Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τί εἶπε; «διωχθήσονται»· ὅτι ἡ πίστις θὰ διωχθῇ. Δὲν εἶπε ὅμως καὶ ὅτι θὰ συντριβῇ.
Διωχθήσονται ναί, συντριβήσονται ὄχι! Μιὰ ἰδέα, ὅσο τὴν πολεμᾷς, τόσο ῥιζώνει. Εἶνε σὰν τὸ καρφί, ποὺ ὅσο τὸ χτυπᾷς τόσο βαθύτερα ἐμπήγνυται στὴ σάρκα τοῦ ξύλου.
Καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὅσο διώκεται, τόσο κατακτᾷ τὶς ψυχές. Καμμία δύναμις, τὸ πιστεύω ἀκραδάντως, δὲ θὰ τὴ νικήσῃ. Ὅσοι διωγμοὶ κι ἂν γίνουν, ὅσοι ποταμοὶ αἱμάτων κι ἂν χυθοῦν, ὅσοι Νέρωνες καὶ Διοκλητιανοὶ καὶ Ἰουλιανοὶ Παραβάται κι ἂν παρουσιαστοῦν καὶ ὅποια μέσα κι ἂν μεταχειριστοῦν, ἡ πίστι μας ἔχει βαθειὰ ῥίζα· αὐτὸ ποὺ θὰ κάνουν εἶνε νὰ ἐπισπεύσουν τὸν θρίαμβό της.
Οἱ πιστοὶ «διωχθήσονται», ἀλλ’ οὐ συντριβήσονται.
Ἄλλοι θὰ συντριβοῦν. Θὰ συντριβοῦν οἱ διῶκται.
Παρ᾽ ὅλο τὸ αἷμα ποὺ χύνουν, παρ᾽ ὅλη τὴ βία ποὺ ἀσκοῦν, παρ᾽ ὅλα τὰ στρατόπεδα καὶ τὰ μέσα ἐξοντώσεως ποὺ διαθέτουν, τὸ τέλος τους θά ’νε οἰκτρό.
Ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ μας θὰ μείνῃ – ἰδιαιτέρως δὲ στὴν πατρίδα μας τὴν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία μὲ κάθε τρόπο καὶ σὲ ὅλες τὶς σελίδες τῆς ἱστορίας της αἰνεῖ καὶ δοξάζει Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας·