Τουρκική εισβολή: Ο συγκλονιστικός ηρωισμός του "Λεωνίδα της Κύπρου" - Ο Έλληνας λοχαγός καταδρομών, Νικόλαος Κατούντας

Τουρκική εισβολή: Ο συγκλονιστικός ηρωισμός του “Λεωνίδα της Κύπρου” – Ο Έλληνας λοχαγός καταδρομών, Νικόλαος Κατούντας

Τουρκική εισβολή: Ο συγκλονιστικός ηρωισμός του “Λεωνίδα της Κύπρου” – Ο Έλληνας λοχαγός καταδρομών, Νικόλαος Κατούντας

Κάθε Ιούλιο τα τελευταία 50 χρόνια, η συλλογική μνήμη επανέρχεται στα τραγικά γεγονότα της Κύπρου του 1974 και η καρδιά μας σφίγγεται από τον χωρισμό της μεγαλόνησου στα δύο που ισχύει μέχρι και σήμερα.

Εκείνες τις ημέρες, ελάχιστες ελληνικές και κυπριακές δυνάμεις υπερασπίστηκαν τα κυπριακά χώματα από την τουρκική εισβολή. Ένας από τους Έλληνες αξιωματικούς που έδωσαν τη ζωή τους για τους Κύπριους αδελφούς και τις πατρογονικές εστίες τους ήταν και ο λοχαγός, τότε, των καταδρομών Νικόλαος Κατούντας, που ο ηρωισμός και η αυτοθυσία τους έφτασαν για να μείνει στην ένδοξη ελληνική ιστορία ως ο “Λεωνίδας της Κύπρου” και το Λιοντάρι της Κερύνειας. Ένας πραγματικός ήρωας.

Επικεφαλής 62 ανδρών διατάχθηκε να σταματήσει τους προελαύνοντες εισβολείς στον Άγιο Γεώργιο Κερύνειας. Πηγαίνοντας για να λάβει τη θέση του, συνάντησε σκόρπιους πεζικάριους του 251 Τάγματος Πεζικού που οπισθοχωρούσαν εξουθενωμένοι. Τους ρώτησε: “Πού είναι οι Τούρκοι;”. Αυτοί του απάντησαν ότι είναι καλύτερα αυτός και οι άνδρες του να φύγουν, γιατί οι Τούρκοι είναι πάρα πολλοί. Τότε εκνευρισμένος ο λοχαγός τους απάντησε με αποφασιστικότητα: “Δεν σας ρώτησα πόσοι είναι, αλλά πού είναι οι Τούρκοι!”.

Τουρκική εισβολή: Ο συγκλονιστικός ηρωισμός του "Λεωνίδα της Κύπρου" - Ο Έλληνας λοχαγός καταδρομών, Νικόλαος Κατούντας

Ποιος ήταν ο Νικόλαος Κατούντας

Ο Νικόλαος Κατούντας ήταν απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων και ήταν εκπαιδευμένος ως καταδρομέας, αλεξιπτωτιστής, βατραχάνθρωπος και χιονοδρόμος, ενώ ήταν τελειόφοιτος της Νομικής Σχολής Αθηνών. Το 1973 μετατέθηκε στην Κύπρο με το βαθμό του υπολοχαγού και συγκεκριμένα στην 33η Μοίρα Καταδρομών (ΜΚ) ως διοικητής λόχου.

Κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής, ο Κατούντας έλαβε μέρος ως διοικητής του 31ου Λόχου Κρούσεως της 33 ΜΚ στην επιχείρηση κατάληψης του φρουρίου του Αγίου Ιλαρίωνα που ξεκίνησε τη νύχτα της 20ης Ιουλίου 1974. Παρά την αρχική της επιτυχία (κατάληψη υψώματος Πετρομούθκια), το πρωί της επόμενης μέρας η 33 ΜΚ αναγκάστηκε να συμπτυχθεί εξαιτίας της έλλειψης πυρομαχικών και της μη έλευσης ενισχύσεων, ενώ την κατάσταση επιδείνωσε ο θάνατος του διοικητή της μοίρας, Γεωργίου Κατσάνη.

Το πρωί της 22ας Ιουλίου του 1974 ο 31χρονος τότε Νικόλαος Κατούντας, όντας επικεφαλής λόχου δύναμης 62 καταδρομέων έσπευσε προς ενίσχυση του 251 Τ.Π. του Παύλου Κουρούπη, το οποίο μαχόταν εναντίον των εισβολέων στην Κερύνεια. Εκεί, ο Κατούντας και οι άνδρες του έδωσαν μάχες εκ του συστάδην καθώς βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον κύριο όγκο της τουρκικής αποβατικής δύναμης.

