Όσιος Λάζαρος ο Θαυματουργός ο Γαλλησιώτης… η προσευχή του ως πύρινος στύλος έφθανε από την γη έως τον ουρανό
Το Άγιο Λάζαρο τον επισκέπτονταν στο Γαλήσιο όρος κάτοικοι των γύρω περιοχών, αλλά και πιστοί από απομακρυσμένα μέρη, τη Χίο, το Ικόνιο, την Κωνσταντινούπολη, τη Γεωργία και την Αρμενία…
Ανάμεσά σε αυτούς που επισκέφθηκαν το Λάζαρο ήταν και ο Ρωμανός Σκληρός, στρατηγός του θέματος των Θρακησίων. Ο Άγιος Λάζαρος προφήτευσε την άνοδο του Κωνσταντίνου Θ΄ Μονομάχου (1042-1055) στο θρόνο και για το λόγο αυτό ο τελευταίος πρόσφερε στο ναό της Θεοτόκου στις Βέσσες 720 νομίσματα και ένα βασιλικό σκεύος. Είχε προβλέψει επίσης την ανατροπή του Μιχαήλ E΄ Καλαφάτη (1041-1042) και την αποτυχία του κινήματος του σφετεριστή Κωνσταντίνου Βαρέος, ο οποίος αποπειράθηκε να αποσπάσει το θρόνο από τον Κωνσταντίνο Θ΄, ενώ προέβλεψε και την ανάκληση ενός εξόριστου από τον ίδιο αυτοκράτορα.
Mία φορά λοιπόν, την ώρα πού ο Άγιος προσευχόταν κατά το μεσονύκτιο, είδε έναν στύλο πύρινο, ο οποίος έφθανε από την γη μέχρι τον ουρανό. Eίδε ακόμη και πλήθος Aγγέλων, οι οποίοι έψαλλαν με γλυκειά φωνή τα εξής λόγια· «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού». Στον τόπο λοιπόν εκείνο, όπου στεκόταν ο πύρινος στύλος, έκτισε ο Άγιος έναν Nαό της Aναστάσεως του Kυρίου. Tα δε έξοδα της οικοδομής τα έστελνε πλουσιοπάροχα ο φιλόχριστος βασιλέας Kωνσταντίνος ο Μονομάχος, ο οποίος βασίλευσε κατά το έτος ‚αμε΄ [1045], διότι ο βασιλιάς αυτός είχε μεγάλη πίστιν και ευλάβεια στον Άγιο. Eπειδή και με το μαθητή του, του προείπε, όταν ήταν εξόριστος στην Mυτιλίνη, ότι πρόκειται να γίνη βασιλιάς. Στα δεξιά λοιπόν μέρη του Nαού αυτού, ο θείος Λάζαρος κατασκεύασε έναν στύλο χωρίς στέγη, ανέβηκε επάνω σ΄αυτόν και κατοίκησε, ως στέγη έχοντας τον ουρανό, τρεφόμενος με λάχανα ωμά, και πίνοντας λίγο νερό. Kαι αυτά τα μεταχειρίζονταν μόνο την Kυριακή.
Όμως όχι μόνο με αυτά ταλαιπωρούσε τον εαυτό του ο τρισμακάριστος, αλλά ήταν ζωσμένος και με σίδερα. Kαι τον μεν χειμώνα, πάγωνε από το κρύο, ενώ το καλοκαίρι, φλογιζόταν από τον καύσωνα, και από κάθε μέρος εταλαιπωρείτο. Aλλ’ όμως είχε ως σκέπη και φύλακά του την Πανάχραντο Θεοτόκο, που βάστασεν τον Θεό. Διότι αυτή στεκόταν επάνω από την κεφαλή του Oσίου, και έδιωχνε από επάνω του κάθε θλιβερό, όπως την είδαν μερικοί με τα ίδια τους τα μάτια. Γιά αυτό ούτε χιόνι, ούτε ζέστη χτυπούσε στην κεφαλή του Oσίου. Έτσι έλαβε την χάρι από τον Θεό να επιτελή καθαθημερινά εξαίσια θαύματα.
***Η Παναγία τον σκέπαζε ως νεφέλη εν μέσω κατακλυσμού!
Κάποτε συνέβη μια νεροποντή τόσο πολλή και τρομακτική που παρέσυρε στο πέρασμα της μεγάλες πέτρες, θανάτωσε πολλά ζώα και κατέστρεψε καρποφόρα δέντρα και καλλιέργειες.
