Μια φωτεινή νεφέλη περιέλουσε τον γονατισμένο προσευχόμενο χριστιανό κι η φωτοχυσία απλώθηκε σε ολόκληρο τον ιερό ναό!
Πρίν από χρόνια μου διηγήθηκε ένας σεβάσμιος ιερεύς το εξής θαυμαστό γεγονός:
Κάποιο Σάββατο απόγευμα, και μετά το τέλος του Εσπερινού αισθάνθηκε ελαφρά ζάλη, και κάθισε μέσα στο ιερό Βήμα για να συνέλθει, λέγοντας στο νεωκόρο και στους ιεροψάλτες να φύγουν, και αυτός αργότερα θα έκλεινε το ναό. Η ζάλη τον απεκοίμησε αρκετή ώρα, συνήλθε όμως από κάποιες μικρές κραυγές. Θεέ μου συγχώρεσέ με τον ελεεινό. Ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου. “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν”, “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν”.
Σηκώθηκε αθόρυβα ο ιερεύς, κοίταξε απ’ το πλάι της Ωραίας Πύλης χωρίς να γίνει αντιληπτός προς τη μια πλευρά του ναού και δεν είδε τίποτα. Πέρασε απ’ την άλλη πλευρά, και τότε είδε έναν άντρα γονατισμένο μπροστά στην εικόνα του Χριστού του ιερού τέμπλου, που συνέχισε να επικαλείται το έλεος του Θεού, λέγοντας και ξαναλέγοντας «Κύριε, Κύριε, μη με απορρίψεις. Έλεος Χριστέ μου, ελέησέ με τον αμαρτωλόν. Είμαι τυφλός και σκοτισμένος. Σύ φώτισόν μου τον νουν. Είμαι νεκρός, Συ ανάστασέ με. Είμαι αμαρτωλός Κύριε, σώσε με». Και άλλα πολλά βέβαια με συντριβή.
Και εντελώς ξαφνικά, μια φωτεινή νεφέλη περιέλουσε ολόκληρο τον γονατισμένο άνδρα, στο πρόσωπο του οποίου ανεγνώρισε ο ιερεύς έναν πιστό θεοσεβή χριστιανό που ονομάζετο Σωκράτης. Τίποτα περισσότερο δεν γνώριζε γι’ αυτόν παρά μόνον ότι ήτο πολύτεκνος πατέρας, φτωχός βιοπαλαιστής με πολλές θλίψεις, αλλά πάντοτε ειρηνικός και ελεήμων. Συμμετείχε δε συχνά στα θεία μυστήρια, πράγμα παράξενο για εκείνη την εποχή. Η όντως αξιοθαύμαστη αυτή φωτοχυσία, που εκάλυπτε ολόκληρον τον προσευχόμενο χριστιανό, το Σωκράτη, απλώθηκε κατόπιν και σε ολόκληρον τον ιερό ναό και μέσ’ το Άγιο Βήμα, πλημμυρίζοντας τον ιερέα εκείνον, τον παππούλη εκείνον από ανείπωτη ευτυχία και ανεκλάλητη ειρήνη που όμοια δεν ξαναβίωσε ποτέ.
Και να που σε λίγο η ολόλαμπρη αυτή φωτοχυσία, άρχισε σιγά σιγά να συστέλλεται, να χάνεται, μέχρι που εξαφανίστηκε τελείως. Ο ναός επανήλθε εις την φυσική του κατάσταση. Ο Σωκράτης τότε σηκώθηκε, ασπάσθηκε με πολλή ευλάβεια τις άγιες εικόνες και έφυγε.
Ο ευλαβής εκείνος ιερεύς έκαμε πολλές μέρες για να συνέλθει από την κατάπληξή του και από το θαυμασμό.
