Η σύγκρουση Ισραηλινών και Αράβων το 1948 – 1949 – Η εδαφική επέκταση του κράτους του Ισραήλ – Πώς οι Παλαιστίνιοι εκτοπίστηκαν; – Ο ρόλος των ξένων δυνάμεων
Το ξεκίνημα του πολέμου
Στις 14 Μαΐου 1948 οι ηγέτες του Παγκόσμιου Σιωνιστικού Κογκρέσου ανακήρυξαν την ανεξαρτησία του κράτους του Ισραήλ. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας, όταν έληξε η Βρετανική Εντολή στην Παλαιστίνη, το Ισραήλ δέχτηκε επίθεση από γειτονικές αραβικές χώρες (Αίγυπτος, Συρία, Ιράκ, Υπεριορδανία και Λίβανος) που δεν αποδέχθηκαν την ύπαρξή του. Παράλληλα εναντίον των Ισραηλινών αγωνιζόταν στο εσωτερικό του νεοσύστατου κράτους και η αραβική εθνοφρουρά με υποκίνηση του μουφτή της Ιερουσαλήμ. Αρχικά οι αραβικές χώρες κατέλαβαν κάποιους εβραϊκούς οικισμούς, σύντομα όμως οι Ισραηλινοί πέρασαν στην αντεπίθεση.
Η ισραηλινή επικράτηση στον δεκάμηνο πόλεμο και η επέκταση των συνόρων του εβραϊκού κράτους
Μετά από μια εκεχειρία τεσσάρων εβδομάδων (11 Ιουνίου – 8 Ιουλίου 1948), οι Ισραηλινοί που είχαν υποστήριξη από πολλές χώρες του εξωτερικού, ιδιαίτερα τις κομμουνιστικές, απώθησαν τα αραβικά στρατεύματα σε μια σύντομη επίθεση «των δέκα ημερών», όπως αποκλήθηκε. Στη διάρκεια μιας νέας ανακωχής (20 Ιουλίου – 10 Οκτωβρίου 1948) περίπου 500.000 Άραβες πρόσφυγες μετακινήθηκαν από το Ισραήλ προς την Υπεριορδανία ,τη Συρία και τον Λίβανο. Από τις 15 Οκτωβρίου 1948 ως τον Ιανουάριο του 1949 οι Ισραηλινοί απώθησαν τους Αιγύπτιους μέχρι την πόλη Ελ – Αρίς και κατέλαβαν ολόκληρες τις περιοχές Νεγκέβ και Γαλιλαίας. Η Αίγυπτος ζήτησε ανακωχή, κάτι που έγινε στις 24 Φεβρουαρίου 1949 και ακολούθησαν ανακωχή με τον Λίβανο (23 Μαρτίου 1949) , την Ιορδανία, όπως είχε ονομαστεί η Υπεριορδανία (13 Απριλίου 1949) και τη Συρία (20 Ιουλίου 1949). Το εντυπωσιακό, αλλά άγνωστο στοιχείο είναι ότι κάποιες από τις Συμφωνίες αυτές υπογράφτηκαν στη Ρόδο, σχεδόν ένα χρόνο μετά την επίσημη ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα και ενώ η χώρα μας ταλανιζόταν από τον Εμφύλιο.
Χαρακτηριστικό γεγονός είναι επίσης, όπως μας πληροφόρησε ο κύριος Νίκος Φαρμακίδης, ότι ο τότε Δήμαρχος Ρόδου Γαβριήλ Χαρίτος ήταν ο πρώτος παγκοσμίως, που έδωσε το όνομα «(Πλατεία) Εβραίων Μαρτύρων» σε μία από τις πλατείες του νησιού. Η πλατεία διατηρεί το όνομα αυτό μέχρι σήμερα. Στις Συμφωνίες της Ρόδου, που δεν έχουν προβληθεί σχεδόν καθόλου στην Ελλάδα, αντίθετα είναι ιδιαίτερα γνωστές στο εξωτερικό («General Armistice Agreements of Rhodes 1949») θα αναφερθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια.