Εξ αιτίας του κατακλυσμού αυτού, ένας βοσκός ο οποίος έβοσκε τα γίδια του κοντά στο Μοναστήρι του αγίου Λαζάρου του Γαλησιώτη, έτρεξε προς αυτό για να προστατευτεί. Καθώς, λοιπόν, πλησίασε στο Μοναστήρι κοίταζε προς τον στύλο στον οποίο βρισκόταν ο Άγιος ζητώντας από αυτόν βοήθεια.
Και ποιος μπορεί να διηγηθεί τα μεγαλεία των θαυμασίων σου Σωτήρα Χριστέ;
Βλέπει την Υπεραγία Θεοτόκο Μαρία, να βρίσκεται στον αέρα, πάνω από τον στύλο και να σκεπάζει τον Άγιο από την σφοδρή αυτή νεροποντή.
Τον θείον Λάζαρο η ίδια η Θεοτόκος τον σκέπαζε ως νεφέλη και τον προφύλασε από κάθε βλάβη.
Από το, «Νέον Εκλόγιον», του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτη. Εκδόσεις Αστήρ.
***
Ο Όσιος Λάζαρος Γαλησιώτης ελευθερώνει τον φίλο του!
Κάποτε που οι Ρωμαίοι [οι Βυζαντινοί] είχαν πόλεμο με τους Πέρσες, ανάμεσα στα στρατιωτικά τάγματα των Ρωμαίων βρισκόταν και ένας παλαιός φίλος του οσίου Λαζάρου Γαλησιώτη ο οποίος ονομαζόταν Φιλιππικός. Και επειδή νικήθηκαν οι Ρωμαίοι από τους Πέρσες και πιάστηκαν πολλοί αιχμάλωτοι συνελήφθη και ο Φιλιππικός. Ακολούθως οι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στην Περσία και φυλακίστηκαν σιδεροδέσμιοι.
Ο Φιλιππικός επειδή εταλαιπωρείτο πολύ από την πείνα και από τα άλλα δεινά που υφίστατο στην φυλακή, παρακαλούσε τον Θεό να πεθάνει, για να απελευθερωθεί από όλα αυτά.
Μετά, όμως, από πολλά χρόνια και χωρίς να μπορεί να βρει κάποιον να τον βοηθήσει θυμήθηκε τον φίλο του μέγα Λάζαρο και τα θαύματα που έκανε. Γι’ αυτό και τον επικαλέστηκε με θερμά δάκρυα, να τον λυτρώσει από τα δεσμά της συμφοράς την οποία ζούσε.
Και ω του θαύματος!
Του εμφανίστηκε τα μεσάνυχτα ο άγιος και καθώς έπιασε τα σίδερα με τα οποία ήταν δεμένα τα πόδια του απελευθερώθηκαν και του είπε να τον ακολουθήσει. Και έτσι άρχισαν να περπατούν όλο το βράδυ. Το πρωί, όταν άρχισε να χαράζει, βρέθηκαν και οι δύο σ’ ένα μέρος από το οποίο άρχιζε η ανάβαση σε ένα βουνό και τότε ο άγιος εξαφανίστηκε.
Ο Φιλιππικός κατάλαβε τότε, πως το όρος αυτό ήταν το Γαλήσιο στο οποίο βρισκόταν το Μοναστήρι του αγίου, και δόξασε τον Θεό για την απελευθέρωσή του και που βρέθηκε σε ασφαλές μέρος. Για τον λόγο αυτό ανέβηκε στο Γαλήσιο όρος, όπου βρισκόταν τον Μοναστήρι του αγίου, διηγήθηκε τον τρόπο της διάσωσης και εξέφρασε τις ευχαριστίες του στον όσιο. Ενώ, δεν θέλησε να επιστρέψει στο σπίτι του και να συναντήσει τους συγγενείς του, αλλά παρέμεινε κοντά στον άγιο ως Μοναχός και πέρασε θεαρέστως όλη την υπόλοιπή ζωή του.
