Κάποτε θα ξυπνήσουμε, όπως εκείνοι, όταν είδαν τον Μεχμέτ έξω από τα τείχη...

Κάποτε θα ξυπνήσουμε, όπως εκείνοι, όταν είδαν τον Μεχμέτ έξω από τα τείχη…

Κάποτε θα ξυπνήσουμε, όπως εκείνοι, όταν είδαν τον Μεχμέτ έξω από τα τείχη…

Δεν έχει αντίστοιχο, θαρρώ, σ’ ολόκληρη την Ιστορία, το μένος της ορδής που κατέκτησε την Κωνσταντινούπολη το 1453 και ακόμη επαίρεται για το κατόρθωμα, σαν να μην το πιστεύει, αρνούμενη πεισματικά να εξελιχθεί σε σύγχρονο έθνος.
Και η ορδή βέβαια ό,τι επιτάσσει η φύση της πράττει. Οι κληρονόμοι εκείνης της βασιλείας ωστόσο, πόσο τιμούμε την μοναδική εστία πολιτισμού που διέσωσε την ύπαρξή μας από την καταστροφή στην οποία χάθηκαν αναρίθμητες αρχαίες φυλές; Και πόσο συνειδητοποιούμε πως η αυτοϊκανοποιούμενη περηφάνια που δεν έβλεπε ούτε τις αρετές των αναπτυσσόμενων στην Δύση πρώην βαρβάρων ούτε την αγριότητα των ορδών της Ανατολής, ο εφησυχασμός που οδήγησε στην παρακμή και στον μακάριο ύπνο, δεν διαφέρει πολύ από την σημερινή Ελλάδα που βαυκαλίζεται με ψεύδη ανάπτυξης ενώ ξεπουλάει τον εθνικό της πλούτο; Ναι, κάποτε θα ξυπνήσουμε, όπως εκείνοι, όταν είδαν τον Μεχμέτ έξω από τα τείχη. Μακάρι όμως να μην αντιδράσουμε όπως εκείνοι, με πάθος πιότερο κατά του ομοαίματου αδελφού παρά κατά του εισβολέα. Γιατί, σε έναν τέτοιον λαό δεν αξίζει καμιά σωτηρία. Το μεγαλειώδες παράδειγμα του Παλαιολόγου που βαθιά μάς συγκινεί, διδάσκει κάτι σπουδαίο: κανείς γενναίος και ενάρετος βασιλέας δεν μπορεί μόνος του να σώσει μια χώρα όταν ο λαός της δεν θέλει να σωθεί. Εάν θελήσει, θα βρει τον τρόπο, μακαρίζοντας, πριν απ’ όλα, όπως αρμόζει, την μνήμη του τελευταίου Έλληνα βασιλέα και των συμμαχητών του, χάρη στους οποίους επιζήσαμε ως αδούλωτος Τρόπος.

 

Κάποτε θα ξυπνήσουμε, όπως εκείνοι, όταν είδαν τον Μεχμέτ έξω από τα τείχη...