Γιατί οι Ισραηλινοί κέρδισαν τον πόλεμο;
Προκαλεί εύλογη απορία πώς ένα κράτος που είχε μόλις ιδρυθεί κατάφερε να αντιμετωπίσει πολυπληθέστερες στρατιωτικές δυνάμεις. Όπως είχαμε αναφέρει, τα χρόνια της Βρετανικής Εντολής υπήρχαν στην περιοχή συχνές συγκρούσεις.
Ενώ για τους Άραβες (εκτός Παλαιστίνης) ήταν η πρώτη πολεμική σύγκρουση, οι Ισραηλινοί, όπως αυτοαποκαλούνταν πλέον οι Εβραίοι της Παλαιστίνης ήταν μπαρουτοκαπνισμένοι. Δεν ανήκαν όμως όλοι στην ίδια κρατική δύναμη. Εκτός από την Χαγκάνα που είχε γίνει το στρατιωτικό παρακλάδι της «Εβραϊκής Υπηρεσίας» αρκετές από τις πολιτικές παρατάξεις είχαν τους δικούς τους στρατούς. Γνωστότερη ήταν η Ιργκούν Τζβάι Λεούμι, που συνδεόταν με το κίνημα που επιδίωκε να ιδρύσει ένα εβραϊκό κράτος και στις δύο όχθες του ποταμού Ιορδάνη. Η Ιργκούν υπό τον μετέπειτα πρωθυπουργό Μεναχέμ Μπεγκίν προέβη σε πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις, όπως η τοποθέτηση βομβών στο ξενοδοχείο «King David» της Ιερουσαλήμ στις 22 Ιουλίου 1946 κατά την οποία σκοτώθηκαν 51 άνθρωποι, Άραβες, Ισραηλινοί και Βρετανοί και τραυματίστηκαν 46 και η σφαγή του Deir Yassin (Ντέιρ Γιασίν), στις 9 Απριλίου 1948, όταν 130 περίπου φανατικοί Σιωνιστές έσφαξαν τουλάχιστον 107 Παλαιστινίους, ανάμεσα στους οποίους και γυναικόπαιδα στον οικισμό Ντέιρ Γιασίν .Οι Ισραηλινοί χωρίστηκαν για πρώτη φορά, καθώς η Ιργκούν και η ακόμα πιο ακραία οργάνωση «Συμμορία Στερν» αντιστάθηκαν στην ενσωμάτωσή τους στην Χαγκάνα, που μετεξελίχθηκε στις Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις. Ο Νταβίντ Μπεν Γκουριόν αναδιοργάνωσε τη Χαγκάνα και έκανε υποχρεωτική τη στράτευση ανδρών και γυναικών. Κάθε Εβραίος και Εβραία έπρεπε να λάβει υποχρεωτικά στρατιωτική εκπαίδευση.
Ενώ στις αρχές του πολέμου οι επιτιθέμενοι Άραβες είχαν να αντιμετωπίσουν μικρές ομάδες φτωχά εξοπλισμένων Ισραηλινών, σταδιακά βρέθηκαν απέναντι σε ετοιμοπόλεμες δυνάμεις. Και καθώς δεν είχαν σωστή πληροφόρηση για τον χαρακτήρα και τις ικανότητες των Εβραίων της Παλαιστίνης, αρχικά τους υποτιμούσαν. Όταν όμως οι ισραηλινές δυνάμεις όχι μόνο οργανώθηκαν καλύτερα, αλλά έφτασαν και τις 100.000 άνδρες και γυναίκες, οι Άραβες έχασαν την ψυχραιμία τους. Οι Arthur Goldschmidt Jr. και Aomar Boun γράφουν: «Το φτωχό ηθικό ήταν η κυριότερη αιτία της αραβικής ήττας».
