Τα εμπόδια κατά την προσευχή…

Ο αγωνιζόμενος στο άθλημα της προσευχής χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει ένα πλήθος εμποδίων. Το να προσεύχεται κανείς και να αφοσιώνεται στο έργο της προσευχής είναι αγώνισμα. Πρόκειται για έναν κοπιώδη αγώνα. Όπως αναφέρει και ό γέροντας «ενίοτε η προσευχή ρέει μέσα μας σαν ισχυρός ποταμός και άλλοτε ή καρδιά μας αποβαίνει αποξηραμένη». Ο αγωνιζόμενος στο άθλημα της προσευχής χριστιανός έχει να αντιμετωπίσει ένα πλήθος εμποδίων, τα όποια ορθώνονται εμπρός του εξαιτίας του αόρατου πολέμου του διαβόλου, αλλά κι εξαιτίας της αμαρτωλότητάς του. Τα εμπόδια αυτά θα μπορούσαμε να τα αναφέρουμε ως εξής:

α) Η φυσική οκνηρία: πρόκειται για την κούραση και τον κόπο της καθημερινής μας ζωής. Συντετριμμένος ό άνθρωπος από την καθημερινή βιοπάλη, αδυνατεί να αφιερώσει χρόνο προς συγκέντρωση και προσευχή, γιατί, λέγει στον εαυτό του, ή κούραση δεν του επιτρέπει την συγκέντρωση του νοός στο ταμείον του. Ό όσιος Παλάμων, ό γέροντας του οσίου Παχωμίου, όταν έβλεπε πως ό νεαρός υποτακτικός του νύσταζε τη νύκτα που προσευχόταν, τον έπαιρνε κι ανέβαιναν πάνω στο γειτονικό αμμόλοφο. Κρατούσε ό καθένας τους ένα ζεμπίλι και κουβαλούσαν άμμο από το ένα μέρος στο άλλο. Τον συνήθιζε έτσι ν’ αντιστέκεται στον ύπνο και να γίνεται πιο πρόθυμος στην προσευχή.

β) Η έλλειψη συγκέντρωσης, ο νους περισπάται κατά την ώρα της προσευχής σε βιοτικές μέριμνες, σε συμβάντα της ημέρας που πέρασε ή ταξιδεύει στο μέλλον σχεδιάζοντάς το. Έτσι, ή ώρα της προσευχής είναι μία τυπική επανάληψη κάποιων αναγνωσμάτων, χωρίς νόημα και αξία. Το πρόβλημα στην περίπτωση αυτή είναι πως το τέλος της προσευχής συνοδεύεται με αισθήματα κενού.

γ) Η προσευχή ως τυπική συνήθεια: πολλοί προσεύχονται για να προσεύχονται, ίσα ίσα για να «βγουν από τη σειρά», δίχως συνείδηση, δίχως περίσκεψη, δίχως να αντιλαμβάνονται το γιατί και πως προσεύχονται.

δ) Η εγωιστική προσευχή που περιορίζεται στο «εγώ»: πολλοί συνηθίζουν να προσεύχονται εντελώς ατομικιστικά, ζητώντας από το Θεό να τους προφυλάσσει από κάθε κακό, υπονοώντας ότι το κακό ας βρει τους άλλους. Άλλοι πάλι ζητούν από το Θεό χρήματα, περιουσίες, επαγγελματική καταξίωση, έχοντας την εντύπωση πως ό Θεός δεν γνωρίζει το τι είναι καλό για την ψυχή τους, ή αντιλαμβανόμενοι την προσευχή σαν μία ανταποδοτική σχέση: «εγώ Θεέ μου σου δίνω τον χρόνο μου. εσύ να μου δώσεις όλα τα αγαθά που σου ζητάω, γιατί εγώ είμαι οπαδός σου. Κι αν μου τα δώσεις εγώ θα (συνεχίσω να σε προσκυνάω. Αν όχι πρόσεξε Θεέ μου, μπορεί και να μη… σου δίδω σημασία». Ας θυμηθούμε την προσευχή του Κολοκοτρώνη ή του Μακρυγιάννη που είχε ως περιεχόμενο την ελευθερία του Γένους. Αγνοώντας τον εαυτό τους οι αγωνιστές προσεύχονταν για το καλό ολάκερης της πατρίδας. Αν ό Θεός έκρινε καλό ας έχαναν εκείνοι τη ζωή τους.

