Ὁ Μέγας Πρωτοπρεσβύτερος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου π. Γεώργιος Τσέτσης σχολιάζοντας τήν ἐγκύκλιο τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας (2013) τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ, περί τῆς προελεύσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἀπό τή Μασονία καί τόν Σιωνισμό, ἀπεφάνθη ὅτι οἱ ἰσχυρισμοί αὐτοί εἶναι «τραβηγμένο ἀπό τά μαλλιά παράδοξο καί ξενίζον μακιαβελικό σχέδιο», σημειώνει δέ καί ὅτι θά ἦταν «πολλαπλῶς χρήσιμο ἄν ἡ Σεβασμιότης του παρέπεμπε στίς πηγές ἀπό τίς ὁποῖες ἀρύσθηκε στοιχεῖα». Τέλος, ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος, προτοῦ ἀναλύσει ὅλες τίς ἀγαθοεργίες τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν στήν Ἑλλάδα, ὑπενθυμίζει ὅτι τό Κράτος τοῦ Ἰσραήλ ἔχει ἐπανειλημμένως ἐκφράσει τήν πικρία του γιά τίς δηλώσεις τοῦ Π.Σ.Ε. περί τοῦ παλαιστινιακοῦ ζητήματος36
Ἄς μᾶς ἐπιτρέψει ὁ π. Γεώργιος, νά διαπιστώσουμε ὅτι (δυσ τυχῶς γιά τήν ἄποψή του) ὑπάρχουν κείμενα πού μαρτυροῦν ἀναφανδόν ὑπέρ τῶν θέσεων τοῦ Σεβασμιωτάτου Πειραιῶς, πέραν τῶν «Πρωτοκόλλων τῶν Σοφῶν τῆς Σιών», περί τοῦ ὅτι (δυστυχῶς γιά τήν Ἐκκλησία) ἡ Οἰκουμενική Κίνηση χειραγωγεῖται ἀπό τήν κρυπτοκρατία τῶν ἐν λόγῳ μηχανισμῶν. Καί εἶναι θαυμαστό, δεδομένης τῆς ἀσφαλείας τόσο τῆς Μασονίας ὅσο καί τῶν Σιωνιστῶν, ὅτι διέρρευσαν ἔστω καί αὐτά πρός ἕνα εὐρύτερο κοινό. Ἡ ἀντίδραση τοῦ Π.Σ.Ε. κατά ἐνεργειῶν τοῦ Κράτους τοῦ Ἰσραήλ δέν κοστίζει καί τίποτε, ἐφ΄ ὅσον ὁ ἀπώτερος μεσσιανισμός τοῦ Ἰσραήλ ἐξυπηρετεῖται κάλλιστα ἀπό τή διαθρησκειακή κίνηση (στενή καί εὐρεῖα), ἐνῷ τό Π.Σ.Ε. δέν ἔχει οὐσιαστική, ὡς γνωστόν, πολιτική, οὔτε βεβαίως ἄλλη δύναμη ἀπειλητική τοῦ Ἰσραήλ. Περί τῆς κρυφῆς σχέσεως τοῦ Παπισμοῦ μέ τή Μασονία ἀρκεῖ πρός τό παρόν νά ὑπενθυμίσουμε τό σκάνδαλο τῆς Στοᾶς Propaganda Due (P2) τό 1982 καί τῆς Banco Ambrosiano, ὡς κορυφή ἑνός ὁλοκλήρου παγόβουνου.
Ποία εἶναι λοιπόν ἡ σχέσις τῶν Ροκφέλλερ μέ τόν Οἰκουμενισμόν;
Ἡ σχέση τῆς οἰκογένειας Ροκφέλλερ μέ τόν Οἰκουμενισμό, ὑπῆρξε τόσο ἰδεολογική, μέ σαφῆ στόχευση πρός τήν ἐκκλησιαστική καί θρησκευτική παγκοσμιοποίηση καί ἕνωση, ὡς μέσον διεθνοῦς εἰρήνης, ὅσο καί οἰκονομική, μέ σκοπό τήν ἐπέκταση τῶν καπιταλιστικῶν συμφερόντων τῆς οἰκογενείας Ροκφέλλερ καί τῆς πετρελαϊκῆς τους ἑταιρείας, τῆς Standard Oil, σέ νέες ἀγορές. Ἡ σχέση αὐτή εἶναι ἰδιαιτέρως σημαντική, ἄν ληφθεῖ ὑπ΄ ὄψη ὅτι οἱ Ροκφέλλερ ὑπῆρξαν ἱδρυτές τοῦ Συμβουλίου ἐπί τῶν Ἐξωτερικῶν Σχέσεων τῶν ΗΠΑ (CFR, Council on Foreign Relations), ἑνός σημαντικώτατου μηχανισμοῦ στήν προώθηση τῆς παγκοσμιοποιήσεως καί τῆς Νέας Τάξεως Πραγμάτων (NWO)37.
Ἐδῶ δέν θέλω νά ἀναλωθοῦμε στό νά δειχθεῖ ἡ σημασία τοῦ ἔργου τῶν Rockefeller γιά τήν προώθηση παγκοσμίως τῶν (παν)σιωνιστικῶν συμφερόντων. Νομίζω ἀρκεῖ ἡ ἴδια ἡ μαρτυρία τοῦ Δαβίδ Ροκφέλλερ (1915-), υἱοῦ τοῦ Τζόν Ντ. Ροκφέλλερ Τζούνιορ, ὅπως ἔχει καταγραφεῖ στά ἀπομνημονεύματά του, καί ἀποτελεῖ παραδοχή τοῦ ρόλου τῆς οἰκογενείας του: «Γιά περισσότερο ἀπό ἕνα αἰῶνα οἱ ἰδεολογικοί ἐξτρεμιστές σέ ἀμφότερα τά ἄκρα τοῦ πολιτικοῦ φάσματος, ἔχουν ἁρπάξει καλο-δημοσιοποιημένα περιστατικά, ὅπως τῆς συναντήσεώς μου μέ τόν Κάστρο, γιά νά ἐπιτεθοῦν στήν οἰκογένεια Ροκφέλλερ, λόγῳ τῆς ὑπερβολικῆς ἐπιρροῆς πού ἰσχυρίζονται ὅτι ἐξασκοῦμε ἐπί ἀμερικανικῶν πολιτικῶν καί οἰκονομικῶν θεσμῶν. Μερικοί πιστεύουν ἀκόμη καί τό ὅτι εἴμαστε μέρος μιᾶς μυστικῆς μηχανορραφίας, πού ἐργάζεται κατά τῶν βελτίστων συμφερόντων τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν, χαρακτηρίζοντας τήν οἰκογένειά μου καί ἐμένα ὡς διεθνιστές καί ὡς συνωμοτοῦντες, μαζί μέ ἄλλους σέ ὅλο τόν κόσμο, γιά νά οἰκοδομήσουμε μιά πιό ἑνοποιημένη παγκόσμια πολιτική καί οἰκονομική δομή, τόν “ἕνα κόσμο”, ἄν θέλετε. Ἄν αὐτή εἶναι ἡ κατηγορία, δηλώνω ἔνοχος καί εἶμαι ὑπερήφανος γι᾽ αὐτήν»38.