Οι διχασμένοι Άραβες
Οι Άραβες απέτυχαν απέναντι στο Ισραήλ το 1948 λόγω των πολιτικών διαφορών τους. Όλα τα αραβικά κράτη ήταν αντίθετα με το σχέδιο διαμελισμού του 1947 και τη δημιουργία εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη. Τα μέλη του Αραβικού Συνδέσμου είχαν ορκιστεί να πολεμήσουν και να ενώσουν τα όπλα τους, υπό την τυπική, διοίκηση ενός Ιρακινού Στρατηγού. Ο Χασεμίτης βασιλιάς Αμπντάλα Α’ της Υπεριορδανίας, υποστηριζόμενος από την χασεμιτική κυβέρνηση του Ιράκ ήθελε να δημιουργήσει μια «Μεγάλη Συρία» («Greater Syria») όπως θα ονομαζόταν το κράτος που θα προέκυπτε από την ένωση της Συρίας, του Λιβάνου, της Παλαιστίνης και της Υπεριορδανίας. Η Αραβική Λεγεώνα της Υπεριορδανίας αποτελούμενη από 10.000 άνδρες ήταν ο πλέον καλά εξοπλισμένος και εκπαιδευμένος στρατός των Αράβων. Ωστόσο ο Αμπντάλα ήθελε το 1948 να συνάψει συμφωνία με τους Ισραηλινούς για να ενσωματώσει τμήματα της Παλαιστίνης στο βασίλειό του. Ο Φαρούκ της Αιγύπτου και ο Ιμπν Σαούντ της Σαουδικής Αραβίας αντιτάχθηκαν στα σχέδια του Αμπντάλα.
Η Αίγυπτος ήθελε να γίνει ηγέτιδα δύναμη στον αραβικό κόσμο, καθώς ήταν και η πολυπληθέστερη. Η έδρα του Αραβικού Συνδέσμου βρισκόταν στο Κάιρο και ο γενικός γραμματέας του ήταν Αιγύπτιος. Η Αίγυπτος δεν ήθελε ένα Χασεμίτη βασιλιά να κυβερνά τη γειτονική Παλαιστίνη, ο οποίος ενδεχομένως αργότερα σκόπευε να επεκταθεί σε Συρία και Λίβανο. Ο Ίμπν Σαούντ έχοντας εκδιώξει τους Χασεμίτες από την Σαουδική Αραβία συμφωνούσε με τον Φαρούκ.
Αν και πριν ιδρυθεί το κράτος του Ισραήλ οι ηγέτες των Αράβων τόνιζαν ότι θα εισβάλουν στην Παλαιστίνη, αν γίνει κάτι τέτοιο, ιδρυθεί δηλαδή εβραϊκό κράτος, με το ξέσπασμα του πολέμου άρχισε ο ένας ηγέτης να υπονομεύει τον άλλο. Ο αιγυπτιακός στρατός υπέσκαπτε τη δράση της Αραβικής Λεγεώνας της Υπεριορδανίας. Οι Παλαιστίνιοι διέθεταν τον Αραβικό Απελευθερωτικό Στρατό, που βρισκόταν κάτω από τις εντολές ενός Σύριου και δεν συνεργαζόταν με την Αραβική Λεγεώνα. Ο Αμπντάλα Α’ μισούσε τον γνωστότερο Άραβα εθνικιστή της Παλαιστίνης, τον Χάτζι Αμίν αλ- Χουσεϊνί, πρώην μουφτή της Ιερουσαλήμ που ήταν πλέον στην υπηρεσία του Φαρούκ. Για όσο χρονικό διάστημα οι Άραβες είχαν ελπίδες επικράτησης ανταγωνίζονταν για το ποιος θα πάρει το μεγαλύτερο μερίδιο από τα παλαιστινιακά εδάφη και θα κατακτούσε περισσότερη δόξα. Όταν όμως ηττήθηκαν, οι Άραβες άρχισαν να καβγαδίζουν για το ποιος έφταιγε!
