Ποια Ελβετία και ποια Αυστρία να συγκριθεί μαζί σου! Βοβούσα Ιωαννίνων
Βοβούσα: Στο χωριό του ανατολικού Ζαγορίου, πλάι στα γάργαρα νερά του Αώου. Ίσως ο ομορφότερος από τους οικισμούς των Βλάχων στην περιοχή, στέκει σε επιβλητικό ορεινό τοπίο.
Γύρω στους 70 μόνιμους κατοίκους έχει η Βοβούσα, το ομορφότερο ίσως από τα βλάχικα χωριά του ανατολικού Ζαγορίου. Αριθμός που ακούγεται μικρός, μα είναι σχεδόν δεκαπλάσιος από εκείνον του γειτονικού Περιβολιού, ας πούμε. Το οποίο, αν και μεγαλύτερο σε έκταση και πιο οργανωμένο (ειδικά το καλοκαίρι), χάνει κόσμο από τον Οκτώβρη κι έπειτα, ελέω της κατάβασης των βοσκών στις ζεστότερες κοιλάδες της Θεσσαλίας.
Λογικό, βέβαια, γιατί το Περιβόλι είναι βοσκοχώρι χτισμένο σε υψόμετρο 1.300 μέτρων και τα πρόβατα δεν αντέχουν τη ζαγορίτικη παγωνιά, παρά μόνο μετά τον ήπιο Μάιο. Από αυτά τα πρόβατα, πάντως, προμηθεύεται κρέας και γάλα ο Στέφανος στη Βοβούσα. Ο οποίος έχει τη μόνη ταβέρνα του χωριού που μένει ανοιχτή τον χειμώνα, δίπλα ακριβώς στην πέτρινη γέφυρα που υψώνεται πάνω από τον Αώο ποταμό, παντρεύοντας τη Δυτική Μακεδονία με την Ήπειρο. Τρεις τόνους γάλα πήρε τον Μάιο, μας λέει, καθώς δοκιμάζουμε τη γνήσια χωριάτικη φέτα του, ελαφρά ποτισμένη με ελαιόλαδο και ρίγανη. Δεν είναι μονάχα για τους επισκέπτες του καλοκαιριού -η Βοβούσα είναι ιδανικό ορμητήριο για hiking-, αλλά και όσους ντόπιους ξεχειμωνιάζουν εκεί χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να παράγουν δικά τους γαλακτοκομικά. Εδώ είναι η χαρά του πρόβειου γάλατος.
Μαζί με τον τουρισμό, βασική απασχόληση των κατοίκων είναι η υλοτομία. Το μαυρόπευκο, σήμα κατατεθέν της ντόπιας χλωρίδας, απλώνεται όσο παίρνει το μάτι, όχι μόνο σε έκταση αλλά και σε ύψος. Οι τεράστιες σκουρογκρί συστάδες των κορμών, που μπορεί να ξεπερνούν τα 40 μέτρα, θυμίζουν αρχαιοπρεπείς κολώνες, φρουρώντας θαρρείς δρόμους και οικισμούς. Κομμένους κορμούς –αλλά όχι ακόμα αποφλοιωμένους, αυτή την εποχή– συναντάς σε πλατώματα των δασικών αρτηριών κι εκεί επικυρώνεις το ύψος. Καθόλου τυχαία, αρκετοί ετοιμάζονται για δρομολόγηση στη ΔΕΗ, ώστε να χρησιμεύσουν ως στύλοι.
Όπως και να έχει, στη Βοβούσα δεν ξεχνάς ποτέ ότι βρίσκεσαι μέσα στη Βάλια Κάλντα (Ζεστή Κοιλάδα), στον Εθνικό Δρυμό της Πίνδου. Σου το θυμίζουν μόνιμα η χλωρίδα και η πανίδα, μαζί με τη βοή των γάργαρων νερών του Αώου (εξ ου και η «Βοούσα», λένε, αν και το όνομα του χωριού κατάγεται μέσω παραφθορών από το λατινογενές vivosa, που σημαίνει ορμητικός, ζωντανός) και την ομίχλη, η οποία σκεπάζει το χωριό κάθε που βρέχει. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή με το αμάξι, μέρα-νύχτα, ακόμα και με αναμμένα τα φώτα. Περίπατο σωστό μόλις την Τετάρτη το μεσημέρι καταφέραμε να κάνουμε, κι ας είχαμε φθάσει από Δευτέρα: έβρεξε εκείνο το βράδυ, οπότε την επομένη η πάχνη ήταν για τα καλά στρωμένη παντού. Απαράμιλλο το «αλπικό» θέαμα, φυσικά, με τις κόκκινες σκεπές των σπιτιών και το πράσινο της γύρω βλάστησης να παλεύουν να ξεχωρίσουν μέσα στην απέραντη άχνα.