Λέγει ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ στό μαθητή του Μοτοβίλωφ:
«Έχουμε γίνει πάρα πολύ απρόσεκτοι στό έργο της σωτηρίας μας. Κι απ’ αυτό προέρχεται το ότι πολλά χωρία της Αγίας Γραφής δεν τα παίρνουμε με την έννοια που τους ταιριάζει. Κι όλα αυτά, επειδή δεν ζητάμε τη Χάρη του Θεού και δεν της επιτρέπουμε, εξ αιτίας της υπερηφανίας μας, να εισχωρήσει στις ψυχές μας και δεν έχουμε τον πραγματικό φωτισμό, που στέλνει ο Θεός σ’ όλες τις ψυχές, που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη του.
[sc name=”eidi-roychismoy” ][/sc]
Να ένα παράδειγμα. Πολλοί ερμηνεύουν, ότι όταν η Βίβλος λέει: «Και έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χούν από της γής, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν» (Γεν. β΄ 7), αυτό σημαίνει πώς μέχρι τη στιγμή εκείνη ο Αδάμ δεν είχε ψυχή και ανθρώπινο πνεύμα, αλλά ήταν μόνο σάρκα, πλασμένη από λάσπη της γής. Η ερμηνεία αυτή δεν είναι σωστή. Διότι ο Κύριος και Θεός εδημιούργησε τον Αδάμ από λάσπη της γής, αλλά τον ανέδειξε μια σύνθεση ψυχής και σώματος, ώστε ο απόστολος Παύλος να βεβαιώνει: «Ολόκληρον ημών το πνεύμα και η ψυχή και το σώμα αμέμπτως εν τη παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τηρηθείη» (Α΄ Θεσσαλ. ε΄, 23).
Και τα τρία αυτά μέρη της ύπαρξής μας ήταν δημιουργημένα από λάσπη της γής. Αλλά, ο Αδάμ δεν πλάστηκε ένα νεκρό δημιούργημα. Έγινε μια ζωντανή ύπαρξη, όμοια με τα άλλα έμψυχα πλάσματα του Θεού, που ζούσαν στη γή. Όμως, κάτι που έχει βασική σημασία είναι τούτο: Αν ο Θεός δεν εμφυσούσε, ύστερα από τη δημιουργία του, στό πρόσωπο του Αδάμ «την πνοήν της ζωής», δηλαδή, την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που εκπορεύεται από τον Πατέρα και αναπαύεται στον Υιό και στέλλεται στον κόσμο από τον Υιό, τότε ο Αδάμ, αν και ήταν το τελειότερο ανάμεσα στα δημιουργήματα του Θεού, σαν το στεφάνι των επιγείων δημιουργημάτων, θά ‘μενε χωρίς να έχει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, που ανυψώνει τον άνθρωπο και τον εξομοιώνει με το Θεό. Θά ήταν ο ίδιος μ’ όλα τα άλλα δημιουργήματα, που έχουν σώμα, ψυχή και πνεύμα – «κατά γένος αυτών» – αλλά, δεν έχουν μέσα τους το Άγιο Πνεύμα.
Όταν ο Κύριος ενεφύσησε στό πρόσωπο του Αδάμ πνοήν ζωής, τότε, σύμφωνα με την έκφραση του Μωϋσέως, «εγένετο ο Αδάμ εις ψυχήν ζώσαν» (Γεν. β΄ 7). Δηλαδή έγινε όμοιος με το Θεό, αθάνατος, όπως αυτός, εις τους αιώνες των αιώνων».
Έχουμε, εδώ, μια καθαρή πατερική φωνή που μας βεβαιώνει ότι:
1. -Η συνηθισμένη εξήγηση των σημερινών Χριστιανών, ότι ο Αδάμ δημιουργήθηκε από το Θεό σαν ένα πήλινο άγαλμα ή σαν ένα πτώμα και ότι η πνοή που ο Θεός εμφύσησε στό πρόσωπό του ήταν δήθεν η ψυχή, προέρχεται από το γεγονός ότι «έχουμε ξεφύγει από την απλότητα της αρχικής χριστιανικής γνώσης», γιατί «η υπερηφάνεια του νού μας δεν επιτρέπει στη Χάρη του Θεού να κατοικήσει στις ψυχές μας, γι’ αυτό και δεν έχουμε αληθινή φώτιση από τον Κύριο» και εφευρίσκουμε «μύθους».
2. – Ο Αδάμ, πρίν δεχθεί την πνοή του Θεού, ήταν ένα ζωντανό όν, όπως όλα τα άλλα ζώα στη γή με όλες τις φυσικές του ιδιότητες, έχοντας πνεύμα, ψυχή, μυαλό, καρδιά, όπως έχουν όλα τα ζώα, το καθένα κατά το είδος του.