Η στάση των ξένων χωρών
Σημαντικό ρόλο στην αραβοϊσραηλινή διένεξη έπαιξε και η στάση των ξένων χωρών, ιδιαίτερα των Μεγάλων Δυνάμεων, που αν και προκάλεσε σύγχυση και στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές, έπληξε περισσότερο τους Άραβες. Οι Η.Π.Α. και η Ε.Σ.Σ.Δ. έσπευσαν να αναγνωρίσουν το Ισραήλ. Αν και οι περισσότερες χώρες διέκοψαν την πώληση όπλων και στις δύο πλευρές, η κομμουνιστική Τσεχοσλοβακία προμήθευσε μεγάλες ποσότητες όπλων στο Ισραήλ. Οι κομμουνιστικές χώρες υποστήριξαν το Ισραήλ, μετά από οδηγία-εντολή του Στάλιν, για πολλούς και διάφορους λόγους. Ήθελαν να ελαττώσουν τη βρετανική επιρροή στη Μέση Ανατολή, είχαν την ελπίδα ότι το νέο κράτος του Ισραήλ θα υιοθετούσε τον σοσιαλισμό ή ακόμα και τον κομμουνισμό και τέλος ήθελαν να συκοφαντήσουν τα «φεουδαρχικά» και «αστικά» αραβικά καθεστώτα.
Από την άλλη πλευρά, οι Η.Π.Α. δεν έπαιρναν ξεκάθαρη θέση. Καθώς όμως πλησίαζαν οι εκλογές, ο πρόεδρος Τρούμαν άρχισε να ανταγωνίζεται με τον ρεπουμπλικανό αντίπαλό του, Τόμας Ντιούι, για το ποιος είναι περισσότερο φιλοϊσραηλινός. Όμως, οι αξιωματούχοι του Πενταγώνου και του Υπουργείου Εξωτερικών πίστευαν ότι μια αντιαραβική πολιτική θα έπληττε τα συμφέροντα των αμερικανικών πετρελαϊκών εταιρειών στη Μέση Ανατολή. Επιχειρηματίες, εκπαιδευτικοί και μισιονάριοι (ιεραπόστολοι), που είχαν ζήσει χρόνια στην περιοχή, παρέθεταν πειστικά επιχειρήματα εναντίον των πολιτικών που θα στρέφονταν ενάντια σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο. Αλλά οι υποστηρικτές του Ισραήλ, ιδιαίτερα τα μέλη του Κογκρέσου, διέθεταν μεγαλύτερη επιρροή. Οι Άραβες περίμεναν θερμότερη υποστήριξη από τη Μεγάλη Βρετανία, οι σχέσεις της οποίας με τους Σιωνιστές μετά τη «Λευκή Βίβλο» του 1939 ήταν ψυχρές.
Οι Βρετανοί είχαν συμφωνίες με το Ιράκ και την Αίγυπτο που επέτρεπαν στα βρετανικά στρατεύματα την περιφρούρηση αεροδρομίων και στρατηγικών διαβάσεων. Ο Διοικητής της Αραβικής Λεγεώνας της Υπεριορδανίας σερ Τζον Μπάγκοτ Γκλαμπ και πολλοί αξιωματικοί της ήταν Βρετανοί υπήκοοι. Επίσης το «Φόρεϊν Όφις» και πολλοί ανώτεροι Βρετανοί διπλωμάτες ήταν υπέρ των Αράβων. Όμως η εξάρτηση της χώρας από την στήριξη των Η.Π.Α. δεν επέτρεπε την ανοιχτή αμφισβήτηση των αμερικανικών πολιτικών στη Μέση Ανατολή. Η Ευρώπη προσπαθούσε να συνέλθει από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και οι περισσότερες κυβερνήσεις έβλεπαν την υποστήριξη στο Ισραήλ ως εξιλέωση για το Ολοκαύτωμα.
Οι μεσολαβητικές προσπάθειες του Ο.Η.Ε. και η δολοφονία του μεσολαβητή Μπερναντότ από Ισραηλινούς εξτρεμιστές
Ο Ο.Η.Ε., που είχε ιδρυθεί το 1945, αρχικά αιφνιδιάστηκε από τα γεγονότα του Μαΐου του 1948. Στη συνέχεια όμως προσπάθησε να διευθετήσει την αραβοϊσραηλινή διαμάχη. Ο μεσολαβητής του Ο.Η.Ε., Σουηδός κόμης Φόλκε Μπερναντότ κατάφερε να πείσει και τα δύο μέρη για την αποδοχή μιας μηνιαίας κατάπαυσης του πυρός στις αρχές του Ιουνίου, όπως αναφέραμε και στην αρχή του άρθρου. Και τα δύο στρατόπεδα ήταν εξουθενωμένα από τις σφοδρές εχθροπραξίες των προηγούμενων τεσσάρων εβδομάδων. Όμως, μόνο οι Ισραηλινοί χρησιμοποίησαν αυτή την ανάπαυλα για να αποκτήσουν όπλα και να τα μοιράσουν στους στρατιώτες τους.