Ἄνθρωπος-κλειδί στή σχέση τῶν Ροκφέλλερ μέ τήν Οἰκουμενική Κίνηση ὑπῆρξε ὁ Τζόν Μόττ (John Mott, 1865-1955), ἕνας ἀπό τούς δημιουργούς τοῦ συγχρόνου Οἰκουμενισμοῦ καί, οὐσιαστικῶς καί τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλά καί συνεργάτης τῶν Ροκφέλλερ· ὁ Μόττ ὑπῆρξε πρόεδρος (19151920) τῆς «Ἐκτελεστικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Φοιτητικῆς Ἐθελοντικῆς Κινήσεως γιά τήν Ἐξωτερική Ἱεραποστολή», γενικός γραμματεύς τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς τῆς ΧΑΝ (YMCA), γενικός γραμματεύς καί πρόεδρος (1895-1928) τῆς «World Student Christian Federation », πρόεδρος τοῦ «Παγκοσμίου Ἱεραποστολικοῦ Συνεδρίου τοῦ Ἐδιμβούργου» (1910) καί τῆς Ἐπιτροπῆς γιά τίς Ἱεραποστολές, ἡ ὁποία μετά τό 1920 ὀνομάστηκε «Διεθνές Ἱεραποστολικόν Συνέδριον»· τό 1946 βραβεύθηκε μέ τό Νόμπελ Εἰρήνης39 καί τό 1948 ἀνακηρύχθηκε ἐπίτιμος πρόεδρος τοῦ ΠΣΕ. Ἄλλωστε, τόσο τό Συνέδριο τοῦ Ἐδιμβούργου τοῦ 1910 ὅσο καί τό ὡς ἄνω τοῦ 1920 θεωροῦνται σημαντικοί σταθμοί τῆς πρώιμης οἰκουμενικῆς κινήσεως40.
Οἱ ἰσχυρισμοί γιά τή μασονική ἰδιότητα τοῦ Μόττ φαίνονται πλήρως δικαιωμένοι, καθώς ὁ Μόττ ἐκ νεότητος ὑπῆρξε μέλος τῆς πανεπιστημιακῆς ἀδελφότητος Φί Βῆτα Κάππα (ΦΒΚ, Phi Beta Kappa) 41. Ἡ ἀδελφότητα αὐτή, ἡ πρώτη ἱστορικῶς ἀπό τίς λεγόμενες «ἑταιρεῖες τιμῆς» (“honor societies”) τῶν ἀμερικανικῶν Πανεπιστημίων, λέγεται ὅτι ἱδρύθηκε ἀπό πρόσωπα πού ἐκ τῶν ὑστέρων ἐντάχθηκαν στή Μασονία42. Ὅμως, ἡ κατ’ ἐξοχήν ἐπιβεβαίωση τοῦ μασονικοῦ χαρακτήρα τῆς ΦΒΚ ἔρχεται ἀπό τόν Τέκτονα Samuel Knapp, ὁ ὁποῖος στό βιβλίο του «Ἡ Μεγαλοφυΐα τῆς Μασονίας ἤτοι Μία Ὑπεράσπιση τοῦ Τάγματος» ἐπιβεβαιώνει ἤδη τό 1828 τήν προέλευση τῆς ΦΒΚ ἀπό τούς Γερμανούς Μασόνους Ἰλλουμινάτι (τούς «Πεφωτισμένους»)43. Ἡ οἰκουμενιστική καί παγκοσμιοποιητική δραστηριότητα τοῦ Μόττ σαφῶς συνεισφέρει στήν ἐπιβεβαίωση τῶν λεγομένων.
Τό 1982, ὁ Ἀμερικανός Καθηγητής τῆς Ἱστορίας Charles E. Harvey τοῦ Πανεπιστημίου Californian State University (Chico-California) σέ ἄρθρο του, μέ τίτλο «Ὁ John D. Rockefeller Jr. καί ἡ Παγκόσμια Διεκκλησιαστική Κίνηση τοῦ 19191920: Μιά διαφορετική ὀπτική πάνω στήν Οἰκουμενική Κίνηση»,44 ὄχι μόνον ἐκθέτει πλήρως τήν εἰκόνα τῆς χρηματοδοτήσεως τῆς οἰκουμενικῆς κινήσεως ἀπό τούς πατέρα καί υἱό (Senior καί Junior) Τζόν Ροκφέλλερ καί τήν ἐμπλοκή τοῦ Μόττ, ἀλλά καί ἀποκαλύπτει ὅτι ἔγινε προσπάθεια συγκαλύψεως τοῦ ρόλου τοῦ Rockefeller τοῦ Νεώτερου ἀπό τόν δικηγόρο καί σύμβουλό του, τόν Raymond Fosdick · αὐτός ὑπῆρξε ἀδελφός τοῦ Χάρρυ Ἔμερσον Φόσντικ (18781969), ἑνός ἀπό τούς πλέον διακεκριμένους «φιλελεύθερους» (liberal) Πάστορες καί Ἀμερικανούς οἰκουμενιστές. Ἡ ἔρευνα τοῦ Καθηγητοῦ Harvey βασίστηκε στά ἐμπιστευτικά ἀρχεῖα τῶν Ροκφέλλερ.
Ἀργότερα (1995) τό βιβλίο «Γενηθήτω τό Θέλημά Σου: Ἡ κατάκτηση τοῦ Ἀμαζονίου· ὁ Νέλσων Ροκφέλλερ καί ὁ Εὐαγγελισμός στήν Ἐποχή τοῦ Πετρελαίου»45 τῶν δημοσιογράφων Gerard Colby καί Charlotte Dennett μᾶς προσφέρει καί ἄλλα στοιχεῖα, ἀναλύοντας τό σκεπτικό βάσει τοῦ ὁποίου ὁ Μόττ ἐνέπλεξε τούς Ροκφέλλερ στή χρηματοδότηση τῶν προτεσταντικῶν ἐξωτερικῶν ἱεραποστολῶν.
