Πώς θα ωφεληθούμε από τα δεινά που συμβαίνουν

Περί των επιτεθέντων ημίν δεινών

και τις ο τούτων σκοπός

ΙΩΣΗΦ ΒΡΥΕΝΝΙΟΥ

 

Οι δυστυχίες που βρήκαν το γένος μας, όπως βλέπομε, είναι εν συντομία οι εξής. Οι καιροί είναι από κάθε εποχή οι πιο δύσκολοι. Πονηρές οι ημέρες, το τέλος του χρόνου, τα γηρατειά του κόσμου, το ξεψύχισμα του σύμπαντος. Η ζωή μας αυτή είναι σύντομη, λανθασμένη και γεμάτη από πικρίες, και τα κακά εκτενέστερα από τις θάλασσες. Και να, οι γείτονές μας είναι εχθροί, όσοι δείχνουν φίλοι είναι άπιστοι, οι συγκάτοικοι μας κλέφτες, οι υιοί μας ανυπάκουοι και οι απλοί συγγενείς χωρίς στοργή.

Αυτοί που καραδοκούν να επωφεληθούν από τις δυσκολίες μας είναι πολλοί, μα περισσότεροι αυτοί που μας επιβουλεύονται. Αυτοί που μας διώκουν και μας πληγώνουν είναι πολλοί και από πολλά μέρη. Κανείς και από πουθενά, τολμώ να πω, δεν υπάρχει που να μας συνοδεύση στη φυγή και να συμπονέση μαζί μας. Διασκορπισθήκαμε χωρισμένοι σε όλες τις βασιλείες της γης. Μας εξουσιάζουν και δεν εξουσιάζομε. Τη χώρα μας ξένοι την κατατρώγουν, και δεν υπάρχει κανείς να μας βοηθήση. Οι νέες και οι νέοι του γένους μας δόθηκαν σε άλλα έθνη. Όλη την ημέρα τα μάτια μας αυτά βλέπουν και το δικό μας χέρι δεν μπορεί να βοηθήση. Σε μας έμεινε μόνο καρδιά θλιμένη, μάτια που σβήνουν και ψυχή που λιώνει, προβλήματα πάνω στα προβλήματα, φροντίδες πάνω στις φροντίδες, και αίματα πάνω στα αίματα παντού. Χάθηκε ο ευλαβής πάνω στη γη, λείπει ο στοχαστής, δεν βρίσκεται ο φρόνιμος.

Στα παλαιά παρουσιαζόταν ο σοφός, τώρα δεν υπάρχει αυτός που θα κατανοήσει, αυτός που θα διορθώση, αυτός που θα μας φέρη πίσω. Η πληγή είναι ολόσωμη, η αρρώστια γενικευμένη, φοβερό το τραύμα, η συμφορά απαρηγόρητη και μεγαλύτερη από κάθε παρακλητικό λόγο. Καταφρονήθηκαν τα εκκλησιαστικά πράγματα, σάπισαν τα κρατικά, ανακατεύονται τα μακρυνά, συγχέονται τα κοντινά. Τα πάνω γίνονται κάτω και τα κάτω πάνω. Οι Χριστιανοί διώκονται, οι ασεβείς ευνοούνται. Από εδώ μας καταδιώκουν οι Αγαρηνοί, από εκεί μας λεηλατούν οι Σκύθες, από τα δυτικά οι Ισμαηλίτες θερίζουν τους καρπούς μας, και από τα ανατολικά οι Πέρσες μας εκριζώνουν.

Ξεφεύγομε από το δράκοντα και συναντούμε το βασιλίσκο, διαφεύγομε από το λιοντάρι και πέφτομε πάνω στην αρκούδα. Όποιος γλυτώνει από το θάνατο, οδηγείται στη δουλεία, και όποιος απαλλαγή από τη δουλεία παραδίδεται στη σφαγή. Όπου και όποτε γίνονται ναυμαχίες στη θάλασσα ή μάχες στη στεριά, λεηλασίες ή μετοικεσίες, πάντως ακούεται ότι ένα μέρος από εμάς χάνεται. Ό,τι συγκεντρώθηκε σε οικίες, το σκορπίζει ο φθόνος, και ό,τι διατίθεται για να βγάλη κέρδος, το αρπάζει ο ληστής. Ό,τι μπόρεσε να περάση από τον κλοιό της πολιορκίας βούλιαξε στη θάλασσα. Και ό,τι γλύτωσε από το βυθό έπεσε στα χέρια ληστών. Επί πλέον επάγωσαν τα καλά και εφύτρωσαν τα λυπηρά, παρήλθαν τα δικά μας και ήλθαν τα αλλότρια. Φαγωθήκαμε, χαθήκαμε, διαφωνήσαμε και ως τραυματίες πια και παράφρονες γίναμε εκτός εαυτών. Επιταχύνεται διαρκώς η πορεία των πραγμάτων μας όλο και προς το χειρότερο.