ε) Η αντίληψη της προσευχής ως υποχρέωση. Σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να θεωρούμε την προσευχή υποχρέωση. Αντιθέτως, πρόκειται για δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο και συνεπώς είναι δικαίωμα του άνθρωπου. Αν κανείς θέλει το αποδέχεται το δικαίωμα αυτό, αν πάλι δεν το επιθυμεί ποιός είναι ό λόγος να προσευχόμαστε έχοντας μία στρεβλή αντίληψη για την προσευχή; Βέβαια, δε θα πρέπει να αποτρέπεται ό άνθρωπος από το να προσεύχεται, όπως αυτός νομίζει. Ή παραπάνω περίπτωση αφορά σε όσους ενσυνείδητα θεωρούν την προσευχή υποχρέωση. Είναι ένα θέμα προς συζήτηση με τον πνευματικό τους.

στ) Η οίηση και ή υπερηφάνεια κατά την προσευχή: πρόκειται για τον φαρισαϊκό τρόπο προσευχής με μεγαλαυχίες και ηχηρές κουβέντες προς εντυπωσιασμό και ημών των ιδίων αλλά και όλων των άλλων που μας ακούν και μας βλέπουν. Αλήθεια, την θέλει μια τέτοιου είδους προσευχή ό Θεός;

ζ) Οι άσεμνες σκέψεις κατά την προσευχή και οι λογισμοί: εδώ πρόκειται καθαρά για μεθοδεύσεις και διαβολικούς μηχανισμούς. Την ώρα της προσευχής στο μυαλό μας περνούν υβρεολόγια, ακάθαρτοι λογισμοί για εμάς, το συνάνθρωπο, τους άγιους μας, την Παναγία, το Θεό. Είναι ό αόρατος πόλεμος. Εδώ χρειάζεται προσοχή. Μόλις ή μολυσμένη σκέψη γίνει αντιληπτή από τη συνείδηση μας, εκεί χρειάζεται να μη δοθεί έδαφος για να αναπτυχτεί. Ό τρόπος είναι ή απόλυτη συγκέντρωση στην προσευχή, ή επίκληση του ονόματος του Χριστού. Εκεί θα δοθεί ή μάχη. Βέβαια, για όλα τούτα οι πνευματικοί μας πατέρες και ό πνευματικός του καθενός μπορούν να μεθοδεύσουν τον αγώνα του προσευχομένου χριστιανού σε προσωπικό επίπεδο. «Εκείνος που έχει συμμαζεμένο το νου του, όταν προσεύχεται και προσέχει σ’ αυτά που λέγει, απομακρύνει με τη φλόγα της προσευχής του τους δαίμονες», λέγει ό όσιος Εφραίμ ό Σύρος. Εκείνος όμως που μετεωρίζεται, που σκορπίζει το νου σε ανώφελες σκέψεις, περιπαίζεται από αυτούς. Όλα τα παραπάνω εμπόδια μπορούν να ξεπεραστούν.

Με μία μόνο λέξη. ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ. Αυτό είναι το κλειδί της προσευχής. «Προσευχή σημαίνει πολλές φορές να ομολογούμε στο Θεό την άθλια μας κατάσταση: αδυναμία, φόβο, ακηδία, αμφιβολία, φόβο, απόγνωση, με ένα λόγο οτιδήποτε συνδέεται με την ύπαρξή μας. Να τα ομολογούμε όλα τούτα, δίχως να επιζητούμε καλλιεπείς εκφράσεις, ούτε ακόμη κι ένα λογικό ειρμό…».