Ἐν πρώτοις ὁ Καθηγητής τῆς Ἱστορίας Harvey μᾶς παραθέτει μιά σειρά πολύ σημαντικῶν πληροφοριῶν γιά τήν ἔνθερμη ἀνάμειξη τοῦ Τζόν Ντ. Ροκφέλλερ τοῦ Νεώτερου (1874-1960) στήν προσπάθεια ἑνοποιήσεως τῶν προτεσταντικῶν ὁμολογιῶν τῆς Ἀμερικῆς (ΗΠΑ), ἀλλά καί στό ΠΣΕ. Μολονότι δέν μποροῦμε νά τίς παρουσιάσουμε ἐν ἐκτάσει, σημειώνουμε ὅτι στίς πληροφορίες αὐτές ἀναδεικνύεται ἡ ἔμφαση πού ἔδινε ὁ Ροκφέλλερ στόν κοινωνικό χαρακτῆρα τοῦ Χριστιανισμοῦ καί στήν καπιταλιστική χρηστικότητα τῆς ἑνοποιήσεως τῶν προτεσταντικῶν «ἐκκλησιῶν» καί ἱεραποστολῶν, ὅπως καί τό ὅλο ἐνδιαφέρον του γιά τόν θρησκευτικό συγκρητισμό μέ παγκόσμια προοπτική, ἀρχίζοντας ἀπό τήν ἕνωση τῶν χριστιανῶν καί τῶν ἱεραποστολῶν τους.
Ὁ Καθηγητής Harvey σημειώνει εἰσαγωγικῶς: «Αὐτές οἱ ἀντιπαραθέσεις ἔχουν περιελιχθεῖ ὡς ἐπί τό πλεῖστον περί τό εἶδος τοῦ θρησκευτικοῦ καί κοινωνικοῦ φιλελευθερισμοῦ πού ἤθελε ὁ Ροκφέλλερ νά ἐκπροσωποῦν οἱ ἐκκλησίες. Ἀπό τίς κολλεγιακές του ἡμέρες στό Πανεπιστήμιο Μπράουν, συλλογιζόταν γιά τά θέματα αὐτά. Χειρόγραφες σημειώσεις γιά μιά ὁμιλία πού ἔκανε στόν πανεπιστημιακό χῶρο τῆς ΧΑΝ τό 1894, χάραξαν μιά διάκριση μεταξύ τῆς οὐσίας τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῶν φρονημάτων πού ἁπλᾶ ἀπαιτοῦνταν γιά τή συμμετοχή σέ διάφορες σέκτες. “Ὁ Χριστιανός εἶναι Χριστιανός ἀνεξαρτήτως σέ ποιά ἐκκλησία ἀνήκει”, ἐπέμενε. “Σέ μᾶς ἁρμόζει νά ἀκολουθήσουμε στά ἴχνη Του, νά κάνουμε τό καλό στόν κόσμο καί τήν ἀνθρωπότητα, βοηθώντας τούς ἀδυνάμους καί καταπιεσμένους” καί ὑπερασπιζόμενοι τό δίκαιο καί διεξοδικῶς, νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια ζωή πού ἔχει προετοιμασθεῖ γιά μᾶς· καί αὐτό μποροῦμε νά τό κάνουμε μόνον ὐπακούοντας τίς κατευθύνσεις πού Αὐτός ἔχει δώσει»46. «[…]
Ὁ Ροκφέλλερ ἀπό πολλά χρόνια πρίν ὑποστήριζε τόν πρακτικό Χριστιανισμό ὡς τό κλειδί γιά ἁρμονικές σχέσεις μεταξύ καπιταλιστῶν καί ἐργατῶν. Κατευθυνόταν σέ αὐτή τήν προσέγγιση ἀπό τόν Μακένζυ Κίνγκ, πού ἦταν ὁ βιομηχανικός του σύμβουλος καί σύντομα θά γινόταν πρωθυπουργός τοῦ Καναδᾶ καί ἀπό τόν Ἄιβι Λῆ, πού ἦταν εἰδικός στίς δημόσιες σχέσεις γιά τόν πατέρα του καί αὐτόν»47.
Ὁ Τζόν Ροκφέλλερ ὁ Νεώτερος ἀνέλαβε, μέ παρότρυνση τοῦ Μόττ, νά βοηθήσει οἰκονομικῶς τήν «Παγκόσμια Διεκκλησιαστική Κίνηση», μία διομολογιακή ὀργάνωση τοῦ προτεσταντισμοῦ μέ κοινωνικούς σκοπούς, ὅπου ὁ Τζόν Μόττ ἦταν Πρόεδρος48. Τό ὕψος τῆς οἰκονομικῆς βοηθείας γιά τά οἰκουμενιστικά ὁράματα τοῦ Ροκφέλλερ ἦταν τεράστιο:
«Γιά νά τό δηλώσουμε ἐν συντομίᾳ, ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὁ ἐνθουσιασμός τοῦ Ροκφέλλερ γιά τήν Παγκόσμια Διεκκλησιαστική Κίνηση, ὄχι μόνο τόν ὁδήγησε νά ζητήσει ἀπό τόν πατέρα του νά τήν χρηματοδοτήσει μέ 50 ἕως 100 ἑκατομμύρια δολλάρια, ἀλλά νωρίτερα τόν εἶχε ὁδηγήσει στό νά ἐγγυηθεῖ στήν τράπεζά του τόν δανεισμό ἑνός ἑκατομμυρίου δολλαρίων πέραν τῶν ἀσφαλιστικῶν καλύψεων τῶν ὁμολογιῶν πού συμμετεῖχαν»49.
Ὁ Τζόν Ροκφέλλερ ὁ Νεώτερος ἐπίσης ὄχι μόνον ἀπέτρεψε τή μείωση τοῦ προϋπολογισμοῦ τῆς Κινήσεως, ἀλλά καί ἐπιβεβαίωσε τόν καπιταλιστικό προσανατολισμό της, ὡς παράγοντα οἰκονομικῆς σταθερότητος50.
«Τό ἵδρυμα θά συνένωνε ἱερωμένους τῶν συμμετεχουσῶν ἐκκλησιῶν, σέ ἕνα κοινό χρηματοδοτικό ταμεῖο καί θά ἕνωνε τίς ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές δραστηριότητες τῶν ὁμολογιῶν. Στόν πατέρα του ἐξήγησε: “Δέν νομίζω ὅτι μποροῦμε νά ὑπερεκτιμήσουμε τή σημασία αὐτῆς τῆς Κινήσεως. Ὅπως τό βλέπω, ἔχει τήν ἱκανότητα νά ἔχει μιά πολύ πιό ἐκτεταμένη ἐπιρροή ἀπό τήν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν στήν ἐπίτευξη εἰρήνης, εὐδαιμονίας, καλῆς θελήσεως καί εὐημερίας μεταξύ τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς”. Ἐδῶ ὁ Ροκφέλλερ ἔφθασε τήν πληρότητα τοῦ ὁράματός του γιά μιά σπουδαία θρησκευτική κίνηση πού θά ἀποκαθιστοῦσε τήν ἁρμονία τῶν τάξεων ἐντός τοῦ παγκοσμίου καπιταλισμοῦ. Θά ἔκανε γιά “τήν προσωπική σχέση στή βιομηχανία” αὐτό πού εἶχε κάνει ὁ πατέρας του γιά τήν ἑταιρική ὀργάνωσή της»51.
