Η αληθινή ζωή αρχίζει μετά το σωματικό θάνατο.
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ανεστήθη.
Κι όπως είπε, ο άνθρωπος που πεθαίνει και αφήνει αυτήν την γήϊνη κατοικία ζει κοντά στο Θεό, σε άλλη ουράνια κατοικία: «εν τη οικία του πατρός μου, πολλαί μοναί εισίν.»
Ο θάνατος δεν είναι εξαφάνιση.
Στη σκέψη αυτή νιώθω χαρά.
Από αυτή εδώ τη ζωή μαθαίνουμε ότι το πνεύμα μας είναι αυτό που προέχει.
Το ότι θα απολαμβάνουμε τους καρπούς του πνεύματος και μετά το θάνατο του σώματος, δηλαδή την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και τη χαρά, μας ενθαρρύνει και μας γεμίζει αισιοδοξία.
Δεν είναι ο άνθρωπος ένα αξιολύπητο πλάσμα, που δεν αντέχει στη ζέστη και στο κρύο, όπως τα ζώα.
Ο άνθρωπος είναι προικισμένος με πνευματικά χαρίσματα.
Είναι γεννημένος να είναι προφήτης, ιερέας, βασιλιάς.
Προφήτης για να μεταδίδει το λόγο του Θεού, ιερέας για να προσεύχεται και βασιλιάς για να κυριαρχεί στα πάθη του.
Αν και δεν έχω ανάγκη αποδείξεων ότι ο θάνατος δεν είναι εξαφάνιση, μπορώ να βρω πειστικές ενδείξεις, για να ικανοποιήσω το μυαλό μου, που ζητάει αποδείξεις, ενώ η καρδιά πείθεται γιατί
πιστεύει στον Ιησού ότι είναι ο Θεός και τα λόγια Του είναι ως νιφετός επί χόρτον και ωσεί όμβρος επ΄ άγρωστιν.
Η ψυχή του ανθρώπου υπερβαίνει το ανθρώπινο λογικό.
Δεν υπόκειται σε ανάλυση ή σε περιγραφή.
Η επιστήμη μελετά τις λειτουργίες της ψυχής και συνάμα αγνοεί τη φύση της ψυχής.
Το ότι δεν υπόκειται σε ανάλυση δείχνει ότι είναι απλή και ως απλή δεν υπόκειται στη διάλυση.
Το σώμα είναι σύνθετο και με το θάνατο διαλύεται στα στοιχεία από τα οποία αποτελείται.
Η ψυχή ούδέποτε διαλύεται και εξακολουθεί να ζει και μετά το θάνατο του σώματος και τη διάλυσή του εις τα εξ ων συνετέθη.
Οι πιστοί δεν φοβούμαστε το θάνατο, αλλά την αμαρτία διότι η αμαρτία μας χωρίζει απ΄ το Θεό, που είναι ζωή δυστυχισμένη.
Δεν έχουμε να διαλέξουμε μεταξύ ύπαρξης και ανυπαρξίας, διότι υπάρχει μόνο ύπαρξη.
Έχουμε να διαλέξουμε μεταξύ ευτυχισμένης ύπαρξης κοντά στο Θεό και δυστυχισμένης ύπαρξης μακριά απ΄ το Θεό.