τινές υπεστήριξαν, ότι κατά την περίοδον ταύτην μετέβη εις τας Ινδίας προς σπουδήν, άλλοι δε, ότι εμαθήτευσε παρά τοις Εσσαίοις. Ταύτα όμως αποκλείονται δια τους εξής κυριωτέρους λόγους:
α) Τι εχρειάζετο τας σπουδάς ο Ιησούς, όστις, 12ετής ων, κατέπληξεν εν τω Ναώ τους πάντας;
β) Διατί οι συμπατριώται Αυτού ηπόρουν και έλεγον: «Πώς ούτος οίδε γράμματα μη μεμαθηκώς», και «πόθεν τούτω η σοφία αύτη και αι δυνάμεις»; (βλ. Ιωαν. ζ΄15 και Ματθ. ιγ΄54). Ήτο δυνατόν να αγνοώσι την μετάβασιν Αυτού εις τας Ινδίας και τας σπουδάς Αυτού; γ) Πώς οι εχθροί Αυτού Φαρισαίοι δεν έρριψαν κατ΄Αυτού την κατηγορίαν ταύτην, εφ΄όσον διετείνετο ότι ήτο Υιός του Θεού;
δ) Πώς οι Μαθηταί Αυτού και οι πρώτοι οπαδοί εδέχθησαν να υποστώσι φρικτά μαρτύρια χάριν Αυτού, εφ΄όσον εγνώριζον ότι Ούτος δεν ήτο εκ Θεού, αλλ΄ήτο κοινός λαοπλάνος, οφείλων την διδασκαλίαν και τα θαύματα Αυτού εις Ινδικάς ή Εσσαϊκάς επιδράσεις.
(αρχιμ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου, Άρθρα, μελέται…. Τόμος Α σελ. 295)