Μακάριος είναι ο άνθρωπος που υπομένει όλα τα λυπηρά αυτής της ζωής με καρτερία κι ελπίδα στο Θεό. Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
Μακάριος είναι ο άνθρωπος που υπομένει όλα τα λυπηρά αυτής της ζωής με καρτερία κι ελπίδα στο Θεό. Γι’ αυτόν η κάθε μέρα θα είναι μήνας στον ουρανό, ενώ στον άπιστο θα μοιάζει με χρόνο ολόκληρο. Γιατί ο άπιστος χαίρεται μόνο όταν δεν υποφέρει· κι όταν υποφέρει, το κάνει χωρίς υπομονή κι ελπίδα στο Θεό και δυσανασχετεί.
Μακάριος είναι ο άνθρωπος που δε γογγύζει όταν υποφέρει, αλλ’ εξετάζει τις αιτίες με υπομονή κι ελπίδα στο Θεό. Πού θα βρει τις αιτίες που τον κάνουν να υποφέρει αυτός που πάσχει;
Θα τις βρει είτε μέσα του είτε στους γονείς του και στους γείτονές του. Ο βασιλιάς Δαβίδ υπόφερε για τις δικές του αμαρτίες. Ο Ροβοάμ για τις αμαρτίες τού πατέρα του, του βασιλιά Σολομώντα. Οι προφήτες υπόφεραν για τις αμαρτίες των συμπατριωτών τους.
Αν αυτός που πάσχει έψαχνε διεξοδικότερα και βαθύτερα τις αιτίες των βασάνων του, πού θα τις έβρισκε; Σίγουρα θα τις συναντούσε στην ολιγοπιστία του προς το Θεό ή σε κάποιο σκοτεινό και κακό πνεύμα, σ’ ένα μαύρο σκοτάδι χωρίς φως ή στη στοργική και θεραπευτική πρόνοια του Θεού. Εδώ θα βρει τις αιτίες που τον κάνουν να υποφέρει εκείνος που ψάχνει διεξοδικότερα και βαθύτερα. Ο Αδάμ κι η Εύα υπόφεραν από την ολιγοπιστία τους στο Θεό· ο δίκαιος Ιώβ από το σκοτεινό και κακό πνεύμα της πονηρίας· ο τυφλός νέος άνθρωπος, που ο Χριστός άνοιξε τα μάτια του, για τη δόξα τού Θεού και για τη δική του αιώνια ανταπόδοση.
Ο συνειδητός άνθρωπος είναι λογικό ν’ αναζητήσει τις αιτίες που τον βασανίζουν μέσα του, ενώ ο ανόητος κατηγορεί πάντα τους άλλους. Ο συνειδητός άνθρωπος θυμάται όλες τις αμαρτίες που έκανε από παιδί. Τις θυμάται με φόβο Θεού και περιμένει να πληρώσει γι’ αυτές. Έτσι όταν τον βρουν βάσανα, είτε αυτά προέρχονται από τους φίλους ή τους εχθρούς του, από τους ανθρώπους ή από τα πονηρά πνεύματα, αργά ή γρήγορα θα γνωρίσει τις αιτίες, γιατί τις αναζητεί μέσα του. Ο ανόητος άνθρωπος όμως είναι επιλήσμων, ξεχνά όλες τις αδικίες του. Κι όταν συναντήσει δυσκολίες οργίζεται πολύ και ρωτάει με κατάπληξη: Γιατί εγώ να έχω πονοκέφαλο, γιατί εγώ να χάνω όλα τα λεφτά μου, γιατί τα δικά μου παιδιά να πεθαίνουν; Και με την ανοησία και το μένος που τον δέρνουν, δαχτυλοδείχνει κάθε ύπαρξη στη γη ή στον ουρανό. Όλοι τους είναι υπεύθυνοι για τα βάσανά του, εκτός από τον εαυτό του – τον μόνο πραγματικά υπεύθυνο.
Μακάριος είναι ο άνθρωπος που επωφελείται απ’ όλα τα βάσανά του, γνωρίζοντας πως όλ’ αυτά τα επιτρέπει ο Θεός με την αγάπη Του για τον άνθρωπο, για τη δική του ωφέλεια…
Δεν υπάρχει στον κόσμο βάσανο τόσο σκληρό και τόσο ολέθριο όσο η αμαρτία. Όλα τα βάσανα που υποφέρουν άνθρωποι και λαοί δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά η πλούσια θεραπεία που παρέχει σε ανθρώπους και έθνη το έλεος του Θεού, για να τους σώσει από τον αιώνιο θάνατο. Κάθε αμαρτία, επομένως, όσο μικρή κι αν είναι, αναπόφευκτα την ακολουθεί θάνατος, αν το έλεος του Θεού δεν επιτρέψει την επίσκεψη της αρρώστιας, για να συνεφέρει τον άνθρωπο από τη μέθη τής αμαρτίας. Γιατί η θεραπεία που ακολουθεί τον πειρασμό, προέρχεται από την ευεργετική δύναμη του Αγίου και Ζωοποιού Πνεύματος…
Η αμαρτία είναι ο σπόρος τού θανάτου, ένας φριχτός σπόρος, που αν δεν ξερριζωθεί έγκαιρα με τα βάσανα και δεν καεί με το πυρ του Αγίου Πνεύματος, θ’ αναπτυχθεί και θα καλύψει ολόκληρη την ψυχή και θα την κάνει δοχείο θανάτου, όχι ζωής.
Είναι σαφές λοιπόν πως τον πόνο πρέπει να τον αντιμετωπίσεις με υπομονή κι ελπίδα στο Θεό, με ευχαριστία, με χαρά. «Όσας έδειξάς μοι θλίψεις πολλάς και κακάς, λέει ο προφήτης Δαβίδ στο Θεό, και επιστρέψας εζωοποίησάς με, και εκ των αβύσσων τής γης πάλιν ανήγαγές με… ψαλώ σοι εν κιθάρα, ο άγιος του Ισραήλ, αγαλλιάσονται τα χείλη μου, όταν ψάλω σοι, και η ψυχή μου, ην ελυτρώσω» (Ψαλμ. ο’ 20-23). Ο απόστολος Πέτρος συμβουλεύει τους πιστούς: «αλλά καθό κοινωνείτε τοις του Χριστού παθήμασι, χαίρετε» (Α’Πέτρ. δ’ 13). Αυτό σημαίνει πως πρέπει να χαιρόμαστε συνειδητά, ταπεινά, με υπομονή και πραότητα. Κι αυτό για την κάθαρση των αμαρτιών μας, για καινή ζωή, για να κατοικήσει μέσα και γύρω μας ο Χριστός. Όταν ο Ιερός Χρυσόστομος πέθαινε στην εξορία, βασανισμένος και περιφρονημένος από τους ανθρώπους, τα τελευταία λόγια που ψέλισε, ήταν: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».