σχόλιο Γ.Θ : Πόσα ευχαριστώ… Πόσα δάκρυα… Πόσα σ’αγαπώ σου χρωστάμε Γέροντα…
Ο Ηγαπημένος Άγιος που μας έδωσε ελπίδα πριν καν καταλάβουμε ότι θα την χρειαστούμε.
Κάποτε το Γένος που τόσο αγάπησες θα σε γιορτάσει στην Αγιά Σοφιά και θα είναι γιορτή, θα είναι χαρά
Διήγηση ευλαβούς εγγάμου Ιερέως
«Προ καιρού ήρθε ένας νέος και μου είπε: “Πάτερ, εγώ χθες έπρεπε να είχα πεθάνει, αλλά ο Θεός με έσωσε.
Καθώς έτρεχα με μεγάλη ταχύτητα χτύπησα με την μοτοσυκλέτα μου επάνω σε ένα αυτοκίνητο και πετάχθηκα μακρυά.
Την στιγμή εκείνη είδα έναν παππούλη να με πιάνη γερά από το δεξί χέρι και έτσι δεν έπαθα τίποτε”.
»Εγώ (ο ιερεύς) του έδειξα μερικές εικόνες Αγίων και φωτογραφίες συγχρόνων Γερόντων.
Μόλις είδε τον γέροντα Παΐσιο, φώναξε συγκινημένος: “Αυτός ήταν”.
»Ύστερα από λίγες ημέρες ξαναήρθε και μου ανέφερε ότι εκ των υστέρων ανεκάλυψε στο τσεπάκι του μπουφάν του, στον δεξιό βραχίονα (ακριβώς εκεί που τον έπιασε ο Γέροντας), δυο μικρές εικονίτσες, μια του Χριστού και μια του γέροντος Παϊσίου που τις είχε βάλει η μητέρα του κρυφά».
***
Μαρτυρία π. Π. Λ.: «Πήγα με τον Δανιήλ, έναν Ισπανό που έγινε Ορθόδοξος, στον γέροντα Παΐσιο. Ήθελε να μιλήση μαζί του και εγώ θα έκανα τον διερμηνέα. Έκανε μια ερώτηση ο Δανιήλ και πριν κάνω την μετάφραση ο Γέροντας απάντησε.
Ο Δανιήλ απόρησε και με ρώτησε δυο φορές: «Πώς γίνεται, δεν έκανες την μετάφραση». Του είπα: «Τι φταίω εγώ, σε απάντησε σωστά». Ο Γέροντας τον καθησύχασε λέγοντάς του: «Άστον αυτόν (εμένα τον μεταφραστή) και πες μου τι θέλεις».
Άρχισαν να μιλούν, εκείνος στα Ισπανικά και ο Γέροντας στα Ελληνικά. Θαύμαζα και χαμογελώντας είπα: «Τι χρειάζομαι εγώ, καλύτερα να φύγω». Ο Γέροντας με κράτησε το χέρι λέγοντας: «Κάθησε, αλλά να μη μάθη κανείς».
Σκεφτόμουν πόσο μεγάλος Άγιος είναι ο Γέροντας. Παρακολούθησα όλη την συζήτηση αλλά μετά δεν μπόρεσα να συγκρατήσω τίποτε παρά μόνο το τελευταίο: «Αυτή την αμαρτία πρέπει να την εξομολογηθής», του είπε ο Γέροντας».
***
Ο πατήρ Χ. μας διηγήθηκε πως κάποτε ένας λαϊκός, που δεν πίστευε ότι στην εποχή μας γίνονται θαύματα, επισκέφθηκε το Γέροντα Παΐσιο. Ο Γέροντας διέγνωσε την ασθένεια του και του έδωσε την θεραπεία αμέσως. Του είπε: ‘‘Πάρε αυτό το κουτί και κέρασε τους επισκέπτες’’. Οι επισκέπτες ήταν περίπου δώδεκα και τα γλυκά στο κουτί τρία. Στράφηκε το Γέροντα με δισταγμό: ‘‘Μα Γέροντα…’’ ‘‘Κάνε αυτό που σου λέω και πάρε κι εσύ κέρασμα’’, του είπε με ήπιο τόνο. Πράγματι, αφού τους κέρασε όλους, πήρε και ο ίδιος. Στο τέλος διαπίστωσε πως στο κουτί υπήρχαν ακόμη τρία γλυκά. Τότε ο Γέροντας του είπε με νόημα: ‘‘Τίποτα δεν είναι αδύνατο στο Θεό.’’