Μια Κυριακή, ύστερα από ένα ενάμιση μήνα περίπου, λειτουργούσε στο ναό, και είδε όπως πάντα και το Σωκράτη εκκλησιαζόμενο, έχοντας δίπλα τον μεγάλο έγγαμο γιό του. Στο «μετά φόβου Θεού», κοινώνησε ο Σωκράτης των Αχράντων Μυστηρίων, και γύρισε στη θέση του. Κάθισε. Σε λίγο γονάτισε, γιατί κοινωνούσαν και άλλοι, ύψωσε τα χέρια του, έκανε το σημείον του Σταυρού, κάτι ψέλισε με τα χείλη του, και εκοιμήθη για πάντα τη στιγμή που οι ιεροψάλτες έψαλαν «Χριστός Ανέστη». Ήταν Κυριακή του Θωμά του 1959.
Αυτό το γεγονός μου θύμισε κάτι παρόμοιο, που συνέβηκε στον Άγιο Ρουμάνο ιερέα και ασκητή, τον πατέρα Κλεόπα. Ένα χειμωνιάτικο πρωινό, ο πατήρ Κλεόπας Ιλιέ, εκοιμήθη τώρα, βρισκόταν στο Ιερό Βήμα ενός μοναστηριακού ναού και διάβαζε γονατιστός, την ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως. Μετά από λίγη ώρα μπήκε στην εκκλησία να προσευχηθεί μια γυναίκα, που είχε έρθει στο μοναστήρι από το βράδυ. Προσκύνησε όλες τις εικόνες και έκανε παντού μετάνοιες, διηγείται ο πατήρ Κλεόπας. Δε γνώριζε ότι κάποιος ήταν μέσα στην εκκλησία. Την παρατηρούσα λέγει, συνεχώς, απ’ την Ωραία Πύλη. Εκείνη αφού προσκύνησε τις εικόνες, γονάτισε στο μέσον της εκκλησίας, ύψωσε τα χέρια της και έλεγε απ’ την καρδιά της αυτά τα λόγια: «Κύριε μη με εγκαταλείπεις, Κύριε μη με εγκαταλείπεις». “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”. Είδα τότε ένα ολόλαμπρο φως γύρω της και τρόμαξα. Η γυναίκα έπεσε με το πρόσωπο στη γη και προσευχόταν σιωπηλά. Η φωτεινή νεφέλη που την περιέλουζε μεγάλωσε περισσότερο και μετά σιγά σιγά εξαφανίστηκε. Αφού έσβησε το θείο φώς σηκώθηκε στα πόδια της και βγήκε έξω απ’ την εκκλησία. Ήταν μια απλή γυναίκα από τα γειτονικά χωριά μας.
Τα λέει ο πατήρ Κλεόπας αυτά.
Ιδού λοιπόν ποιος έχει το δώρο της προσευχής, συνεχίζει.
Να που μερικοί λαϊκοί απλοί χριστιανοί ξεπερνούν καμιά φορά μοναχούς και ερημίτας, και γιατί όχι πολλούς από τους εν τω κόσμω χλιαρούς ιερείς. Εγώ έκανα μετά την προσκομιδή, και απ’ την μεγάλη μου συγκίνηση άρχισα να κλαίω και έτρεμα με τα χαριά μνημονεύσεως στο χέρι. Μόνον ο Θεός γνωρίζει πόσοι εκλεκτοί υπάρχουν σ’ αυτόν τον κόσμο.
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν και όλον τον κόσμον”.
Αυτά διηγήθηκε ο πατήρ Κλεόπας, ο μεγάλος αυτός Ρουμάνος ασκητής ο οποίος εκοιμήθη οσιακώς.
Αδελφοί μου εύχομαι ο Πανάγιος Θεός να δώσει σε όλους μας την δύναμη, δύναμη για μια καλή αρχή, για να μπορέσουμε σε κάθε στιγμή της ζωής μας να θυμώμαστε το όνομά Του,
“Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”, Αμήν.
π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος
ΓΙΑ ΨΥΧΩΦΕΛΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΔΕΙΤΕ: >> ΕΔΩ