«Πότε θα κάμει ξαστεριά», το τραγούδι και η ιστορία του

Πασίγνωστος και χιλιοτραγουδισμένος ο σκοπός του «Πότε θα κάνει ξαστεριά», του ριζίτικου τραγουδιού της ηρωικής Κρήτης, που έγινε ο ύμνος των αγώνων ολόκληρου του λαού μας για Δημοκρατία, Ελευθερία, Ανεξαρτησία.

Δεν είναι το ίδιο γνωστός όμως και ο ποιητής, ο δημιουργός των στίχων του τραγουδιού, που ακόμα και σήμερα εκφράζει τον ίδιο πόθο του λαού στην Ελλάδα, στην Κύπρο αλλά και στα πέρατα του κόσμου, όπου κι αν βρίσκονται διασκορπισμένοι οι Έλληνες.

Ο Στέφανος Χάλης γεννήθηκε στο Θέρισο, το 1796. Απέκτησε σπουδαία μόρφωση, για την εποχή, αφού μαθήτευσε πλάι σε σημαντικούς λoγίους. Προσελήφθη ως υπάλληλος του βρετανικού προξενείου στα Χανιά και στη συνέχεια μετατέθηκε στην Πάτρα. Εκεί μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και παρ’ ότι «καλαμαράς», λυράρης και ποιητής, άδραξε τα όπλα και με το ξέσπασμα της Επαναστάσεως του 1821 επέστρεψε στην Κρήτη να πολεμήσει για τη λευτεριά.

Η Φιλική Εταιρεία είχε προετοιμάσει το έδαφος για την Επανάσταση στην Κρήτη κι η ψυχή του αδάμαστου Κρητικού φτερούγιζε στα Λευκά Όρη μεταδίδοντας από τόπο σε τόπο τη σπίθα του ξεσηκωμού. Την περίοδο που είχε προηγηθεί, ειδικά μετά από την Επανάσταση του Δασκαλογιάννη (1770), οι Τούρκοι είχαν εξαπολύσει άγριους διωγμούς για να επιβληθούν. Η φορολογία κατέτρωγε τα εισοδήματα και η βία οδηγούσε πολλούς ανθρώπους ν’ αλλάξουν ακόμα και την πίστη τους για να επιβιώσουν.

Με την έναρξη της Επαναστάσεως στην Πελοπόννησο κινήθηκαν πρώτοι οι Σφακιανοί. Οι φήμες που διαχέονταν στα Χανιά για τις κινήσεις των Σφακιανών, τον γενικότερο αναβρασμό στην Κρήτη, αλλά και τις φλόγες της λευτεριάς που τύλιγαν σιγά – σιγά τον Μοριά, οδήγησαν τους Τούρκους σ’ ένα βίαιο ξέσπασμα στα Χανιά, με συλλήψεις δασκάλων, ιερωμένων και προκρίτων.

Στις 19 Μαΐου του 1821, ένα πλήθος από αφιονισμένους Τούρκους πήρε από το κελί του τον Επίσκοπο Κισάμου και Σελίνου Μελχισεδέκ Δεσποτάκη, τον οδήγησε στην πλατεία της Σπλάντζιας και τον κρέμασαν από έναν πλάτανο που υπάρχει ακόμα και σήμερα στο ίδιο μέρος. Την επομένη τον ξεκρέμασαν κι έσυραν το νεκρό κορμί του στους δρόμους της πόλης ξεσπώντας παράλληλα σε σφαγές εναντίον των κατοίκων. Σφαγές που κράτησαν μερόνυχτα, ώσπου να δοθεί το σύνθημα του ξεσηκωμού από τα αδέλφια του Στεφάνου Χάλη, Γιάννη και Βασίλη.

Ο θερισιανός αγωνιστής Βασίλης Χάλης (1785-1846), Στρατάρχης Κρήτης, μεγαλύτερος αδερφός του Στεφάνου Χάλη, δεν ήταν μόνον ένας ήρωας στα πεδία των μεγάλων μαχών που εμψύχωνε τους συναγωνιστές του πάνω στα δύσβατα βουνά και στα απότομα φαράγγια της Κρήτης, αλλά και ένας άνθρωπος με οργανωτικό πνεύμα, διορατικότητα και πίστη στα ιδανικά της ελευθερίας και της αγάπης προς τη γενέτειρα Κρήτη.

Η παλλαϊκή άμυνα επεκτάθηκε σιγά – σιγά σε ολόκληρα τα Χανιά και στην επαρχία, αναγκάζοντας τους Τούρκους να κλειστούν μέσα στην πόλη και να κινητοποιήσουν χιλιάδες στρατό από το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο, για να καταστείλουν την Επανάσταση. Στόχος τους, πρώτα απ’ όλα ήταν να σφάξουν και να κάψουν στο χωριό των αδελφών Χάλη, να εξαφανίσουν απ’ το χάρτη τον Θέρισο στέλνοντας μήνυμα σε ολόκληρο το νησί.

6.300 Τούρκοι και Τουρκοκρητικοί συγκεντρώθηκαν απ’ όλους τους νομούς για να συντρίψουν τους 758 μαχητές από τα Χανιά, τον Θέρισο, τα Σφακιά, τους Λάκκους και τις Κεραμειές, στις 5 Ιουλίου του 1821. Η μάχη έληξε απρόσμενα όμως με νίκη των Ελλήνων και στη μάχη αυτή διακρίθηκε ο Στέφανος Χάλης για τον ηρωισμό του. Ο μαχητής της Φιλικής Εταιρείας είχε ξεσηκώσει τα Λευκά Όρη με τον λόγο του και το τραγούδι του «Πότε θα κάνει ξαστεριά» είχε κινήσει για το ταξίδι προς την αιωνιότητα στα χείλη όλων των αντρειωμένων.

Στο ίδιο ταξίδι που κίνησε και ο δημιουργός του αφήνοντας την τελευταία του πνοή σε μία από τις μάχες στην περιοχή Αλιάκες, κοντά στην πατρίδα του, τον Θέρισο. Η θυσία, ο αγώνας και το τραγούδι του δεν πήγαν στράφι, αφού με το αίμα και με τους στίχους του είχε ήδη ποτίσει το δέντρο της λευτεριάς, ένα δέντρο που ρίζωνε σιγά – σιγά, ώσπου να κάνει κορμό γερό και φυλλωσιά μεγάλη, για να σκεπάσει ολάκερη την Κρήτη. Σε πλάκα που έχει τοποθετηθεί στον τάφο του Στέφανου Χάλη στο Θέρισο, αναγράφεται: «Ενθάδε κείται ο εκ Θερίσου Στέφανος Δ. Χάλης, οπλαρχηγός 1820-1822, πεσών ηρωικώς μαχόμενος παρά την θέσιν Αλιάκες την 25 Ιουλίου 1822».

(«Πότε θα κάμει ξαστεριά», 1971, Γιάννης Μαρκόπουλος – Νίκος Ξυλούρης, από το άλμπουμ «Τα ριζίτικα», Μουσική – Στίχοι: Ριζίτικο Κρήτης)
simeiakairwn.wordpress.com

πηγή: kimintenia.com