Στά παραπάνω εἶναι φανερή ἡ ἀντιστοίχιση τῆς πρώιμης οἰκουμενιστικῆς κινήσεως μέ τήν Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν (1919-1943), τήν πρώτη μορφή τοῦ ΟΗΕ, μέ κατεύθυνση πρός καθαρῶς ἐγκόσμιους, κοινωνικούς σκοπούς. Ἄς σημειώσουμε τόν ὅρο «καλή θέληση» (“goodwill”, εὐδοκία), ἕνα ὅρο-κλειδί στή μασονική καί νεο-εποχίτικη ὁρολογία (π.χ. στά κείμενα τῆς Bailey), ὁ ὁποῖος σήμερα διατρέχει πολλά οἰκουμενιστικά κείμενα, ἰδιαιτέρως τά διαθρησκειακοῦ χαρακτήρα. Ὁ Harvey συνεχίζει:
«Αὐτή ἡ σύγκρουση συνήθως μεταφράζεται, ὅπως ἡ Παγκόσμια Διεκκλησιαστική Κίνηση, μέ εὐρεῖς καί γενικούς ὅρους. Ὡστόσο, εἶχε ἕνα συγκεκριμένο θεμέλιο στόν ἀγώνα γιά τόν ἔλεγχο τῶν μειζόνων ὁμολογιῶν. Ὁ ἀγώνας ἦταν μεταξύ ἐκείνων πού ἔδιναν ἔμφαση στόν Χριστιανισμό ὡς τρόπο προσωπικῆς σωτηρίας καί ἐκείνων πού ἐτόνιζαν τόν ρόλο του ὡς τῆς βάσεως γιά ἁρμονικές κοινωνικές σχέσεις πού πίστευαν ὅτι εἶναι οὐσιώδεις γιά βιομηχανική πρόοδο χωρίς ἐπανάσταση.Ὑπῆρχε ἐπίσης τό κρυφό θέμα τῆς ἀντιπροσωπευτικῆς διακυβερνήσεως ἐναντίον τῆς διοικητικῆς σταθεροποιήσεως. Ἐνῷ ὁ Χάρρυ ἔφερε ἕνα πολύ ὁρατό ρόλο σέ αὐτό τό καλο-δημοσιοποιημένο δρᾶμα, ὁ Ρέημοντ διευκόλυνε μερικές ἀπό τίς πιό κρυφές τεχνικές ρυθμίσεις»52.
Πράγματι, ὅταν ἡ βραχύβια (1919-1920) «Παγκόσμια Διεκκλησιαστική Κίνηση» ἀντιμετώπισε ἀνυπέρβλητα οἰκονομικά προβλήματα καί τελικῶς διαλύθηκε, ὁ Raymon Fosdick ἦταν αὐτός πού ἔσωσε τόν Ροκφέλλερ ἀπό τό βάρος τῆς τραπεζικῆς, οἰκονομικῆς ἐγγυήσεώς του γιά τήν Κίνηση (περίπου 6,5 ἑκ. δολλάρια)53 καί ἐπέτυχε στό νά διατηρήσει ὑπό τήν κυριαρχία του ὁ Ροκφέλλερ, ὅλες τίς ὑποδομές ἀπό τήν πτωχευμένη Κίνηση πού ἀργότερα βοήθησαν στή δημιουργία ἑνός νέου σχήματος γιά τήν ἕνωση τῶν «ἐκκλησιῶν»54, δηλαδή τοῦ «Ἰνστιτούτου Κοινωνικῆς καί Θρησκευτικῆς Ἔρευνας» (ISRR, Institute of Social and Religious Research), μέσῳ τοῦ ὁποίου ὁ Τζόν Ροκφέλλερ ὁ Νεώτερος συνέχισε τό οἰκουμενιστικό πρόγραμμά του στά ἔτη 1921-1934. Ὁ Μόττ ἦταν καί σέ αὐτό Διευθύνων Σύμβουλος55. Παρόμοιο πρόγραμμα ἑνοποιήσεως τῶν «ἐκκλησιῶν» καί τῶν ἱεραποστολῶν ἐξυπηρετοῦσε καί ἡ «Ἔρευνα γιά τήν Ἐξωτερική Ἱεραποστολή τῶν Λαϊκῶν» (Laymen’s Foreign Mission Inquiry), τῶν ἐτῶν 1930-1932, χρηματοδοτημένη ἐπίσης ἀπό τόν Ροκφέλλερ μέσῳ τοῦ ISRR56.
«Τό βιβλίο “Ἀνασκεπτόμενοι τίς Ἱεραποστολές” (1932) τοῦ Ἰδεαλιστῆ φιλοσόφου τοῦ Χάρβαρντ Γουΐλλιαμ Ἔρνεστ Χῶκινγκ, πού ἦταν ἡ τελευταία ἀναφορά τῆς Ἔρευνας, ἔκανε ἔκκληση γιά τή συνεργασία ὅλων τῶν θρησκειῶν ἐναντίον τῶν κοσμικῶν πολιτικῶν κινημάτων στίς χῶρες τῆς Ἀσίας. Ὁ τόμος ἀποδοκιμάστηκε ὡς συγκρητιστικός ἀπό τίς περισσότερες ὁμολογίες, συμπεριλαμβανομένης ἐκείνης τοῦ Ροκφέλλερ, τῶν Βορείων Βαπτιστῶν»57.
Ὁ Ροκφέλλερ ὁ Νεώτερος ἐν τῷ μεταξύ, παρά τήν προϊοῦσα ἀπογοήτευσή του ἀπό τήν πρόοδο τῶν σχεδίων του, χρηματοδότησε καί τό γνωστό Διεθνές Ἱεραποστολικό Συνέδριο (1921), μέ πρωταγωνιστή καί πάλι τόν Τζόν Μόττ58.
