Περπατούσα πριν καιρό στην λεωφόρο της ζωής.Μια μέρα είδα μια πινακίδα που έγραφε:
«Σούπερμάρκετ Ουρανού».
Καθώς ήρθα πιο κοντά η πόρτα άνοιξε και δίχως να το καταλάβω, βρέθηκα μέσα.
Είδα οικοδεσπότες Αγγελούδια που στέκονταν παντού.
Ένα αγγελούδι με πλησίασε, μου έδωσε ένα καλάθι και μου είπε:
«Ψώνισε με σύνεση».
Όλα όσα ένας χριστιανός χρειάζεται ήταν μέσα στο σούπερμάρκετ.
Όσα δεν μπορούσες να κουβαλήσεις σήμερα, θα μπορούσες να ξανάρθεις πάλι.
Στο καλάθι μου πρώτα έβαλα λίγη :
«Υπομονή» και στην ίδια σειρά βρήκα την
«Αγάπη» και πιο κάτω την
«Κατανόηση».
Τα χρειάζεσαι αυτά παντού, όπου κι αν πάς. Πήρα μία σακούλα
«Σοφία» μια, δυό σακούλες
«Πίστη».
Δεν μπορούσα να προσπεράσω το Άγιο Πνεύμα γιατί ήταν παντού μέσα στην αίθουσα.
Σταμάτησα να πάρω λίγη
«Δύναμη» και «Κουράγιο», για να βοηθηθώ να τρέξω στον αγώνα.
Σχεδόν το καλάθι μου είχε γεμίσει, μα θυμήθηκα ότι χρειαζόμουν την
«Ευλογία».
Δεν ξέχασα να πάρω τη «Σωτηρία» γιατί ήταν δωρεάν. Έτσι προσπάθησα και πήρα αρκετή και για τους δύο, για σένα και εμένα.Οπωσδήποτε μην παραλείψω, μην προσπεράσω, την
«Ταπεινοφροσύνη», τη «Συγχώρεση», τη «Δικαιοσύνη» και την«Ευγνωμοσύνη».
Τελικά ξεκίνησα για το ταμείο να πληρώσω το λογαριασμό. Πίστευα ότι είχα ότι χρειαζόμουν για να εκπληρώσω την επιθυμία του δασκάλου μου. Καθώς προχωρούσα στο διάδρομο είδα την
«Προσευχή» και την «Εγκράτεια».
Σίγουρα τις χρειαζόμουν και τι δύο, γιατί ήξερα ότι μόλις βγώ έξω θα συναντούσα την αμαρτία.
Η «Ειρήνη» και ή «Χαρά» ήταν εν αφθονία στο τελευταίο ράφι.
Η «Δοξολογία» κρέμονταν στο πλάι κι έτσι έβαλα και από αυτήν στο καλάθι μου.
Πλησιάζοντας τον άγγελλο στο ταμείο τον ρώτησα:
-Πόσα σας οφείλω;
-Πάρε τα μαζί σου όπου κι αν πάς, μου απάντησε με ένα μειδίαμα.
-Πόσα σας οφείλω γι όλα αυτά; Ξαναρώτησα
Ο Άγγελος χαμογέλασε πάλι και μου είπε:
«Ο Χριστός έχει πληρώσει το λογαριασμό σου πριν πολλά πολλά χρόνια».