ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΝΗΡ

Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν. 2 ἀλλ᾿ ἤ ἐν τῷ νόμῳ Κυρίου τὸ θέλημα αὐτοῦ, καὶ ἐν τῷ νόμῳ αὐτοῦ μελετήσει ἡμέρας καὶ νυκτός.

Ο εμπνευσμένος θείος προφήτης και ψαλμωδός παράγει κι αποσπά ήχους μουσικούς από τις χορδές του ψαλτηρίου του. Όταν ο θόρυβος του κόσμου με ξεκουφαίνει, δεν μπορώ να τον προσέξω. Τώρα όμως που ζω στην ηρεμία της μόνωσης αρχίζω ν’ αφουγκράζομαι και να προσέχω τον υπέροχο μυστικό ψαλμωδό.

Τώρα αρχίζω να κατανοώ περισσότερο τους ήχους της μουσικής και το τραγούδι του. Είναι σα ν’ απόκτησα ξαφνικά μέσα μου δύο καινούργιες ικανότητες: να τον προσέχω και να τον κατανοώ.

Στη μουσική του μου ανοίγεται κάποια καινούργια αίσθηση’ στα λόγια του μου δημιουργείται μια καινούργια σκέψη. Κάτι θαυμαστό νιώθω μέσα μου, πολύ θαυμαστό, όπως είναι η σοφία του Θεού. Ξαφνικά φέρνω στο νου μου τον Σαούλ.

Δεν μου είναι εύκολο να τον κατανοήσω. Στη σκέψη μου εναντιώνονται άλλες σκέψεις που προέρχονται από τον άρχοντα του κόσμου τούτου. Από τότε που πλάστηκε ο άνθρωπος, ο νους μου είχε οριστεί από το Θεό να βασιλεύει, να κυριαρχεί στο σώμα και την ψυχή μου.

Όταν όμως απομακρύνομαι από το Θεό, όταν αθετώ τις εντολές Του, ο νους μου αποκόπτεται από Εκείνον, στερείται τη χάρη Του. Οι φυσικές και οι διανοητικές δυνάμεις μου δεν υποτάσσονται πια σ’ Αυτόν.

Και τότε υποχωρούν κι ενδίδουν στην επιρροή του πονηρού πνεύματος. Ο ιερός ψαλμωδός μας εισάγει στην αντίληψη του ουρανού. Οι ήχοι του ψαλτηρίου του είναι πραγματικά θεσπέσιοι, ουράνιοι. Και σαν θέμα της υμνολογίας του έχει την μακαριότητα του ανθρώπου.

Αδελφοί, ας ακούσουμε τη θεία διδασκαλία του, που στην εκκλησιαστική υμνογραφία χρησιμοποιείται ευρύτατα. Ας ακούσουμε τις φωνές και τους ήχους του που μας βροντοφωνάζουν: εδώ είναι ο ουρανός!

Εσύ που αναζητάς την ευτυχία, που έλκεσαι από την ηδονή, που διψάς για την απόλαυση, πλησίασε. Άκου καλύτερα τους ιερούς ψαλμούς, πρόσεξε τη σωτήρια διδασκαλία τους. Πόσο θα περιπλανιέσαι, πόσο θα γυρίζεις στα βουνά και τα λαγκάδια και στην αδιαπέραστη αγριότητα της πυκνής λόχμης;

Πόσο καιρό θα βασανίζεσαι ακόμα δουλεύοντας ακατάπαυστα κι αναζητώντας μάταια εκείνο που δεν μπορείς ν’ αποκτήσεις με οποιαδήποτε εγκόσμια επιτυχία; Τείνε <<ευήκοον ους>>. Άκουσε τα λόγια που το ίδιο το Άγιο Πνεύμα προσφέρει με το στόμα του Δαβίδ για τη μακαριότητα του ανθρώπου.

Αυτήν αγωνίζεσαι ν’ αποκτήσεις πραγματικά, αυτήν προσπαθούν ν’ αποκτήσουν όλοι οι άνθρωποι. Σωπάστε όλοι γύρω μου. Ας σιγήσουν κι οι ίδιοι οι λογισμοί μου. Ας ησυχάσει κι η καρδιά μου. Μόνο η ευλαβής προσοχή μου ας είναι γρηγορούσα, μόνο αυτή ας είναι ζωντανή.

Κι η ψυχή μου ας γεμίσει με ιερούς λογισμούς και σκέψεις από τη θαυμαστή και ιερή αυτή ανάγνωση. Ο Δαβίδ ήταν βασιλιάς. Ποτέ του όμως δεν είπε ούτε κι ισχυρίστηκε πως ο βασιλικός θρόνος ήταν πηγή και στέγαστρο της μακαριότητας του ανθρώπου.

Ο Δαβίδ ήταν ένας πολέμαρχος, ένας ήρωας. Από τη νεανική του ηλικία ως τα βαθιά του γεράματα πολεμούσε εναντίον των αλλοφύλων. Κι οι μάχες του όλες ήταν φονικές. Οι πόλεμοι που έκανε ήταν συχνοί, οι νίκες του επίσης.

