Μέ μεσίστιες τή Γαλανόλευκη καί τόν Βυζαντινό Δικέφαλο πανηγύρισε ὁ μεγαλοπρεπής καί ἱστορικός Μητροπολιτικός Ἱερός Ναός Ἁγίου Στεφάνου τόν προστάτη τῆς Ἀρναίας καί ὁλάκερης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, τόν Πρωτομάρτυρα καί Ἀρχιδιάκονο Στέφανο. Κυμάτιζαν οἱ σημαῖες μεσίστιες, γιατί, στά 1500 χρόνια τῆς πορείας του ὁ Ναός αὐτός πού ἀποτελεῖ ἱστορικό κειμήλιο καί τόν ἒχει καύχημά του τό Ὑπουργεῖο Πολιτισμοῦ καί ἡ ἀντίστοιχη Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία, δέν γνώρισε τέτοια ὀρφάνια!
Τά μέτρα γιά τήν ἀποφυγή τῆς διασπορᾶς τοῦ κορωναϊοῦ, ἐφαρμοσμένα κατά τό ἀπόλυτο γράμμα τῆς πρόσφατης Κ.Υ.Α., δέν ἐπέτρεψαν οὒτε σέ ἓναν πιστό κατά τόν Ἑσπερινό τῆς παραμονῆς καί κατά τόν Ὂρθρο καί τήν Πανηγυρική Θεία Λειτουργία ἀνήμερα νά ἀνάψη τό ἁγιοκέρι του καί νά τιμήση παραδοσιακά τόν Ἃγιο. Ἀντίθετα περιπολικό τῆς ΕΛ.ΑΣ. μέ τό πλήρωμά του, ἀπεσταλμένο ἀπό τούς ἀνωτέρους του, καθώς ὁ Νόμος ὣριζε, περιφρουροῦσε τίς εἰσόδους τοῦ ὑπερμεγέθους Ἱεροῦ Ναοῦ, ἀπαγορεύοντας στούς πιστούς νά ἐκδηλώσουν τήν πίστη τους στόν Ἐνανθρωπήσαντα Κύριο καί καί τήν τιμή στόν Πρωτομάρτυρά Του…
Στήν ὁμιλία του ὁ Σεβασμιώτατος στάθηκε παραστατικά στή μοναδική δημηγορία τοῦ Ἁγίου Στεφάνου ἐνώπιον τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου καί στόν λιθοβολισμό του πού καταγράφεται παραστατικώτατα ὡς κειμήλιο Ἱερό καί παμμέγιστο στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων τοῦ Ἰατροῦ Λουκᾶ (Πράξ. ζ΄ 1-60). Ὁ Στέφανος, εἶπε ὀ ὁμιλητής, ἐκκίνησε τήν ὁμιλία του καί τή στερέωσε στήν ὃλη Οἰκονομία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μέ τή φιλάνθρωπο παρέμβαση τοῦ Θεοῦ Πατρός στόν Ἰσραηλιτικό Λαό, ἀναφερόμενος σέ ὃλους τοῦς Πατριάρχες καί τούς Προφῆτες πού ἐπέλεξε ὡς ἐκλεκτά ὂργανά του ὁ Κύριος, ὣστε, «Πολυμερῶς καί πολυτρόπως» νά λαλήση ὡς Θεός στούς πατέρες τους, φθάνοντας μέχρι καί τή Σάρκωση τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος καί τή θυσία Του χάριν τοῦ Ἀνθρώπου!
Συνεχίζοντας ὁ Μητροπολίτης παρετήρησε ὃτι ἡ ὃλη δημηγορία τοῦ Ἁγίου Στεφάνου ἀπέβη οὐσιαστικά μιά ΜΑΡΤΥΡΙΑ καί συγχρόνως ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ τοῦ Πρωτομάρτυρος καί τῆς Πρώτης Ἐκκλησίας ἐνώπιον τοῦ τότε γνωστοῦ κόσμου. Μαρτυρία μέν Χριστοῦ, διαμαρτυρία δέ ἐναντίον τῆς σαπίλας τοῦ κόσμου ὃλων τῶν ἐποχῶν καί τῆς ἐκκοσμίκευσης τῆς ἀμώμου πίστεώς μας, πού δυστυχῶς τόν τελευταῖο καιρό παίρνει ἀβυσαλέες διαστάσεις. Ὁ Χριστός μας, διευκρίνισε ὁ ὁμιλητής, δέ ἦλθε γιά νά κουκουλώση, νά σκεπάση τά κακῶς ἒχοντα τῆς ἀνθρώπινης νύχτας τοῦ πάθους… Ἦλθε γιά νά καταργήση «τόν τό κράτος ἒχοντα τοῦ θανάτου, τουτέστιν τόν διάβολον», κατά τά Ἱερά Εὐαγγελία…Δέν θά ἐρχόταν ὁ Κύριός μας στόν κόσμο, ἐάν δέν εἶχε νά ἐπιτελέση αὐτή τήν “Οἰκονομία”!
«Λοιπόν, κατέληξε ὁ Ἐπίσκοπός μας, ὁ λόγος τῆς Ἐκκλησίας σήμερα ὀφείλει νά εἶναι μαρτυρία Θεοῦ, δηλαδή Χριστοῦ καί διαμαρτυρία ἀπέναντι στό ἑκάστοτε κοσμοείδωλο τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ πάθους! Διαφορετικά ὁ λόγος Της δέν θά εἶναι φῶς καί δέν θά νοστιμίζη μέ τό “ἁλάτι” του τόν κόσμο ὁλάκερο…»
Πρό τῆς Ἀπολύσεως ὁ Σεβασμιώτατος ἐξέφρασε τά πατρικά καί ἐπισκοπικά του παράπονα πρός τίς Ἀρχές τῆς Τάξεως, καθότι- ὡς ἀνεφέρθη- περιπολικό τῆς Ἀστυνομίας, ἀπεσταλμένο ἀπ’ τούς Προϊσταμένους τοῦ Σώματος, ἀστυνόμευε τόν Πανηγυρίζοντα Ἱερό Ναό, πρός ἀποτροπή τῆς εἰσόδου τῶν πιστῶν σ’ Αὐτόν. «Τί θά πείραζε, διερωτήθη, μέσα σ’ ἓνα Ναό 1000 καί πλέον τ.μ. νά προσέλθουν πενήντα πιστοί τό πολύ γιά νά προσκυνήσουν τόν Ἃγιο καί νά μοσχοβολήση κάπως πανηγύρι στήν Ἀρναία;» Παρελλήλισε δέ αὐτοῦ τοῦ εἲδους τήν ἀστυνόμευση μέ τήν περιφρούρηση τοῦ Τάφου τοῦ Κυρίου μας μέχρι τήν Ἀνάσταση μέ τήν Κουστωδία καί τούς Στρατιῶτες πού φύλαγαν τήν Πέτρα τῆς Ζωῆς! Ἓνας παραλληλισμός πού πλήγωσε ἀθεράπευτα τόν ψυχισμό τοῦ Χριστεπωνύμου Πληρώματος καί τοῦ Ἐπισκόπου μας ἐπίσης, γιατί τυγχάνει τέκνο ἀξιωματικοῦ Χωροφυλακῆς καί τρέφει ἰδιαίτερη τιμή καί σεβασμό στό Σῶμα…