«Μετά τό 1935 ὁ Ροκφέλλερ ἐγκατέλειψε περαιτέρω ἄμεσες προσπάθειες νά ἑνοποιήσει τίς ἐκκλησίες καί τήν κοινωνική τους δράση. Ἔχοντας κτίσει τήν Ἐκκλησία Riverside στήν Πόλη τῆς Νέα Ὑόρκης στά τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1920, ὡς ἕνα μνημειῶδες μοντέλο γιά τοπική ἐκκλησιαστική ἑνότητα καί σάν ἐθνικό ἄμβωνα γιά τόν Χάρρυ Ἔμερσον Φόσντικ, ἀνήγειρε τό 1959 τό συνημμένο σέ αὐτήν Διεκκλησιαστικό Κτίριο, γιά νά στεγάσει τό Ἐθνικό Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν καί ἄλλους συνεργαζόμενους ὀργανισμούς σέ αὐτή τή χώρα. Καί χρηματοδότησε τό Οἰκουμενικό Ἰνστιτοῦτο στή Γενεύη τῆς Ἑλβετίας, λίγο μετά τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, γιά τό Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν. Ὡστόσο, καί μέσα σέ αὐτούς τούς οἰκουμενικούς ὀργανισμούς καί τίς ἐπί μέρους ὁμολογίες τους, συνεχίζεται ἡ ἀντιπαράθεση γιά ἔμφαση στό προσωπικό ἤ τό κοινωνικό εὐαγγέλιο καί γιά τήν συγκεντρωτική ἤ ἀποκεντρωτική διοργάνωση. Ὁ ρόλος τοῦ Ροκφέλλερ σέ αὐτά τά θέματα ἔχει ἐπί μακρόν συσκιασθεῖ, εἰς βάρος μιᾶς καλύτερης κατανοήσεως τῶν σχετικῶν θεμάτων καί τῆς σχέσεώς τους πρός ἄλλες διαστάσεις τῆς ἱστορικῆς διαδικασίας»59.
Εἶναι ἀξιοπρόσεκτος ἐν προκειμένῳ ὁ χαρακτήρας τόσο τῆς Riverside Church ὡς τοῦ πρώτου «διομολογιακοῦ» (γιά ὅλες τίς ὁμολογίες) προτεσταντικοῦ ναοῦ, ὅσο καί ἡ ἐνίσχυση τοῦ Ἐθνικοῦ Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν (“National Council of Churches”) πού ἀποτελεῖ τό πανομοιότυπον τοῦ ΠΣΕ στίς ΗΠΑ. Ἡ χρηματοδότηση τόσο τοῦ Διεθνοῦς Ἱεραποστολικοῦ Συνεδρίου, ὅσο καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Ἰνστιτούτου τοῦ Μποσσέ στή Γενεύη (Bossey Ecumenical Institute), θεμελιωμένου τό 1946, ἀναδεικνύει περαιτέρω τήν ἀνάμειξη τῶν Ροκφέλλερ στόν Οἰκουμενισμό.
Στό πολύ ἀποκαλυπτικό προαναφερθέν βιβλίο τῶν δημοσιογράφων Colby καί Dennett ἀναφέρεται ὁ συνδυασμός τοῦ χιλιαστικοῦ ἐνδιαφέροντος τοῦ Μόττ καί τῶν ἐπιχειρηματικῶν προσδοκιῶν τῶν Ροκφέλλερ πρός τόν σκοπό τῆς ἱεραποστολῆς. Σύνδεσμος τῶν δύο ὑπῆρξε ὁ Φρέντερικ Γκέητς (Frederick Taylor Gates, 1853-1929), πρεσβύτερος τῶν Βαπτιστῶν καί σύμβουλος τῶν Ροκφέλλερ.
«Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1929 ὁ Νεώτερος ἔλαβε ἕνα ἐπεῖγον γράμμα ἀπό ἕνα ἀπό τούς πιό ἔμπιστούς του ἀντιπροσώπους. Ὁ Τζόν Μόττ εἶχε μόλις ἐπιστρέψει ἀπό μία περιοδεία στίς προτεσταντικές ἱεραποστολές στήν Ἀσία καί ἦταν ἀρκετά ἀνήσυχος. Ὁ Μόττ ἦταν ἕνας χιλιαστής πού ἔλπιζε νά ἐπιταχύνει τή Δευτέρα Παρουσία, εὐαγγελιζόμενος τόν κόσμο “ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ”. Ἀλλά δέν ἦταν φουνταμενταλιστής· πίστευε ὅτι ἡ ἐπιστήμη ἦταν ἡ ἐξέταση τοῦ νοῦ τοῦ Θεοῦ, καί ὁ ἔκφωνος προσηλυτισμός τοῦ ὁποίου εἶχε γίνει μάρτυρας μεταξύ τῶν φουνταμενταλιστῶν μισσιοναρίων στήν Κίνα τόν ἀνησύχησε βαθιά. Ἄν δέν ἐπιδεικνύονταν περισσότερη ἀνεκτικότητα καί κοινωνική μέριμνα ἀπό τούς Ἀμερικανούς ἱεραποστόλους σέ ὅλο τόν Τρίτο Κόσμο, οἱ ἱεραπόστολοι θά εὑρίσκονταν ἀντιμέτωποι μέ τήν ἴδια θυμώδη ἐθνικιστική ἀντίδραση τῆς ὁποίας μόλις εἶχε γίνει μάρτυρας»60.
Ἡ ἀνησυχία αὐτή δραστηριοποίησε τόν Μόττ πρός τήν κατεύθυνση τῆς ἐξευρέσεως κονδυλίων γιά τήν ἐπένδυση τῆς ἱεραποστολῆς μέ κοινωνική δραστηριότητα.
«Γιά νά ἐκπληρώσει τό ὅραμά του, ὁ Mott ἔγινε ἕνας δαιμόνιος εὑρετής κονδυλίων μεταξύ πλουσίων ἀνθρώπων ὅπως οἱ Ροκφέλλερ. Ὑποστασίαζε τήν ἱκανότητα πειθοῦς ἑνός χρηματιστῆ τῆς Wall Street […] Αὐτή ἡ ἀντίληψη τῆς μετουσιώσεως τοῦ χρήματος σέ ἀθάνατη ψυχή ἔφερε μιά χτυπητή ὁμοιότητα μέ τή λογική τῆς οἰκογένειας γιά ἕνα διηνεκές ἵδρυμα Ροκφέλλερ· πράγματι, ἡ Standard Oil ἦταν τό ὀργανωτικό μοντέλο τοῦ Mott. Ἐνσωμάτωνε τήν κουλτούρα καί τίς μεθόδους τῶν ἐμπορικῶν σωματείων μέσα στήν ἱεραποστολική κίνηση. Μέ τά χρόνια, ἑκατομμύρια δολλαρίων ἔρρευσαν στήν ἐπιδίωξη τοῦ Mott γιά ἕνα συν εχόμενης ροῆς, ἀποτελεσματικό εὐαγγελισμό»61.