Ο Μπερναντότ δημοσίευσε ένα σχέδιο, με το οποίο παραχωρούνταν η έρημος Νέγκεβ (που είχε εκχωρηθεί κυρίως στους Εβραίους από τον διαμελισμό του 1947) και η Ιερουσαλήμ στην Υπεριορδανία. Το Ισραήλ θα έπαιρνε ως αντάλλαγμα τμήματα της δυτικής Γαλιλαίας που είχαν δοθεί στους Άραβες. Οι διαπραγματεύσεις ναυάγησαν στις 8 Ιουλίου 1948 και ο πόλεμος ξανάρχισε σε όλα τα μέτωπα. Μέσα σε δέκα μέρες οι Ισραηλινοί κατέλαβαν μέρος της Γαλιλαίας και τις στρατηγικής σημασίας πόλεις Λοντ και Ραμάλα. Ο Ο.Η.Ε. εξασφάλισε μια ακόμα κατάπαυση του πυρός δέκα μέρες αργότερα, λίγο πριν οι εβραϊκές δυνάμεις κυριεύσουν την Παλαιά Πόλη της Ιερουσαλήμ που περιλάμβανε και το ιερό Δυτικό Τείχος.
Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές ετοιμάζονταν για νέο γύρο εχθροπραξιών. Ο Μπερναντότ πρόσθεσε στο σχέδιό του έναν όρο για την επιστροφή των Αράβων προσφύγων στις εστίες τους, σε πόλεις και χωριά που πλέον είχαν περάσει σε εβραϊκό έλεγχο. Όμως οι νέοι ιδιοκτήτες ήθελαν τα σπίτια, τα χωράφια και τις σοδειές τους για τους ίδιους, αλλά και για τους Εβραίους που πίστευαν ότι θα εγκατασταθούν στην περιοχή.
Ο Μπερναντότ δολοφονήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 1948 στην Ιερουσαλήμ, από μέλη της παραστρατιωτικής ισραηλινής οργάνωσης Στερν, καθώς θεωρήθηκε ότι υποστήριζε τους Άραβες. Να σημειώσουμε ότι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Μπερναντότ είχε διαπραγματευθεί την απελευθέρωση 31.000 αιχμαλώτων, ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και 450 Εβραίοι, από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, κάτι που έγινε τελικά το 1945.
Η διαμεσολάβηση του Ραλφ Μπουντς, οι ισραηλινές επιτυχίες και το τέλος του πολέμου
Νέος διαμεσολαβητής του Ο.Η.Ε. ανέλαβε ο Αμερικανός Ραλφ Μπουντς. Ο τότε Ταξίαρχος, Ισραηλινός Μοσέ Νταγιάν έκανε επιθέσεις εναντίον της Αραβικής Λεγεώνας γύρω από τη Χεβρώνα και τη Βηθλεέμ. Για τους νεότερους, ο Μοσέ Νταγιάν (1915- 1981) ήταν εμβληματική μορφή του Ισραήλ και χαρακτηριστικό της εμφάνισής του ήταν το μαύρο «πειρατικό» κάλυμμα που φορούσε στο αριστερό του μάτι, το οποίο είχε χάσει το 1941 πολεμώντας με τους Βρετανούς εναντίον των δυνάμεων του Άξονα. Θεωρείται ο πρωτεργάτης της νίκης του Ισραήλ στον πόλεμο των έξι ημερών του 1967 με τους Άραβες, καθώς τότε ήταν Υπουργός Άμυνας της χώρας του. Μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ ο Νταγιάν αποσύρθηκε προσωρινά από την πολιτική σκηνή, καθώς θεωρήθηκε ότι δεν είχε προετοιμάσει τις Ένοπλες Δυνάμεις κατάλληλα. Το 1977 έγινε Υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Μεναχέμ Μπεγκίν και υπέγραψε την ειρηνευτική συμφωνία με την Αίγυπτο το 1979.