Από τις όχθες του Ευφράτη ως τις όχθες του Ιορδάνη κατέκτησε πόλεις πολλές και τις έθεσε στην κυριαρχία του. Ποτέ του όμως δεν είπε πως η μακαριότητα του ανθρώπου ανήκει στη δόξα της νίκης ή της στρατιωτικής ισχύος κι ανδρείας.

Ο Δαβίδ απόκτησε αμέτρητα πλούτη, αμύθητα, που τα μάζεψε με τη δύναμη του ξίφους του. Ο χρυσός που έμπαινε στις αποθήκες του άφθονος, λες κι ήταν φτηνός χαλκός. Το ασήμι μαζευόταν σα νά’ ταν απλό σίδερο.

Ο Δαβίδ όμως δε διακήρυξε πως η μακαριότητα του ανθρώπου έγκειται στα πλούτη. Ο Δαβίδ γεύτηκε όλα τα επίγεια αγαθά, απόλαυσε όλες τις εγκόσμιες ηδονές. Πουθενά όμως δε συνάντησε και δεν αναγνώρισε τη μακαριότητα του ανθρώπου.

Όταν ο Δαβίδ ήταν μικρός, δουλειά του ήταν να βοηθάει τον πατέρα του Ιεσσαί, στη βοσκή των προβάτων. Και ξαφνικά μια μέρα, εντελώς αναπάντεχα, ο προφήτης Σαμουήλ με εντολή του Θεού πήγε να χρίσει με άγιο μύρο το νεαρό βοσκό για να γίνει βασιλιάς του λαού του Ισραήλ.

Ο Δαβίδ όμως δεν αναφέρει ούτε κι αυτό το το χρίσμα ως ένα σταθμό μακαριότητας. Τα παιδικά του χρόνια ο Δαβίδ τα πέρασε στα βουνά, στις ερημιές. Εκεί οι μύες του άρχισαν ν’ αναπτύσσονται και να γίνονται σαν κι εκείνους των πολεμιστών.

Μόνο με τα χέρια του κάποτε, χωρίς όπλα, τά’ βαλε μ’ ένα λιοντάρι και μια αρκούδα και τα εξουδετέρωσε και τα δυο. Μα κι η ψυχή του τότε άρχισε νά’ χει υψηλές αναζητήσεις. Τα χέρια του πού’ χαν νικήσει το λιοντάρι και την αρκούδα ασχολήθηκαν με το ψαλτήρι.

Ακουμπούσαν στις χορδές του και προσπαθούσε να βγάλει φθόγγους και ήχους σύμφωνους με τις κινήσεις του Πνεύματος, νά’ ναι αρμονικοί, μελωδικοί, ευχάριστοι, πνευματικοί.

Από παλιά, πολύ παλιά, στη διαδρομή των αιώνων και των χιλιετιών, οι ήχοι και οι φθόγγοι αυτοί μεταφέρονται κι επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά από μυριάδες στόματα. Το όνομα του Δαβίδ θαυμάζεται και υμνείται μέχρι τα πέρατα της γης, από κάθε ηλικίας χριστιανούς.

Ούτε η ζωή της ερήμου όμως, όσο κι αν ήταν γεμάτη από αγώνες και πνευματικές αναζητήσεις, δεν ήταν εκείνη που ορίζει ορίζει ο Δαβίδ ότι συνιστά τη μακαριότητα του ανθρώπου.

Ποιά είναι λοιπόν η μακαριότητα, σε τί συνίσταται και πώς αποκτάται; Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν (Ψαλμ. α’ 11).

Μακάριος είναι ο άνθρωπος που φυλάγεται από την αμαρτία, που φεύγει με οποιονδήποτε τρόπο μακριά απ’ αυτήν, όπως κι αν εμφανίζεται μπροστά του’ είτε του παρουσιάζεται ως άνομη πράξη είτε ως λογισμός που σπρώχνει τον άνθρωπο σε αθέτηση των εντολών, ως κάποια αίσθηση ή επιθυμία που υπόσχεται τρυφηλή ζωή ή σαν αμαρτωλή έκσταση.

Κι αν είναι γυναίκα αδύναμη εκείνη που με ανδρικό φρόνημα απομακρύνει την αμαρτία από κοντά της, είναι κι αυτή ο μακάριος ανήρ που υμνεί ο Δαβίδ. Ακόμα και τα παιδιά και τα νήπια που αντιστέκονται στην αμαρτία, συμμετέχουν κι εκείνα στη μακαριότητα αυτή.

Είναι κι αυτά ανδρεία, έφτασαν στο μέτρο ηλικίας του Ιησού Χριστού. Γιατί ο Θεός δεν προσέχει τα πρόσωπα των ανθρώπων. <<Ουκ έστι προσωπολήπτης ο Θεός>> (Πράξ. ι’ 34).

Αποσπασματικές αναρτήσεις από το βιβλίο του Οσίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ «Η Βασιλεία του Χριστού και ο αντίχριστος»,
σε μετάφραση και επιμέλεια του συγγραφέα Πέτρου Μπότση, «Έργα Γ’»