Ὁ Ἅγιος Βασίλειος σέ ἐπιστολή του πρός μία χήρα γυναίκα, ἔγραφε γιά τό πῶς θά πρέπει νά λειτουργοῦν οἱ πιστοί μέσα στήν κοινωνία: «Ὑπάρχει τό ἑξῆς θεωρητικόν τέχνασμα διά τάς περιστεράς· ὅταν οἱ ἀσχολούμενοι μέ τά τοιαῦτα συλλάβουν μίαν καί τήν ἐξημερώσουν μέχρι σημείου νά στέκεται εἰς τά χέρια των καί νά τρώγη μαζί των, τότε ἀλείφουν τάς πτέρυγάς της μέ μύρον καί τήν ἀφήνουν νά συναγελασθῆ μέ τάς περιστεράς πού εἶναι ἔξω. Αὐτή δέ ἡ εὐωδία τοῦ μύρου καθιστᾶ ὅλην ἐκείνην τήν ἀγρίαν ἀγέλην κτῆμα τοῦ κατόχου τῆς τιθασσευμένης περιστερᾶς· διότι ἀκολουθοῦν καί αἱ ἄλλαι τάς εὐωδιαζούσας πτερύγας τῆς περιστερᾶς καί εἰσέρχονται στό κλουβί»
Ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος ἑρμηνεύοντας τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, μιλώντας γιά τίς ἐπιβουλές, πού γίνονται μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, γράφει: «Ἄς μή νομίσομε τίς ἐπιβουλές σάν κάποιο φοβερό πράγμα. Ἐφόσον δέν ἐπιβουλευόμαστε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τόν ἑαυτό μας, κανένας δέν θά μπορέσει νά μᾶς ἐπιβουλευθεῖ, ἤ καλύτερα θά μᾶς ἐπιβουλεύονται βέβαια, ὅμως δέν θά μᾶς βλάπτουν καθόλου, ἀλλά καί θά μᾶς ὠφελοῦν πάρα πολύ· ὥστε ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται καί τό νά κακοπαθήσουμε καί τό νά μή κακοπαθήσουμε. Νά τό διακηρύσσω μέ μεγάλη παρρησία ὅτι τόν Χριστιανό κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους πού κατοικοῦν στήν γῆ δέν θά μπορέσει νά τόν βλάψει. Καί γιατί λέγω ἀπό τούς ἀνθρώπους; Οὔτε ὁ ἴδιος ὁ δαίμονας, ὁ τύραννος, ὁ διάβολος, ἐάν δέν ἀδικήσει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του· καί ἄν ἀκόμη θελήσει κάποιος νά μᾶς κάνει ὁποιοδήποτε κακό, ἄδικα θά τό ἐπιχειρήσει. Διότι, ὅπως ἀκριβῶς κανένας δέν θά μπορέσει νά βλάψει ἄγγελο πού βρίσκεται στήν γῆ σάν ἄνθρωπος, ἔτσι οὔτε ἄνθρωπος ἄνθρωπο. Ἀλλ ̓ οὔτε ὁ ἴδιος εἶναι δυνατόν νά βλάψει ἄλλον, ἐν ὅσῳ θά εἶναι ἀγαθός»
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος μᾶς λέγει γιά τόν χαρακτήρα καί τήν ἐπαγγελία τοῦ Χριστιανισμοῦ: «Ὁ Χριστιανισμός δέν εἶναι σύστημα φιλοσοφικό, οὔτε ἑδρεύει μόνο στό γνωστικό τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μᾶλλον στό βουλητικό καί συναισθητικό. Γιατί ὁ Χριστιανισμός δέν ἔχει σάν ἀρχή τήν μόρφωση ἁπλῶς τοῦ πνεύματος, ἀλλά τήν διάπλαση τῆς καρδιᾶς. Γι ̓ αὐτό καί δέν ἀπαιτεῖ ἀπό τούς ὀπαδούς του τήν γνώση μόνον τῶν θεωριῶν του, ἀλλά καί τήν ἐφαρμογή τους. Ἀπαιτεῖ καί τήν συνεργασία τοῦ βουλητικοῦ, ὥστε νά δεχθεῖ τίς ἀρχές καί τίς θεωρίες του σάν θεϊκές καί σωτήριες καί νά τίς ἐφαρμόσει στήν ζωή του. Ζητεῖ ὅμως καί τήν συνδρομή τοῦ συναισθητικοῦ ὥστε νά ἀναλάβει αὐτό τό ἔργο μέ πόθο καί ἀγάπη καί νά ἀφιερωθεῖ μέ ὅλη του τήν ψυχή καί τήν καρδιά στό ἔργο τοῦ χριστιανισμοῦ. Ὁ Χριστιανισμός ἐπειδή εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, ζητεῖ οἱ ὀπαδοί του νά εἶναι ἅγιοι καί τέλειοι, ὥστε ὅλοι μαζί νά ἀποτελοῦν ἕνα Σῶμα, τήν Ἐκκλησία, πού ἔχει κεφαλή της τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τόν Θεό πού μᾶς ἀποκαλύφθηκε»