Με τον ήχο των καμπάνων, με λιβάνι και κερί, με γονυκλυσίες και αγρυπνίες, με νηστείες και εορτές, με χαρμολύπη και μετάνοια, με ωδές πνευματικές και σιωπηλές προσευχές.
Μέσα στην Εκκλησία συνυπάρχουμε πόρνοι και παρθένοι, μέθυσοι και εγκρατείς, πολυλογάδες και σιωπηλοί, γαστρίμαργοι και νηστευτές, φιλάργυροι και ελεήμονες, οικογενειάρχες, μοναχοί, πλούσιοι, φτωχοί, μορφωμένοι, αγράμματοι, διάσημοι και άσημοι· όλοι με πάθη και αρετές, με αδυναμίες και δυνάμεις, με πτώσεις και αναστάσεις, όλοι όμως ατελείς, όλοι ζητιάνοι της Χάριτος.
Στην Εκκλησία βρισκόμαστε διότι διψούμε να ξεπεράσουμε τον συμβιβασμό με την αμαρτία. Δεν βρισκόμαστε εδώ γιατί τον ξεπεράσαμε. Είμαστε εδώ γιατί είμαστε ασθενείς και όχι υγιείς, είμαστε παράλυτοι και όχι αρτιμελείς.
Στην Εκκλησία μένουμε αναζητώντας την Αλήθεια, τον Χριστό.
Ζούμε όχι για να φτάσουμε σε ένα τέρμα, διότι η γνωριμία αυτή που αναζητούμε δεν τελειώνει ποτέ. Στόχος ουσιαστικά δεν υπάρχει, υπάρχει μόνο μια κατεύθυνση, μία πορεία προς τον Χριστό. Το βέλος της ζωής να τρέξει προς Αυτόν, τον Άπιαστο, τον Άπειρο, τον Απρόσιτο, τον Άρρητο, τον Ακατανόητο.
Είναι ο Χριστός πιο πολύ ο δρόμος παρά το τέρμα, πιο πολύ η ανάβαση παρά η κορφή.
Όσα κι αν διαβάσεις, όσα κι αν σου πω, μόνος σου θα βρεις τον Θεό. Γιατί ο Θεός αποκαλύπτεται όταν είσαι μονάχος, εκεί στην εσχατιά της προσωπικής σου πείνας γι’ Αυτόν.