Πώς αποκτά κανείς την κατάνυξη την ώρα της προσευχής και της αναγνώσεως και της Ψαλμωδίας;

Η κατάνυξη έρχεται στον άνθρωπο από τη συναίσθηση της αμαρτωλότητος του. Όταν λοιπόν προσεύχεται κανείς, οφείλει την ώρα εκείνη να φέρνει στη μνήμη του τις αμαρτίες του και να σκεφθεί ότι κρίνονται όσοι κάνουν αυτές τις αμαρτίες καθώς και την φοβερή φωνή: “Φύγετε από μένα οι καταραμένοι στο αιώνιο πυρ κλπ”.
Μνήμη δε των αμαρτιών λέγω, όχι να θυμάσαι την κάθε μία ξεχωριστά, μήπως και με τον τρόπο αυτό της ενθυμήσεως, προκαλέσει ο αντίπαλος (διάβολος) άλλη αιχμαλωσία, αλλά να θυμάσαι μόνο ότι είμαστε καταχρεωμένοι με αμαρτίες.
Και ύστερα από αυτά, εάν η καρδιά μας μείνει σκληρή, ας μη υποχωρήσουμε. Διότι γίνεται πολλές φορές από τον Θεόν, ή ανοχή αυτή για να δοκιμαστεί ο άνθρωπος, εάν έχει υπομονή.
Και στην ανάγνωση και στην ψαλμωδία το ίδιο χρειάζεται, να είναι δηλαδή προσεκτικός ο νους του ανθρώπου στα λεγόμενα και να βλέπει μέσα στην ψυχή του την δύναμη, που κρύβουν αυτά τα λόγια. Εάν μεν γίνεται λόγος για τα αγαθά, να προσπαθήσει να τα πράξει.
Εάν πάλι γίνεται λόγος για την τιμωρία των αμαρτιών, να προσπαθήσει να αποφύγει την αναμενόμενη τιμωρία για όσους πράττουν τις αμαρτίες. Και να μένει σταθερός στην υπόμνηση των αληθειών αυτών. Εάν παραμένει σκληρή καρδιά σου, μη υποχωρήσεις. Διότι είναι ελεήμων και οικτίρμων Θεός και μακρόθυμος και αποδέχεται την προσπάθειά μας.
Να θυμάσαι δε πάντοτε τον ψαλμωδόν (Δαυίδ), που λέγει: “Υπομένων υπέμεινα τον Κυριον και πρόσεσχε μοι” κλπ. Αγωνιζόμενος δε με αυτόν τον τρόπο, να ελπίσεις ότι θα ρθει επάνω σου γρήγορα το έλεος του Θεού.