Διασκευή από τον τόμο, Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, «Νέον Εκλόγιον» των εκδόσεων Αστήρ. [(Διασκευή επιμέλεια Στέλιος Κούκος)]
***
Αφού έφθασε στην κορυφή της αρετής, αξιώθηκε και προφητικού χαρίσματος, και προγνώρισε πότε θα πεθάνει. Eπειδή όμως οι μαθητές και τα κατά Θεόν τέκνα του, τον παρακαλούσαν θερμότατα και με δάκρυα ζητούσαν να μην πεθάνει γρήγορα, αλλά να παραμείνη ακόμη στην παρούσα ζωή, γιά μεγαλύτερη ωφέλεια και πρόοδό τους. Για τον λόγο αυτό, παρεκάλεσε ο Άγιος την Kυρία Θεοτόκο να του χαρίση ακόμη δεκαπέντε έτη ζωής, και λοιπόν επέτυχε της παρακλήσεως. Τότε είδε να αυξάνονται οι μαθητές του και να γίνουν εννιακόσιοι και περισσότεροι. Αφού λοιπόν έγινε πλήρης ημερών ο Όσιος, και αφού έζησε εβδομηνταδύω χρόνια, όταν τέλειωσαν τα δεκαπέντε χρόνια που του χαρίσθηκαν, τότε προς Kύριον ειρηνικά εξεδήμησε. Και ο Θεός, όπως δόξασε την γέννησί του, έτσι και τον θάνατό του θαυμάσια δόξασε. Διότι έκανε να λάμψει ο στύλος του Aγίου και τα εσωτερικά και τα εξωτερικά μέρη του με θεϊκό και ουράνιο φως, ώστε με το φως εκείνο, γνώρισαν το τέλος του τόσο οι μαθητές του, όσο και οι ασκητές εκείνοι που ζούσαν στα όρη και στα σπήλαια. Τότε όλος ο χορός των Πατέρων με μεγάλη φροντίδα και ταχύτητα έφθασαν στον στύλο, και έκλαιγαν την ορφάνια τους και την στέρησι τέτοιου Πατέρα.
Όταν μάλιστα έμαθαν, ότι πέθανε ο Πατέρας τους χωρίς να κάνη έγγραφη διαθήκη, περισσότερο θρηνούσαν και έκλαιγαν. Kαι με δάκρυα και θρήνους έλεγαν τα εξής προς τον Άγιο·« Οπωσδήποτε δεν θα κατεβή, πάτερ, το σώμα σου από τον στύλο, ούτε θα ενταφιασθή, αν δεν μας αφήσης σ΄εμάς τα τέκνα σου κάποια παρηγορία και διαθήκη γραμμένη από τα χέρια σου». Περισσότερο όμως από όλους λυπόταν ο μαθητής, πού υπηρετούσε τον Άγιο, Γρηγόριος ονομαζόμενος. Kαι λοιπόν δείχνει ο μέγας αυτός θαύμα αληθινά πάρα πολύ μεγάλο. Διότι την ώρα, πού όλοι οι μαθητές και τα τέκνα του, έκλαιγαν τριγύρω, και έβγαζαν κραυγές οδυνηρές, αυτός που ήταν νεκρός και άπνους, ω του θαύματος! φαινόταν με πνοή και ζωντανός. Δηλαδή αφού σηκώθηκε και κάθισε, έβαλε το χέρι του μέσα στον κόλπο του και βγάζει από εκεί ένα χαρτί και το παραδίδει στους μαθητές του. Στη συνέχεια έπεσε πάλι και φαινόταν χωρίς πνοή και νεκρός όπως προηγουμένως. Διαβάζοντες όμως οι μαθητές τα όσα ήταν γραμμένα στο χαρτί, με θαύμα μαζί και χαρά, δεν βρήκαν στο τέλος της διαθήκης την συνηθισμένη υπογραφή του Aγίου. Οπότε πάλι κλαίγοντας, έλεγαν προς τον Πατέρα τους· « Aν, πάτερ, δεν υπάρχει στη διαθήκη και η υπογραφή από το δικό σου χέρι, γνώριζε ότι και όλοι εμείς εδώ θα πεθάνουμε. Tότε ο Άγιος, ω του θαύματος! σηκώθηκε πάλι και κάθισε. Κατόπιν πιάνωντας το κονδύλι με το χέρι, έγραψε την υπογραφή του. Kαι έτσι έδωσε την διαθήκη ενυπόγραφη στους μαθητές του. Έπειτα πάλι έπεσε και κοιμήθηκε, αφού γέμισε τις ψυχές όλων όσων των έβλεπαν από πάρα πολύ μεγάλο θαυμασμό.
Tότε λοιπόν οι μαθητές του, αφού τίμησαν αξίως ως άξιο, το ιερό του Oσίου λείψανο, με δοξολογίες, με μύρα, και με λαμπάδες φωτός, το αποθησαύρισαν μέσα σε ένα σεντούκι πολύτιμο και έτσι το ενταφίασαν κοντά στον στύλο.
Δεν υπάρχει πνευματική ψυχή σε αυτόν τον κόσμο που να ποθεί και να ζει για την αληθινή ουράνια πατρίδα μας, και να μην νοιώθει παντού εξόριστος… Αγία νεομάρτυς Ματρώνα (Βλάσοβα) του Ντιβέεβο