«Σοφία Σειράχ» ή «Σοφία Ιησού, υιού Σειράχ» λέγεται ένα από τα θεόπνευστα βιβλία της Π. ∆ιαθήκης. Το διδακτικώτατο δε αυτό και ελκυστικώτατο βιβλίο έγραψεν ο Ιουδαίος κάτοικος της Ιερουσαλήµ Ιησούς υιός του Σειράχ περί το 190 έως 180 π.Χ. και σε µιαν εποχήν που η Παλαιστίνη ευρίσκετο κάτω από την εξουσίαν και πολιτικήν διακυβέρνησιν των Πτολεµαίων, διαδόχων του Μ. Αλεξάνδρου. Ο Ιησούς του Σειράχ ανήκε στην τάξιν των γραµµατισµένων και πλουσίων αλλά και ευσεβών Ιουδαίων. Είχε µελετήσει τον Μωσαϊκόν Νόµον και τα άλλα θεόπνευστα βιβλία της Π. ∆ιαθήκης καθώς και την εθνικήν παράδοσιν του λαού του. Παρ’ όλον όµως που το βιβλίο του σοφού Σειράχ απευθύνετο προς ανθρώπους της προχριστιανικής εποχής, είναι διδακτικώτατο και διά τους Χριστιανούς. ∆ιότι τα σοφά γνωµικά του και τα εµπνευσµένα διδάγµατα του γύρω από ζητήµατα της πρακτικής ζωής ανταποκρίνονται σχεδόν στο σύνολο τους στις ανάγκες και στις διαθέσεις της συνειδήσεως των Χριστιανών.
Κείμενο (κεφ. 35 στ 13-19,24)
«∆έησιν ηδικηµένου εισακούσεται ου µή υπερίδη ικετείαν ορφανού και χήραν. εάν εκχέη λαλιάν ουχί δάκρυα χήρας επί σιαγόνα καταβαίνει και η καταβόησις επί τω καταγαγόντι αυτό; θεραπεύων εν ευδοκία δεχθήσεται. και η δέησις αυτού έως νεφελών συνάψει. Προσευχή ταπεινού νεφέλας διήλθε, και έως συνεγγίση. ου µή παρακληθή και ου µή αποστή, έως επισκέψηται ο Ύψιστος. Και κρίνει δικαίως και ποιήσει κρίσιν. Και ο Κύριος ου µή βραδύνη… Ωραίον έλεος εν καιρώ θλίψεως αυτού, ως νεφέλαι υετού εν καιρώ αβροχίας» (λε’, 13 19, 24).
Απόδοση:
Οπωσδήποτε δηλαδή ο Θεός θα εισακούση την δέησιν του αδικηµένου φτωχού. Και δεν θα παράβλεψη ποτέ τις προσευχές, που απευθύνουν τα ορφανά και οι χήρες, που µέσα στις συµφορές τους εκχύνουν προς Αυτόν τον πόνον τους.
Τα δάκρυα της χήρας, που αυλακώνουν το πρόσωπο της, και η κατακραυγή της εναντίον εκείνων, που την κάµνουν να χύνη δάκρυα πόνου, δεν αφήνουν ασυγκίνητον και αδιάφορον τον Θεόν.
«Ορφανόν και χήραν αναλήψεται» (Ψαλµ. 145, 9), λέγει και ο Ψαλµωδός.
Και αυτός, όπως και ο Σειράχ, τονίζει την ιδιαίτερην στοργήν του Θεού προς τα ορφανά παιδιά και τις χήρες γυναίκες, ένεκα της οποίας και ικανοποιεί τα αιτήµατα, που του απευθύνουν.
Ευάρεστος επίσης στον Θεόν είναι και όποιος προσφέρει µε αγαθές διαθέσεις υπηρεσίες στο έργο του Θεού. Και αυτού η προσευχή γίνεται δεκτή από τον Θεόν και φθάνει µέχρι τις νεφέλες του ουρανού, το µυστικό κατοικητήριο του Θεού.
Επίσης και του ταπεινού άνθρωπου η προσευχή θα ξεπεράση τις νεφέλες του ουρανού και δεν θα σταµατήση, παρά µόνον µπροστά στον θρόνον του Θεού. Και ο Θεός, αφού την δεχθή µε εύνοιαν, θα στείλη στον πονεµένον και ταπεινόν άνθρωπον παρηγορίαν και ενίσχυσιν.
Έτσι αυτός δεν θα φύγη ποτέ, από τον τόπον που προσεύχεται, µε άδεια χέρια. Τουναντίον ο Ύψιστος Θεός θα τον απολύη από την προσευχήν του, αφού τον επισκεφθή και τον κρίνει δίκαια και εκδώσει δι’ αυτόν δίκαιην απόφασιν. Και δεν θα βραδύνη ο Κύριος να δείξη την εύνοιάν του αυτήν σ’ όποιον τον παρακαλεί µε πίστιν.
Πόσον πράγµατι ωραία είναι η παρηγοριά και η χάρις, που ο Θεός στέλλει σ’ όσους µέσα στις θλίψεις τους προσεύχονται σ’ Αυτόν! Μοιάζει η προσφορά αυτή του Θεού µε τα νέφη, που φέρνουν βροχές σε καιρόν ανοµβρίας και ξηρασίας