Από τα μέχρι χθες και πρόσφατα άριστα έθη και γνωρίσματά μας, σήμερα ούτε ίχνος δεν αναγνωρίζεται. Και τα μέχρι πέρυσι καλύτερα από τα ήθη, φέτος δεν τα διακρίνομε πουθενά. Με αυτό και με εκείνο τόσο άλλαξαν αυτά, που δεν μπορεί κανείς να τα περιγράψη. Και όσο μπορούμε να συμπεράνουμε από τα πράγματα περπατάμε σε αγκάθια, στεκόμαστε πάνω σε γκρεμό, βαδίζομε ανάμεσα σε φίδια, πορευόμαστε μέσα από παγίδες και περπατάμε πάνω σε επάλξεις πόλεων. Κάθε ώρα πόλεμοι, σφαγές, πείνες, πνιγμοί, αβάσταχτες στενοχώριες. Μυριάδες από γύρω μας οι απώλειες, και από παντού φθάνει η οργή του Θεού.

Και εμείς σαν να μη γίνεται κάτι καινούργιο, παραμένομε άπονοι και σκληροί. Αλήθεια ποιος σοφός θα μπορούσε να διεκτραγωδήση τα δικά μας, όπως πρέπει, αφού ξεπέρασαν κάθε θρήνο, και είναι πέρα από κάθε κλάμα;

Αυτά λοιπόν και τα παρόμοια τους, συμβαίνουν σε μας, ένεκα των σχηματισμών των αστερισμών, θα μας πη ο αστρολόγος. Ο φυσικός θα πη ότι τα υπομένομε αυτά, ως φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, εξ αιτίας της θέσεως μας ανάμεσα στους Άραβες και τους Σαρακηνούς, τους Ισμαηλίτες και τους Σκύθες. Ο άθεος θα υποστηρίξη, ότι όλα από μόνα τους τυχαία συμβαίνουν «χύδην και φύρδην». Ο δε έλληνας (ειδωλολάτρης) θα υποστηρίξη ότι οφείλονται όλα στην τύχη και στο γραμμένο. Και ακόμα ο Αγαρηνός θα πη ότι αιτία τούτων είναι ότι δεν αποδεχθήκαμε τον αλιτήριο*, ενώ ο Εβραίος, επειδή πιστεύσαμε στο Χριστό. Και ο καθένας από τους αιρετικούς, επειδή δεν υποκύψαμε στην αίρεσί του. Και ο όχλος των Ιταλών θα υποστηρίξη ότι μας συμβαίνουν αυτά, επειδή δεν υποταχθήκαμε στον πάπα. Εγώ όλους αυτούς τους απορρίπτω, και είμαι απόλυτα πεπεισμένος και το ομολογώ ευθέως, ότι δεν θα τα παθαίναμε αυτά, εάν είμασταν δυσσεβείς και τελείως απομακρυσμένοι από το Θεό.

Επειδή όμως είμαστε το ευσεβέστατο γένος από όλους τους ανθρώπους, στραμμένο κατ’ εξοχήν στο Θεό, και θέλομε βέβαια και ενδιαφερόμαστε να σωθούμε, και αυτό είναι για μας η ύπαρξη και η ζωή μας, και ο λόγος που ήλθαμε σ’ αυτή τη ζωή. Θέλομε όμως αυτό να γίνη με καλοπέρασι, με πλούτο και πρόσκαιρη δόξα.

Γι’ αυτό ο Κύριος που με κάθε τρόπο προετοιμάζει τη σωτηρία μας, μας παρέδωσε να ντροπιασθούμε σε όλα τα έθνη, και την πρόσκαιρη αυτή ζωή μας, τη ρευστή και περαστική, την περιέβαλε με μύρια κακά, μήπως και έτσι, ακόμα και παρά τη θέλησί μας, οδηγηθούμε τελικά από αυτόν στη σωτηρία με κατάλληλο τρόπο.