Βεβαίως, ὁ Τζόν Ροκφέλλερ ὁ Πρεσβύτερος, περισσότερο ἑλκύσθηκε ἀπό τήν ἰδέα τῆς ἐπιχειρηματικῆς ἐπεκτάσεως:
«Γιά τόν Γκέητς, ἡ ἀναπτυσσόμενη πολιτιστική ἀνεξαρτησία τῆς παγκοσμίου ἀγορᾶς καί ἡ παρομαρτοῦσα διάδοση τῶν “ἀγγλοφώνων” προτεσταντικῶν ἱεραποστολῶν, ἦταν ἀπόδειξη “ἑνός σπου δαίου, προσυλληφθέντος σχεδίου”. Μιά “μελέτη τοῦ χάρτη τοῦ κόσμου” ἀποκάλυψε στόν κληρικό ὅτι οἱ διάφορες ἀποστολές ἦταν πράγματι ἕνας μόνος “στρατός εἰσβολῆς” τοῦ ὁποίου “ἡ δεξιότητα τῆς στρατηγικῆς καί τῶν τακτικῶν, ἐλεγχόταν καί κατευθυνόταν ἀπό ἕνα ὑπερφυῆ νοῦ”, τόν Θεό […] Μολονότι ὁ [Ροκφέλλερ ὁ] Πρεσβύτερος ἀποστρεφόταν αὐτή τήν ἀμετάτρεπτη καλβινιστική διδασκαλία τοῦ προορισμοῦ, ἡ ἔμφαση τοῦ Γκέητς στή σχέση μεταξύ ἱεραποστολικῶν προσπαθειῶν καί ἐμπορικῆς κατακτήσεως εἶχε μιά περισσότερο πρακτική σωστική χάρη…»62.
Ὅπως ἀποδεικνύεται, ἡ χρηματοδότηση αὐτή δέν ἦταν αὐτόνομη ἀπό ἕνα εὐρύτερο πολιτικοθρησκευτικό καί οἰκονομικό σχεδιασμό, καθώς ὁ ἱδρυτής τοῦ ΠΣΕ Μόττ δέν εἶχε ἁπλῶς ἱεραποστολικό σκοπό· «Ὁπωσδήποτε, δέν ἔχει ὑπάρξει περισσότερο ἐλπιδοφόρα ἐξέλιξη πρός μιά πραγματικῶς πνευματική ἕνωση τῆς Χριστιανοσύνης ἀπό τήν […] Ὁμοσπονδία [σημ. τή World’s Student Christian Federation], ἡ ὁποία ἑνώνει σέ κοινό σκοπό καί ἔργο τούς ἑπομένους ἡγέτες τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Κράτους σέ ὅλους τούς τόπους»63.
Πολύτιμη πηγή πληροφοριῶν γιά τή δράση τῆς ἀμερικανικῆς Μασονίας ἀποτελεῖ τό βιβλίο τοῦ Γουΐλλιαμ Ντένσλοου, «10,000 Διάσημοι Ἐλευθεροτέκτονες». Αὐτό τό προλόγισε ὁ Πρόεδρος (1945-1953) τῶν ΗΠΑ Χάρρυ Τροῦμαν, Μασόνος 33ου βαθμοῦ καί μέλος τοῦ Τάγματος τῶν Shriners64, ὁ γνωστός προστάτης τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα, τόν ὁποῖον ὁ Τροῦμαν ἐνθρόνισε στήν Κωνσταντινούπολη μετά τήν ἐσπευσμένη ἀπομάκρυνση (προφάσει ψυχασθενείας καί δῆθεν φιλο-ρωσισμοῦ) τοῦ ἀντι-οικουμενιστοῦ Πατριάρχου Μαξίμου Ε΄ (1946-1948)65.
Ὅσον ἀφορᾷ στήν Οἰκουμενική Κίνηση ὑπάρχει ὁλόκληρη λίστα Μεθοδιστῶν καί Ἐπισκοπελιανῶν κυρίως Κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι ἔπαιξαν ἀποφασιστικό ρόλο ἐξ ἀρχῆς στήν εὐρύτερη Οἰκουμενική Κίνηση καί ἀναγράφονται ὡς Μασόνοι στήν παραπάνω ἔκδοση τῶν Denslow καί Truman. Χαρακτηριστικό παράδει γμα εἶναι ὁ Μεθοδιστής Ἐπίσκοπος G. Bromley Oxnam(1891-1963), μέλος τοῦ πρώτου προεδρείου τοῦ Π.Σ.Ε. καί πρόεδρος τῆς Οἰκονομικῆς του Ἐπιτροπῆς66. Ἀλλά αὐτά θά παρουσιασθοῦν σύν Θεῷ στό μέλλον.
Σώζεται στό διαδίκτυο φωτογραφία ἀπό τήν ἀπονομή τοῦ Νόμπελ Εἰρήνης στόν Τζόν Μόττ (1946), ὅπου ἀπεικονίζονται ὅλοι οἱ τότε προεξάρχοντες τοῦ Οἰκουμενισμοῦ: ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας, ὁ Τζόν Μόττ, ὁ ὡς ἄνω Μασόνος Μπρόντλεϋ Ὄξναμ καί ὁ συνεργάτης τῶν Ροκφέλλερ Χάρρυ Φόσντικ.
Ἡ ταύτισις μασονικοῦ, ἰουδαϊκοῦ καί νεο-εποχικοῦ (New Age) μεσσιανισμοῦ
Δέν εἶναι σύμπτωση, ὅτι οἱ μεσσιανικές προσδοκίες τοῦ συγχρόνου Ἰουδαϊσμοῦ συμπίπτουν μέ αὐτές τῆς Μασονίας, ὅπως μέ ἰδιαίτερη σαφήνεια ἔγραψε ὁ ἐπιφανής Μασόνος ἱστορικός George Oliver (1782-1867) θρυμματίζοντας οὐσιαστικῶς τούς συνήθεις ἰσχυρισμούς τῆς Μασονίας. Ἔγραφε τό 1866 τά ἀκόλουθα: «Ἡ τελευταία Μεγάλη Στοά ἡ ὁποία θά λάβει χώρα ἐπί γῆς, θά συγκληθεῖ στήν Κοιλάδα τοῦ Ἰωσαφάτ ἤ τῆς Κρίσεως· ὅταν θά ἀνακληθοῦν οἱ αἰχμαλωσίες τοῦ Ἰούδα καί τῆς Ἱερουσαλήμ, καί ὅλα τά ἔθνη θά συναχθοῦν μαζί σέ μία ποίμνη, κάτω ἀπό ἕνα ποιμένα»67. Ἐδῶ σημειώνουμε τά ἑξῆς: (α) Ἡ Μασονία ἀναμένει ἕνα ἐπί γῆς «ποιμένα»· (β) πρέπει νά ἑνωθεῖ ἡ ἀνθρωπότητα σέ ἕνα ποίμνιο γιά τόν «ποιμένα» αὐτόν· (γ) ἡ ἕνωση τοῦ νέου «ποιμνίου» θά ἔχει κέντρο ἀναφορᾶς τά Ἱεροσόλυμα καί προφανῶς τό Ναό τοῦ Σολομῶντος, ὅπου καί ἡ Κοιλάδα Ἰωσαφάτ· (δ) ἡ μεσσιακή αὐτή κατάσταση θά σημάνει τήν ὁλοκλήρωση τοῦ σκοποῦ τῆς Μασονίας («τελευταία Μεγάλη Στοά»), καί (ε) ὅλα αὐτά θά γίνουν ἀφοῦ ἐπιστρέψει ἡ ἑβραϊκή διασπορά στή γῆ τοῦ Ἰσραήλ (ὅπως τελικῶς ἔγινε τό 1948) καί ἀπελευθερωθεῖ ἡ Ἱερουσαλήμ. Βεβαίως, ὁ George Oliver δέν ἦταν προφήτης· πῶς λοιπόν ἔγραψε τά παραπάνω τό 1866, πρίν δημιουργηθεῖ κἄν ἡ σιωνιστική πατριωτική κίνηση, 16 ἔτη πρίν ἀρχίσουν οἱ πρῶτοι ἐπαναπατρισμοί Ἰουδαίων στήν Ἁγία Γῆ (1882); Μήπως καί ἐδῶ ἡ Ὀχράνα (ἡ τσαρική ἀντικατασκοπεία) καθοδήγησε … τά ἱστορικά γεγονότα, ὥστε νά συμπίπτουν μέ τά πρό ἐτῶν προφητευμένα;
Εἶναι φανερό, ὅτι αὐτή ἡ ἕνωση τῆς ἀνθρωπότητος σέ ἕνα ποίμνιο, ἡ ὁποία εἶναι ἀδύνατη χωρίς καί τή θρησκευτική ἑνοποίηση τοῦ κόσμου, ἐπιτυγχάνεται μόνο μέ τήν υἱοθέτηση ἐκ μέρους τοῦ λεγομένου χριστιανικοῦ κόσμου τῆς ἐπανερμηνείας τῶν θρησκειῶν, ὥστε τά δόγματα ὅλων νά θεωροῦνται διαφορετικές ἐκφράσεις τῶν ἴδιων ἰδεῶν. Αὐτή εἶναι ἡ ἑρμηνευτική μέθοδος τῆς Μασονίας καί τῆς Θεοσοφίας, αὐτή υἱοθετεῖται τώρα σταδιακῶς καί ἀπό τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν».
