Η ΥΠΕΡΟΧΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΚΑΘΙΣΤΟΥ ΥΜΝΟΥ

«Κάθε Παρασκευή των πέντε πρώτων εβδομάδων της Μ. Τεσσαρακοστής, χαρμόσυνα χτυπούν οι καμπάνες των Εκκλησιών, καλώντας τους Χριστιανούς να τιμήσουν την Πάναγνη Μητέρα του Χριστού ψάλλοντας, τμηματικά, τον Ακάθιστο Ύμνο».
Τί είναι ο Ακάθιστος Ύμνος, γνωστός στους περισσότερους ως «οι Χαιρετισμοί της Παναγίας»;
Είναι ένας ύμνος, ένα «τραγούδι», ξεχείλισμα ευγνωμοσύνης και αγάπης του Ορθόδοξου λαού, αφιερωμένο στην Μητέρα Παναγία, που προστρέχει σε κάθε ανάγκη του.
[sc name=”agioreitiko-thymiama” ][/sc]
Ονομάστηκε «Ακάθιστος», επειδή, όταν ψαλλόταν για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη, ο λαός ήταν όρθιος και προσευχόταν όλη τη νύχτα με βαθιά κατάνυξη.
Τι γεγονότα όμως προηγήθηκαν ώστε να ψάλλουν όλοι εκείνο το βράδυ, με ιδιαίτερη ευλάβεια, αυτόν τον υπέροχο ύμνο στην Παναγία μας; Ποια είναι η πραγματική ιστορία του Ακάθιστου Ύμνου;
Βρισκόμαστε στην όμορφη Κωνσταντινούπολη το 626 μ.Χ. Αυτοκράτορας είναι ο ευσεβής Ηράκλειος, που λείπει μακριά στην Περσία, όπου πολεμά για να πάρει πίσω τον Τίμιο Σταυρό, που οι Πέρσες άρπαξαν από την Ιερουσαλήμ.
Ενώ τα μάτια όλων είναι στραμμένα στα μακρινά σύνορα του Κράτους, εκεί που μάχεται ο Αυτοκράτορας με όλο το στρατό, θλιβερές ειδήσεις κάνουν τους κατοίκους της Πόλης να αγωνιούν για την τύχη τους.
Η Πόλη, γυμνή από στρατό, εκτός από μια μικρή φρουρά με αρχηγό τον Φρούραρχο Βώνο, με ανυπεράσπιστα τα γυναικόπαιδα, τους γέρους και τους άρρωστους, πολιορκείται από έναν ύπουλο εχθρό, τους Αβάρους. Ο βασιλιάς τους, Χαγάνος, συνθηκολογεί με τους Πέρσες και έρχεται τη στιγμή που η πόλη είναι ανοχύρωτη από ανθρώπινο δυναμικό, με σκοπό να την καταλάβει, καταπατώντας τη συνθήκη που είχε κάνει με τον Ηράκλειο.
Δεν φτάνει αυτό αλλά στρέφει την περιφρόνησή του όχι μόνο στο λαό αλλά και στον αληθινό Θεό. Στις ικεσίες της αντιπροσωπείας που ζητά κατανόηση, η απάντηση είναι σαρκαστική:
«Μη σας γελάει ο Θεός που πιστεύετε! Αύριο δίχως άλλο εγώ θα είμαι κύριος της πόλης σας και σεις, τότε μόνο θα ξεφύγετε, αν γίνετε πουλιά και πετάξετε ή ψάρια και κολυμπήσετε..».
Σαν κεραυνός έπεσε η απάντησή του στον απελπισμένο λαό.
Σαν φωτιά όμως ακούστηκε ο πύρινος λόγος του ασκητικού Πατριάρχη Σέργιου, που καλεί σε επιστράτευση όλον τον χριστιανικό κόσμο:
«Κρίμα είναι να απελπίζεσθε! Σκέφτεστε σαν άνθρωποι που δεν πιστεύετε στον αληθινό Θεό. Ο αυτοκράτορας φεύγοντας εμπιστεύτηκε την Πόλη και τον πληθυσμό της στα στοργικά χέρια της Παναγίας. Ε! Ας επιστρατευτούμε όλοι με στρατηγό την Παναγία κι ας ενωθούμε όλοι στη μάχη. Στη μάχη της προσευχής!»
Δάκρυα έσταζαν τα μάτια του Ποιμενάρχη, που μαζί με Μητροπολίτες και Ιερείς, Διακόνους και μικρά παιδιά, λιτάνευαν την ιερή εικόνα της Παναγίας των Βλαχερνών και εμψύχωναν τους λιγοστούς στρατιώτες, που μάχονταν στα τείχη.
Μια σιωπηλή κραυγή έβγαινε από τα στήθη όλων και κατευθυνόταν στην καρδιά της Μάνας, της Υπέρμαχου Στρατηγού. Μια κραυγή που ποτιζόταν από τα δάκρυα που έτρεχαν ποτάμι από τα μάτια των χριστιανών, που άλλη ελπίδα δεν είχαν παρά Εκείνη που έφερε στον κόσμο την Λύτρωση.
«Φθάσε Παναγία μου… Μην εγκαταλείπεις τον λαό σου… Σώσε την Πόλη σου…»
Οι άπιστοι άρχισαν να στερεώνουν σκάλες και να ανεβαίνουν στα τείχη…Άρχισαν να μπαίνουν στην Πόλη…
Τα πλοία τους απειλητικά περίμεναν από τη θάλασσα το σύνθημα για απόβαση. Τώρα πια όλοι βουβοί άκουγαν μόνο τον κτύπο της καρδιάς τους και έβλεπαν τα υψωμένα σε δέηση χέρια του Πατριάρχη.
Και το θαύμα ήρθε! Ήρθε κι έσωσε την Πόλη που κινδύνευε! Κοσμοχαλασιά! Φοβερός ανεμοστρόβιλος καταστρέφει το στόλο των πολιορκητών.
Πολλοί βλέπουν μια γυναικεία μορφή να τριγυρνά στα τείχη, να εμψυχώνει τους χριστιανούς, και να τρομοκρατεί τους άπιστους. Κανείς δεν αμφιβάλλει πως είναι η Υπέρμαχος Στρατηγός, η Μάνα των χριστιανών, η χάρη της Παναγία μας!
Εκείνη κατατρόπωσε τους Αβάρους και τους ανάγκασε να λύσουν την πολιορκία στις 8 Αυγούστου.
Οι χριστιανοί, βλέποντας την κατάληξη της πολιορκίας έκαναν ακατάπαυστα τον σταυρό τους.
Οι καρδιές όλων στρέφονται στον Ουρανό, ενώ ολόθερμες δοξολογίες γεμίζουν τον αέρα.
Οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα στέλνοντας το μήνυμα της Λευτεριάς ως τα σύνορα του Κράτους, όπου πολεμούσε ο Αυτοκράτορας.
Σε λίγο, όλοι τους φτάνουν στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Εκεί, με δάκρυα χαράς ο λαός αποδίδει στην Υπέρμαχο Στρατηγό, με ψαλμούς και ύμνους, τα νικητήρια και τα ευχαριστήρια.
Τότε έψαλλαν και για πρώτη φορά τον Ύμνο:
«Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…» μαζί με τους «Χαιρετισμούς της Παναγίας».
Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης έμειναν όλοι όρθιοι και έψαλλαν στην Παναγία μας χωρίς να καθίσουν, γι’ αυτό και από τότε ο Ύμνος αυτός ονομάστηκε Ακάθιστος Ύμνος.