3.- Η πνοή του Θεού δεν έχει φυσικό, βιολογικό ή ψυχολογικό νόημα, δεν είναι κάποιο από τα φυσικά συστατικά του ανθρώπου, αλλά είναι η άκτιστη Ενέργεια του Αγίου Πνεύματος δοσμένη στον άνθρωπο από το Χριστό.
Αυτή η πνοή του Θεού, η άκτιστη Ενέργεια του Αγίου Πνεύματος είναι η ίδια μ’ αυτήν που φυτεύεται στους Χριστιανούς σαν σπόρος από την Εκκλησία κατά το Άγιο Βάπτισμα και η οποία, αν η ελευθερία του ανθρώπου επιτρέψει, βλασταίνει την αγιότητα και δίνει τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος.
Αυτό κατά το οποίο ο άνθρωπος πραγματικά διαφέρει από τα άλλα ζώα είναι ότι αυτός, σε αντίθεση με τα ζώα, έχει τη δυνατότητα να δεχθεί την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Αυτό που δίνει στον άνθρωπο αυτή τη δυνατότητα, πάντως, δεν είναι η βιολογική του ανωτερότητα, δεν είναι η ανωτερότητα του μυαλού. Αυτή τη δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος να δεχθεί, αν το θελήσει, την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος δεν τη δίνει σ’ αυτόν τίποτε το φυσικό. Του την δίνει το γεγονός ότι ο άνθρωπος είναι δημιουργημένος κατ’ εικόνα του Θεού (Γεν. α΄ 27), δηλαδη πρόσωπο (Γεν. β΄ 7).
«Και έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χούν από της γής, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν».
Μας δίνει εδώ, η Αγία Γραφή, τρείς οντολογικές αλήθεες γιά τον άνθρωπο:
α.- Από την πλάση του ο άνθρωπος είναι χώμα.
β.- Το εμφύσημα ο Θεός το έδωσε σε κάτι που το ονομάζει «το πρόσωπον αυτού»
γ.- Το εμφύσημα είναι «πνοή ζωής», που έκανε τον άνθρωπο «εις ψυχήν ζώσαν».
Δηλαδή: Ο άνθρωπος είναι χώμα (όπως όλα τα κτίσματα), που όμως έχει πρόσωπο επάνω στό οποίο ο Θεός ενεφύσησε «πνοήν ζωής», που τον έκανε «ζωντανή ψυχή».
Γιά να καταλάβουμε καλύτερα τη διάκριση ανάμεσα σε «ψυχή», απλώς, και σε «ζωντανή ψυχή» πρέπει να θυμηθούμε τα όσα είπε ο Χριστός σ’ αυτόν που ήθελε μέν να τον ακολουθήσει, αλλά ζήτησε την άδεια να πάει πρώτα να θάψει τον νεκρό πατέρα του. Του είπε ο Χριστός: «Άφες τους νεκρούς θάπτειν τους εαυτών νεκρούς». Από αυτό φαίνεται καθαρά ότι ο Κύριος θεωρεί «νεκρούς» όλους τους ανθρώπους που δεν έχουν ζωντανή κοινωνία με το Θεό, ανεξάρτητα από το αν είναι βιολογικά ζωντανοί ή βιολογικά νεκροί. Όλοι είναι ουσιαστικά νεκροί μόνο που οι βιολογικά ζωντανοί μπορούν να θάψουν τους βιολογικά νεκρούς. Επομένως, αυτό που κάνει τον άνθρωπο πραγματικά ζωντανό, αυτό που τον κάνει «ψυχήν ζώσαν», δεν είναι κάτι που βρίσκεται σε όλους τους ανθρώπους. Είναι κάτι που δίδεται μόνον σ’ αυτούς που έχουν την προαίρεση να το δεχθούν, σ’ αυτούς που το θέλουν ελεύθερα. Δεν είναι ένα φυσικό συστατικό του ανθρώπου, όπως θα ήταν η ψυχή, αλλά μια υπερφυσική θεία δωρεά και Ενέργεια, η δωρεά και άκτιστη Ενέργεια της Χάριτος του αγίου Πνεύματος. Η απόκτηση αυτής της δωρεάς του αγίου Πνεύματος είναι ο σκοπός της ζωής μας, όπως τόσο παραστατικά το δίδαξε ο άγιος Σεραφείμ στό μαθητή του Μοτοβίλωφ. Γι’ αυτό είμαστε δημιουργημένοι και σ’ αυτό είμαστε καλεσμένοι.