Εἶναι ἐνδεικτική ἡ «Δήλωση τοῦ Χόνγκ Κόνγκ», τῆς Διαθρησκειακῆς Διασκέψεως πού διοργανώθηκε ἐκεῖ τόν Αὔγουστο τοῦ 1990, ὡς προπαρασκευή γιά τήν 5η Γενική Συνέλευση τοῦ Π.Σ.Ε. στήν Κανμπέρρα: «Πρέπει νά μάθουμε νά ἀναγνωρίζουμε στούς γείτονές μας τήν παρουσία τοῦ θείου, περί τοῦ ὁποίου γίνεται λόγος μέ διαφορετικούς τρόπους στίς διάφορες παραδόσεις: ἡ Σεχινά στήν ἰουδαϊκή παράδοση, τό Ἅγιον Πνεῦμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ στούς Χριστιανούς, τό Ἄτμαν στούς Ἰνδούς καί τούς Σίχ, τό Ρούχ στούς Μουσουλμάνους»68.
Εἶναι τό ἴδιο φοβερά καί ἀποτρόπαια ὅσα εἶχαν γραφεῖ νωρίτερα στόν ἔντυπο ἐπίσημο «ὁδηγό» τῆς ΣΤ΄ Γενικῆς Συνελεύσεως τοῦ Π.Σ.Ε. στό Βανκοῦβερ τοῦ Καναδᾶ (24 Ἰουλίου – 10 Αὐγούστου 1983): «Στό τέλος οἱ μεγάλες θρησκευτικές κοινότητες δέν θά ἐξαφανισθοῦν. Κανείς δέν θά ἔχει τό ἐπάνω χέρι. Οἱ Ἰουδαῖοι θά παραμείνουν Ἰουδαῖοι· οἱ Μουσουλμᾶνοι θά παραμείνουν Μουσουλμᾶνοι· καί οἱ ἀνήκοντες στά μεγάλα Ἀνατολικά θρησκεύματα θά παραμείνουν Ἰνδουϊστές, Βουδδιστές καί Ταοϊστές. Ἡ Ἀφρική θά ἐκφράζει τήν ἀντίληψή της περί τοῦ κόσμου· ἡ Κίνα θά διατηρήσει τήν κληρονομιά της. Ὅπως πρίν, οἱ ἄνθρωποι θά ἐξακολουθήσουν νά ταξιδεύουν ἀπό τήν Ἀνατολή πρός τή Δύση, ἀπό τόν Βορρᾶ πρός τόν Νότο καί νά διαμένουν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δίχως, συνεπῶς, νά ἔχουν πρωτίστως γίνει Χριστιανοί, ὅπως καί ἐμεῖς»69.
Δέν μπορεῖ κανείς νά παραβλέψει τήν κοινή μέ τή Μασονία στοχοθεσία τῶν παραπάνω ὁραματισμῶν. Ὁ «πατριάρχης» τῆς Μασονίας Albert Pike ἔγραφε: «Ἡ Μασονία δέν προπαγανδίζει κανένα Σύμβολο Πίστεως, ἐκτός ἀπό τό Δικό της, τό ἁπλούστατο καί Πάνσεπτο· ἐκείνη τήν παγκόσμια θρησκεία πού τήν διδάσκει ἡ Φύση καί ἡ Λογική. Οἱ Στοές της δέν εἶναι οὔτε Ἰουδαϊκοί, Μουσουλμανικοί, οὔτε Χριστιανικοί Ναοί. Ἐπαναλαμβάνει τά θέσφατα τῆς ἠθικῆς ὅλων τῶν θρησκειῶν. Τιμᾷ τόν χαρακτῆρα καί ἐπαινεῖ τά διδάγματα τῶν σπουδαίων καί καλῶν ἀπό ὅλες τίς ἐποχές καί ὅλες τίς χῶρες. Ἀποσπᾷ ἀπό ὅλες τίς ὁμολογίες τό καλό καί ὄχι τό κακό, τήν ἀλήθεια καί ὄχι τό λάθος· καί παραδέχεται ὅτι σέ ὅλες ὑπάρχουν πολύ καλό καί ἀλήθεια»70.
Στό περιοδικό Freemason τῆς 13 Φεβρουαρίου 1926, στή στήλη “Masonic Notes”, ἀναγράφονται τά ἑξῆς: «Ἡ Μασσωνία παράγει ἰδανικά καί διαφέροντα ἀπό κοινοῦ μετά τῶν διαφόρων θρησκευτικῶν σωμάτων. Θά ἠδύνατο αὕτη νά δημιουργήσῃ ἁρμονικήν τινα παγκόσμιον θρησκείαν διά τήν πρόοδον καί ἀνάπτυξιν τῆς προσωπικότητος»71. Ἡ ἐπιδιωκόμενη τεκτονική «ἁρμονική παγκόσμια θρησκεία» ὀνομάζεται ἀπό τόν γνωστότατο ἠθικό φιλόσοφο Emmanuel Kant «ἐκκλησία» καί μάλιστα «ἀόρατη». Σύμφωνα μέ κείμενο τοῦ Κάντ ἡ Μασονία εἰσηγεῖται «μία ἀόρατη Ἐκκλησία, τήν ἕνωση τῶν ἠθικῶν κάτω ἀπό τήν θεϊκή παγκόσμια διακυβέρνηση»72.