Επανερχόμενοι στα γεγονότα του 1948, οι Ισραηλινοί στη Γαλιλαία απώθησαν τον υποστηριζόμενο από τη Συρία αραβικό απελευθερωτικό στρατό στον Λίβανο και στα τέλη του έτους προσπαθούσαν να εκδιώξουν τις δυνάμεις της Αιγύπτου και της Αραβικής Λεγεώνας από την περιοχή της Γάζας και της νότιας Νεγκέβ. Το πολεμικό μέτωπο έφτανε πλέον στα παλαιά σύνορα με το αιγυπτιακό Σινά. Η Βρετανία, πριν η Αίγυπτος υποβάλει αίτημα για ειρήνη, εφάρμοσε την αγγλοαιγυπτιακή Συνθήκη του 1936, με την οποία αναλάμβανε την προστασία της Διώρυγας του Σουέζ και ουσιαστικά τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας. Αν και η Αίγυπτος δεν επιθυμούσε τη βρετανική προστασία και, ουσιαστικά εξευτελιζόταν από αυτή την ενέργεια, δεν μπορούσε να κάνει κάτι, γιατί καμία αραβική χώρα δεν ήταν προετοιμασμένη να τη σώσει…
Οι «Συνομιλίες Εγγύτητας» της Ρόδου
Τα Ηνωμένα Έθνη τότε βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση, καθώς κανένα αραβικό κράτος δεν ήθελε να εμπλακεί σε συνομιλίες με το Ισραήλ, γιατί έτσι θα το αναγνώριζε de facto. Τελικά, τον Ιανουάριο του 1949 ο Μπουντς ξεκίνησε τις «συνομιλίες εγγύτητας» όπως τις αποκαλούσε, στη Ρόδο. Στο «Ξενοδοχείο των Ρόδων» οι αντιπροσωπείες Αιγύπτου και Ισραήλ διαπραγματεύονταν σε ξεχωριστές σουίτες επί των όρων μιας συμφωνίας. Ο Μπουντς μετέφερε τις προτάσεις από τη μία πλευρά στην άλλη εξασφαλίζοντας την υπογραφή μιας συμφωνίας στις 24 Φεβρουαρίου 1949. Βασικοί όροι της ήταν ότι τα σύνορα Αιγύπτου- Ισραήλ επανερχόταν σε αυτά του 1922 και στην Αίγυπτο ο παρέμενε μόνο η Λωρίδα της Γάζας. Oι Αιγύπτιοι που είχαν πολιορκηθεί στο θύλακα της Φαλούτζα επέστρεφαν στην πατρίδα τους, αλλά η Φαλούτζα δινόταν στο Ισραήλ. Τέλος, μια ζώνη συνόρων γύρω από το Auja al- Hafir επρόκειτο να αποστρατικοποιηθεί.
Τρεις μήνες αργότερα, όταν η Αραβική Λεγεώνα έχασε τις περιοχές που είχε καταλάβει, η Υπεριορδανία υπέγραψε στη Ρόδο μια ξεχωριστή συνθήκη για την επικύρωση μιας μυστικής συμφωνίας που ο βασιλιάς πλέον (πρώην εμίρης) Αμπντάλα Α’ είχε συνάψει με τους Ισραηλινούς στρατιωτικούς διοικητές. Το Ισραήλ απέκτησε έτσι πρόσβαση στον Κόλπο της Άκαμπα. Η Αίγυπτος και η Ιορδανία δεν είχαν κοινά εδαφικά σύνορα πλέον, ενώ το Ισραήλ προχώρησε στην κατασκευή λιμανιού στο Εϊλάτ. Ο Λίβανος υπέγραψε τον Μάιο του 1949 μια ανακωχή με το Ισραήλ, κάτι που έκανε και η Συρία τον Ιούλιο του 1949. Το Ιράκ, που όπως αναφέραμε είχε στείλει δυνάμεις στην Παλαιστίνη, δεν υπέγραψε ποτέ κάποια εκεχειρία και απέρριψε κάθε αραβική ειρήνη με το Ισραήλ.