Διότι από τα προαναφερθέντα κακά, άλλα οφείλονται σε μας τους ίδιους, και είναι ψυχικά αρρωστήματα· άλλα, έξω από εμάς, είναι κοσμικές συνέπειες, και άλλα μας τα φέρνει η θεία πρόνοια. Όμως και των όσων οφείλονται στην πρόνοια, και όσων είναι συμπτώματα κοσμικών ενεργειών, αιτία για όλα είναι οπωσδήποτε τα ψυχικά αρρωστήματα. «Δεν υπάρχει στην πόλι κακό που να μη το έστειλε ο Κύριος;» (Αμώς 3, 6). Δηλ. πείνες, αρρώστιες, νοσήματα, σφαγές, πολέμους, και ό,τι άλλο παρόμοιο, διότι όλα αυτά είναι αναιρετικά της αμαρτίας. Και δεν είναι από τη φύσι τους κακά, όμως θεωρούνται κακά, και βεβαίως εμποδίζουν να δημιουργηθούν τα αληθινά, που και από τη φύσι τους είναι κακά, δηλ. οι ενέργειες των διαφόρων αμαρτημάτων.

Έτσι λοιπόν, και όχι όπως θα μπορούσε να πη κάποιος, επειδή είμαστε καταδιωγμένοι από το Θεό και αποκομμένοι από τη θεία αγάπη, τα υπομένομε αυτά. Όχι, μακρυά μια τέτοια ιδέα! Αλλά τα υπομένομε ως γνήσιοι υιοί, που απολαμβάνουν πατρική στοργή και παιδαγωγία. Αν, πράγματι, «όποιον αγαπά ο Κύριος τον παιδεύει, και μαστιγώνει κάθε υιό που αναγνωρίζει» (Παροιμ. 3,12), παιδευόμαστε λοιπόν από το φιλάνθρωπο Θεό και Πατέρα, «για να μη καταδικασθούμε και εμείς μαζί με τον κόσμο» (Α’ Κορ. 11, 32).

Διαφορετικά, ποιοι είναι αυτοί που προσεγγίζουν το Θεό; Διότι πρέπει πάντως να είναι κάποιοι κοντά, και κάποιοι πλησιέστεροι. Και ποιοι λοιπόν είναι αυτοί; Αυτοί που ζουν νωχελικά, και φθείρονται με ζώα, και κυλίονται με άρρενες; Ή μήπως όσοι, αφού χύσουν αίμα Χριστιανών και ομοφύλων, αρπάζουν τις εκκλησιαστικές αρχές ληστρικά και τυραννικά; Και ποιος, που έχει νου και φρόνησι, θα τα υποστηρίξη αυτά; Εάν αυτά τα υπομένωμε παρά τη θέλησί μας, αλλά όμως σίγουρα τα κακά με τη θέλησί μας τα πράττομε. Εάν κάποιος από εμάς δυσανασχετεί γι’ αυτά, καθόλου παράξενο. Διότι ποιος, όταν από τον ιατρό καυτηριάζεται ή κόβεται, δεν φρίττει, δεν κλωτσάει και δεν θέλει να τ’ αποφύγη; Και εάν κάποιος απορεί και αγανακτεί λέγοντας, πώς δεν τα παθαίνουν αυτά και οι εθνικοί που αμαρτάνουν, ας καταλάβη το εξής: «Ο θάνατός τους δεν είναι βασανιστικός ούτε διαρκούν οι δοκιμασίες τους, δεν κοπιάζουν όπως οι άλλοι άνθρωποι, λοιπόν δεν θα μαστιγωθούν με τους ανθρώπους, αλλά με τους δαίμονες» (Ψαλμ. 72, 4-5).

Και κοντά σε αυτό ας θυμηθή και το προφητικό ρητό: «Ο ασεβής φυλάσσεται διά να τιμωρηθή κατά την ωρισμένην φοβεράν ημέραν» (Παροιμ. 16,9). Και το αποστολικό: «Εάν είσθε χωρίς παιδαγωγία, που την δοκίμασαν όλοι, άρα είστε νόθοι και όχι υιοί» (Έβρ. 12, 8). Και το ευαγγελικό: «Πλατειά και ευρύχωρη η οδός που οδηγεί στην απώλεια» (Ματθ. 7,13). Όσοι λοιπόν εκπίπτουν από την πίστι, εξ αιτίας των δεινών, και χωρίς δεινά επρόκειτο να εκπέσουν από αυτήν κατ’ άλλον τρόπον, δηλ. με την προσκόλησι στα πρόσκαιρα. Αλλά βεβαίως και το δικό μας μέλλον είναι άδηλο.

Μονάχου Ιωσήφ Βρυεννίου, Κεφάλαια επτάκις επτά, κεφ. ΜΣΤ’, εν Μοναχού Ιωσήφ Βρυεννίου, Τα Παραλειπόμενα, εκδ. Βασιλείου Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 126-129

 

*Σ.μ.: Αλιτήριο χαρακτηρίζει τον Μωάμεθ.

πηγή