Αὐτή, λοιπόν, ἡ παγκόσμια θρησκεία, ἡ διαθρησκειακή «ἀόρατη ἐκκλησία» τήν ὁποία ὀνειρεύεται ἡ Θεοσοφία καί ἡ Νέα Ἐποχή, αὐτή ἡ εἰρήνη καί ἑνότητα πού ἐπιδιώκει τό Π.Σ.Ε. μέ ἀναγνώριση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στίς «χριστιανικές» ὁμολογίες καί τίς ἄλλες θρησκεῖες, θά ἱκανοποιήσει καί τόν Ἰουδαϊσμό, τόν «μέντορα» τῆς Μασονίας. Πάντως, ἡ Ἀλίκη Μπέηλυ (Alice Bailey), ἡ προφήτιδα τῆς New Age καί ἐπαινέτιδα τῆς Μασονίας73, ὁμολογεῖ ὅτι αὐτή ἡ «πορεία πρός τήν ἑνότητα» εἶναι ἔργο ἐσωτερικῶν «πρακτόρων», οἱ ὁποῖοι δροῦν ἐντός τῶν θρησκειῶν, γιά νά ὁδηγηθεῖ ἡ ἀνθρωπότητα πρός τήν ἑνότητα καί ὁμογενοποίηση.
Τό ἔτος 1948, ὅταν τό «Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν» ἄρχιζε τό ἔργο του, ἡ Bailey στό κλασσικό νεο-εποχίτικο σύγγραμμά της «Ἡ ἐπανεμφάνιση τοῦ Χριστοῦ», δηλαδή τοῦ Ἀντιχρίστου, περιέγραφε τήν προοπτική τῆς ἐσωτερικῆς ἀλλοιώσεως τῶν θεσμῶν τῆς παλαιᾶς τάξεως, συμπεριλαμβανομένων τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου, ὥστε νά γίνει δεκτός ὁ ἀναμενόμενος «μεσσίας» τῆς Νέας Ἐποχῆς:
«Οἱ ἐκκλησίες σέ ὅλες τίς χῶρες ἔχουν ἐξοικειώσει τό κοινό μέ τή φράση “ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ”· οἱ ἐσωτεριστές καί ἀποκρυφιστὲς παντοῦ ἔχουν δημοσιοποιήσει τό γεγονός τῆς Ἱεραρχίας κατά τόν περασμένο αἰῶνα […] Ὅλο αὐτό δημιουργεῖ μιά μοναδική ἑτοιμότητα πού δωρίζει στόν Χριστό [σημ. τόν «ὑδροχοϊκό», ὄχι τόν Ἰησοῦ] μοναδικές εὐκαιρίες καί μοναδικά προβλήματα. Ὅλες αὐτές οἱ πνευματικές δυνάμεις καί πολλὲς ἄλλες, ἐξίσου ἐντός καί ἐκτός τῶν θρησκειῶν τοῦ κόσμου καί τῶν φιλοσοφικῶν καί ἀνθρωπιστικῶν ὁμάδων, ἐργάζονται στόν παρόντα χρόνο ὑπό καθοδήγηση, συνδέονται στενῶς καί οἱ δραστηριότητές τους συγχρονίζονται μέ μέγιστη ἐγγύτητα. Ὅλες ἐργάζονται μαζί (ἂν καί αὐτό δέν εἶναι αἰσθητῶς ἐμφανές) ἐπειδή στήν ἀνθρώπινη οἰκογένεια ὑπάρχουν αὐτοί πού εὑρίσκονται σέ διάφορες βαθμίδες ἀνταποκριτικότητος. Οἱ δυνάμεις τῆς ἀναδημιουργίας, τῆς ἀνακατασκευ ῆς, τῆς ἀνακαινίσεως καί τῆς ἀναστάσεως κάνουν αἰσθητή τήν παρουσία τους σέ ὅλες τίς μεγάλες ὁμάδες πού προσπαθοῦν νά βοηθήσουν καί ἀνυψώσουν τήν ἀνθρωπότητα, νά ξανακτίσουν τόν κόσμο»74.
Κατανοοῦμε, τελικῶς, ποιόν σπουδαῖο ρόλο στή θρησκευτική ἕνωση τῆς ἀνθρωπότητος συμφώνως πρός τίς ἐπιδιώξεις τῆς Μασονίας καί τοῦ (παν)Σιωνισμοῦ διαδραματίζει τό Π.Σ.Ε. καί γενικῶς ὁ Οἰκουμενισμός, δεδομένης καί τῆς σχέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ μέ τή Μασονία;
Σύν Θεῷ, σέ ἑπόμενο μέρος (τό Β΄ἤ Γ΄), θά ἀσχοληθοῦμε μέ τόν Πατριάρχη ΚΠόλεως Ἰωακείμ Γ΄ (18781884 , 1901-1912), τόν ἱδρυτή τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς, τοῦ ὁποίου τό Διάγγελμα τοῦ 1902 «Πρός τάς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ» ἄνοιξε τόν δρόμο πρός τόν σύγχρονο Οἰκουμενισμό, παρά τήν ἀρνητική ἀντιμετώπιση πού συνάντησε τότε ἐκ μέρους τῶν λοιπῶν κατά τόπους ἁγιωτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Ἐνῷ μέχρι τοῦ Ἰωακείμ Γ΄ ἡ στάση τῶν τεσσάρων Πρεσβυγενῶν Πατριαρχείων (ΚΠόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί Ἱεροσολύμων), συν οδικῶς ἐκπεφρασμένη, ἦταν συμπαγής καί σαφής ἔναντι τῶν αἱρετικῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, Προτεσταντῶν κ.λπ., ὁ (σχεδόν κατά πᾶν τεκμήριον) Μασόνος Πατριάρχης ΚΠόλεως Ἰωακείμ Γ΄ ἦταν ὁ πρῶτος πού ὀνόμασε τίς αἱρέσεις αὐτές «ἐκκλησίες», ἐνῷ ταυτοχρόνως ἀπεπειρᾶτο νά ἐφαρμόσει καί εὐρύτερες ἐκκλησιαστικές μεταρρυθμίσεις· αὐτές ἔμελλε ἀργότερα νά προωθήσει μέ μεγαλύτερη ἐπιμονή ὁ «ἀδελφός» ἐν τῇ Μασονίᾳ, Πατριάρχης Μελέτιος Β΄ ὁ Μεταξάκης.