«Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε με στρεβλωμένο σώμα, ήταν ήπιας μορφής αυτιστικό παιδί. Στην ηλικία των δώδεκα ετών ήταν ακόμη στη Δευτέρα Δημοτικού κι έμοιαζε ανίκανος να μάθει. Η δασκάλα του φρόντισε να γίνει … ιεραπόστολος. Να μη μείνει σε αυτό, που το Υπουργείο τους έχει πει να μάθουνε ή να μη μάθουνε, για να μην το διδάξουνε.
Η δασκάλα αυτή ήταν πιστή κοπέλα, πραγματική ιεραπόστολος.
Μία μέρα ο Αλέξανδρος την πλησίασε κουτσαίνοντας και της φώναξε «σ΄ αγαπώ κυρία». Εν τω μεταξύ είχε φτάσει η άνοιξη κι όλα τα παιδιά μιλούσαν με ενθουσιασμό για το Πάσχα που θα ερχόταν…
Η κυρία έδωσε σε καθένα από τα παιδιά ένα μεγάλο πλαστικό αυγό και τους είπε: «Θέλω να το πάρετε αυτό στο σπίτι σας κι αύριο να το φέρετε πίσω, αφού, όμως, βάλετε μέσα κάτι, που να δείχνει δημιουργία και νέα ζωή».
[sc name=”agioreitiko-thymiama” ][/sc]
Το επόμενο πρωί είκοσι παιδιά ήρθαν στο σχολείο γελώντας και μιλώντας καθώς τοποθετούσαν τα αυγά τους στο μεγάλο καλάθι μπροστά στην έδρα της κυρίας τους.
Σε λίγο ήρθε η ώρα, για να ανοίξουν τα αυγά. Στο πρώτο η δασκάλα βρήκε ένα λουλούδι. «Ναι, το λουλούδι οπωσδήποτε είναι σημάδι νέας ζωής», είπε η δασκάλα και συνέχισε λέγοντας «Μπράβο Μαρία!» στη μαθήτρια, που εν τω μεταξύ είχε σηκώσει το χέρι της δηλώνοντας ότι το αυγό είναι δικό της.
Το επόμενο αυγό περιείχε μια πεταλούδα, η οποία, όμως, έδειχνε πολύ ζωντανή. Η δασκάλα σήκωσε το αυγό ψηλά: «Όλοι γνωρίζουμε, ότι η κάμπια αλλάζει και «μετασχηματίζεται» σε μια όμορφη πεταλούδα. Πράγματι, αυτό είναι νέα ζωή, επίσης» είπε η δασκάλα.
Μετά η δασκάλα άνοιξε το τρίτο αυγό. «Τα έχασε». Τα αυγό ήταν άδειο. Σίγουρα θα είναι του Αλέξανδρου, σκέφτηκε. Φυσικά δεν κατάλαβε τι έπρεπε να πράξει εκείνη τη στιγμή. Επειδή δεν ήθελε να τον ντροπιάσει, άφησε το αυγό στην άκρη και σήκωσε το χέρι για να πάρει άλλο.
Ξαφνικά ο Αλέξανδρος πετάχτηκε. «Κυρία, δε θα πείτε τίποτα για το αυγό μου;» Ταραγμένη η δασκάλα απάντησε:
«Μα, μα Αλέξανδρε, το αυγό σου είναι άδειο!».
Εκείνος την κοίταξε μέσα στα μάτια και της είπε με απαλή φωνή:
«Ναι κυρία, μα και του Χριστού ο τάφος ήταν κι αυτός άδειος».
Ο χρόνος σταμάτησε. Η δασκάλα προσπάθησε να συνέλθει. Λίγη ώρα μετά ρωτά τον Αλέξανδρο: «Εσύ ξέρεις γιατί ο τάφος ήταν άδειος;» κι εκείνος απαντάει: «Ναι, το Χριστό τον σκότωσαν και τον έβαλαν εκεί, όμως, μετά αναστήθηκε. Αυτό δε δείχνει τη νέα ζωή;»
Το κουδούνι για το διάλειμμα χτύπησε κι ενώ τα παιδιά έτρεχαν με ενθουσιασμό για την αυλή του σχολείου, η δασκάλα έκρυψε το πρόσωπό της. Και έκλαψε….
Τρεις μήνες αργότερα ο Αλέξανδρος έφυγε από τη ζωή… Όσοι συμμετείχαν στην κηδεία του, είδαν με έκπληξη πάνω στο φέρετρό του… είκοσι αυγά. Όλα ήταν άδεια. Σαν τον τάφο του Χριστού μας που ήταν άδειος, επειδή… ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!»