***
Κάποιος ρώτησε το Γέροντα: ‘‘Αν παρακαλέσουμε έναν άγιο, μας ακούει;’’ Μου απάντησε: ‘‘Ότι κι αν πούμε ή παρακαλέσουμε, όλα τα ακούνε η Αγία Τριάς – ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα – η Παναγία και όλοι οι άγιοι’’. Τότε του είπα ότι πολλές φορές που ζήτησα βοήθεια από τους αγίους, δε μου έδωσαν. ‘‘Όταν ζητάμε βοήθεια, πάντα έρχεται, αν είναι για το καλό μας’’, μου αποκρίθηκε.
Όταν ο Γέροντας εγκαταβίωνε στο Σινά η περιοχή υπέφερε από ανομβρία. Μετά από προτροπή του Γέροντα οι πατέρες της Μονής έκαναν μαζί του αγρυπνία και την άλλη μέρα έβρεξε πολύ.
Κάποτε επισκέφθηκαν τον Γέροντα τρεις προσκυνητές. Ο Γέροντας καλωσορίζοντας τους είπε: «Καλώς τον βουλευτή, τον γιατρό και το δικηγόρο». Οι τρεις φίλοι έμειναν άφωνοι.
Άλλη φορά τον επισκέπτηκαν 2 θεολόγοι. Ο Γέροντας βγαίνοντας έξω τους είπε: «Καλώς τον Μιχάλη και τον Φώτη». Έμειναν και οι 2 έκπληκτοι.
Σε κάποιο άλλο επισκέπτη που ήθελε να μάθει τι πρέπει να κάνει για να κερδίσει τον Παράδεισο ο Γέροντας διαβάζοντας τη σκέψη του του είπε: «Αγάπη και πίστη στο Χριστό να έχεις και τίποτα άλλο».
Ο Γέροντας Παϊσιος διηγήθηκε σε έναν επισκέπτη του:
«Ήταν ένα παλικάρι που ήταν πολύ πιστό, είχε όμως έναν πατέρα άπιστο και η στεναχώρια του ήταν πολύ μεγάλη. Έκανε πολύ προσευχή, για να του δώσει ο Θεός μετάνοια.
Κάποια στιγμή, λοιπόν, ο πατέρας του αρρώστησε βαριά και τον πήγε στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός στην Αθήνα.
Εκεί προσπάθησε πάλι με κάθε τρόπο να τον πείσει να εξομολογηθεί, αλλά μάταια.
Συνέχισε την προσευχή…
Μέσα στο νοσοκομείο, ενώ γινόταν οι εξετάσεις, πεθαίνει ο πατέρας του!
Πάνε οι νοσοκόμες, οι γιατροί, επιβεβαιώνουν τον θάνατό του και δίνουν εντολή να τον κατεβάσουν στον νεκροθάλαμο.
Το παλικάρι όμως συνέχιζε την προσευχή του σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. «ΘΕΕ ΜΟΥ ΔΙΝΕ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ…», έλεγε ασταμάτητα.
Και τότε συνέβη το θαύμα. Δεν πρόφτασαν να κατεβάσουν κάτω τον νεκρό και επανήλθε στη ζωή!
Κατάλαβες τι έγινε; Έζησε αυτός ο άνθρωπος άλλα τρία χρόνια και έφυγε με πλήρη μετάνοια.
Αυτό κάνει η δύναμη της πίστης και της προσευχής!»
(Ο ασκητής της Παναγούδας, π. Δ. Τάτση, 105)
https://iconandlight.wordpress.com
https://yiorgosthalassis.blogspot.com