Οι Παλαιστίνιοι πρόσφυγες μετά τον πόλεμο
Η γνωστή ως «Νάκμπα» «(παλαιστινιακή) καταστροφή» δηλαδή, είχε σαν αποτέλεσμα περίπου 725.000 Παλαιστίνιοι να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Κάποιοι είχαν φύγει εθελοντικά πριν την έναρξη του πολέμου, ενώ οι περισσότεροι υποχρεώθηκαν να αποχωρήσουν κατά τη διάρκειά του. Οι Ισραηλινοί υποστηρίζουν ότι οι αραβικές κυβερνήσεις ζήτησαν από τους Παλαιστίνιους να φύγουν για να μπορούν να κινηθούν πιο άνετα οι στρατιωτικές τους δυνάμεις. Κάτι τέτοιο όμως δεν αποδεικνύεται από κανένα επίσημο έγγραφο. Οι Παλαιστίνιοι, με στήριξη από κάποιους Ισραηλινούς λόγιους θεωρούν ότι οι άμαχοι τρομοκρατούνταν από σιωνιστικές παραστρατιωτικές δυνάμεις ως τις 14 Μαΐου 1948 και ότι οι Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις έδιωξαν πολλούς κατά τις τελευταίες φάσεις του πολέμου.
Και από τις δύο πλευρές έγιναν τρομοκρατικές πράξεις πάντως στη διάρκεια του πολέμου. Μόνο η Ιορδανία δέχτηκε να «απορροφήσει» κάποιους Παλαιστίνιους μετά τον πόλεμο. Το Ισραήλ φρόντιζε να υποδεχθεί Εβραίους επιζώντες από το Ολοκαύτωμα και δεν είχε καμία διάθεση να δεχθεί Παλαιστίνιους πρόσφυγες. Πραγματικά, ελάχιστοι Παλαιστίνιοι εγκαταστάθηκαν στο νέο κράτος του Ισραήλ. Οι περισσότεροι στεγάστηκαν σε καταυλισμούς που δημιούργησε ο Ο.Η.Ε. και, το κυριότερο, οι Παλαιστίνιοι δεν απέκτησαν δικό τους κράτος…
Όταν ο Μουσολίνι θέλησε να μιμηθεί τους Σιωνιστές…
Είχαμε αναφερθεί ακροθιγώς στο άρθρο της 16/10/2023 για την σταδιακή απόκτηση από Εβραίους τμημάτων γης των Παλαιστινίων, μεταξύ 1922-1939. Την τακτική αυτή φαίνεται ότι… ζήλεψε και ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος με έγγραφό του (το 1923;) στον διοικητή των ιταλοκρατούμενων τότε Δωδεκανήσων, Μάριο Λάγκο, του ζητά να μιμηθεί τους Σιωνιστές και να αποτρέψει τους Ροδίτες από πωλήσεις γης σε υπερβολικές τιμές, κάτι που δεν θα επέτρεπε την απόκτησή τους από τους Ιταλούς. Η σχετική αναφορά υπάρχει στο βιβλίο «Fare gli Italiani dell ’Egeo», του ιστορικού Filippo Marco Espinoza. Μας την έστειλε, στην πρωτότυπη και μεταφρασμένη μορφή του, ο κύριος Νικόλαος Φαρμακίδης, τον οποίο ευχαριστούμε θερμά! Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα. Είναι η πρώτη φορά που η αναφορά αυτή βλέπει το φως της δημοσιότητας σε οποιοδήποτε ελληνικό Μ.Μ.Ε. Στο θέμα Παλαιστίνη- Ισραήλ- Άραβες, θα επανέλθουμε, καθώς είναι αδύνατον να καλυφθεί σε 2 άρθρα…
πηγή:Από το βιβλίο: Fare gli Italiani dell’Egeo: Il Dodecaneso dall’Impero ottomano all’Impero del fascismo.
Filippo Marco Espinoza (Ιστορικός)