Την ίδια μέρα, κατά τη διάρκεια της οπισθοχώρησης, διότι ήταν πλέον ορατός ο κίνδυνος του εγκλωβισμού μετά την κατάληψη της πόλης από τον εχθρό, ο Κατούντας (ο οποίος είχε ενδιάμεσα τραυματιστεί ελαφρά στο πόδι) μαζί με ομάδα τεσσάρων ή έξι ανδρών δέχτηκε επίθεση από πολυάριθμη εχθρική δύναμη κοντά στο Τέμπλος. Αν και δύο από τους στρατιώτες που τον ακολουθούσαν διασώθηκαν, μεταξύ αυτών και πεζικάριοι του 251 τάγματος πεζικού ως επίσης και μέλη του επιτελείου του διοικητή του 251 Τ.Π. αντισυνταγματάρχη Παύλου Κουρούπη, ο ίδιος παραμένει από τότε αγνοούμενος. Στρατιώτες που πολέμησαν υπό τις διαταγές του Κατούντα, πιστοποίησαν την γενναιότητα που επέδειξε κατά τη διάρκεια των μαχών τοσον σε Άγιο Ιλαρίωνα οσον και στο κτήριο της μητρόπολης Κερύνειας.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΟΥΝΤΑΣ

Ο Λεωνίδας της Κύπρου

Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία ενός Κύπριου λοχία, του Χαράλαμπου Κυρίλλου:

“Εγώ, ο Χαράλαμπος Κυρίλλου, από την κατεχόμενη Κερύνεια, που έχει ζήσει τις “τελευταίες” στιγμές με το λοχαγό των Καταδρομών Νικόλαο Κατούντα, θα σας διηγηθώ τι είχε συμβεί εκείνο το καταραμένο προδομένο μεσημέρι της 22ας Ιουλίου 1974.

Ηταν 20 Ιουλίου 1974, γύρω στις 5 το απόγευμα. Ο ήλιος είχε πάρει την κατηφόρα και μέσα στα ερείπια που κάπνιζαν εμείς ξεκινήσαμε την επιχείρηση για κατάληψη του Αγίου Ιλαρίωνα, ενός απόρθητου υπό τουρκικό έλεγχο φρουρίου, με διοικητή της Μοίρας το Νικόλαο Κατούντα.
Μετά από σκληρές μάχες καταφέραμε και πήραμε τα πυροβολεία γύρω από το φρούριο. Από αυτή τη φάση αρχίζει η μεγάλη προδοσία της Κύπρου.

Το Πυροβολικό, το οποίο περιμέναμε να χτυπήσει το φρούριο ώστε στις 12.00 να κάνουμε την τελική επίθεση και την κατάληψή του, κάποιοι πατριώτες το τοποθέτησαν σε καίριο μέρος ώστε να γίνει ορατό από τα πολεμικά αεροπλάνα των Τούρκων και σε λίγο να γίνει στάχτη.
Εμείς πάνω περιμέναμε, αλλά τι να γίνει! Μας βρίσκει το χάραμα και ποιος είδε το χάρο και δε φοβήθηκε. Μετά από αρκετή ταλαιπωρία φτάσαμε στη Μοίρα. Ολοι, φαντάροι, αξιωματικοί, ένα μάτσο χάλια.

Ξημερώνοντας η 22α Ιουλίου, ο λοχαγός μου είπε να ανέβω στο τζιπ και να πάμε κάτω στην Κερύνεια να καταστρέψουμε ένα άρμα των Τούρκων. Με το τουφέκιο Νο 4 που κρατούσαμε, τι άρμα να καταστρέψεις! Ολόκληρος ο 31ος λόχος ξεκινήσαμε για την Κερύνεια. Εδωσε ο λοχαγός τις απαραίτητες οδηγίες. Ακροβόλησε το λόχο. Μια διμοιρία προς τη θάλασσα και οι άλλες δύο προς τον Πενταδάκτυλο. Εγώ, μέσα στον κύριο δρόμο πάνω στο τζιπ μαζί με το λοχαγό, με κατεύθυνση προς τον Αγ. Γεώργιο, ένα χωριό έξω από την Κερύνεια, και από ‘κει κατευθύναμε το λόχο.

Σε κάποια στιγμή ανεβήκαμε σε ένα τριώροφο σπίτι για να βλέπουμε καλύτερα, γιατί ο λοχαγός φοβόταν μήπως γινόταν κάτι από τη θάλασσα. Εκείνη τη στιγμή άνοιξα το ψυγείο και βρήκα μέσα ένα κομμάτι καρπούζι. Μόλις το αντίκρισα, το άρπαξα και ήμουν έτοιμος να χώσω τη μούρη μου μέσα. Ντράπηκα το λοχαγό μου και του το έδωσα. Πήρε ένα μαχαίρι και εκεί που ήμασταν έτοιμοι να σβήσουμε τη δίψα μας, μας καλούσαν από τη δεύτερη διμοιρία, ότι σε ένα περιβόλι με λεμονιές υπήρχαν καμουφλαρισμένα 200 άρματα.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΟΥΝΤΑΣ

Εκείνη τη στιγμή με κοίταξε στα μάτια ο λοχαγός και μου είπε: “Λοχία μας πρόδωσαν”. Από τα νεύρα του, όπως βαστούσε το καρπούζι το πέταξε στον τοίχο. Είχαμε τόση δίψα πάνω μας που τα χείλη μας είχαν κολλήσει. Το νερό, η παροχή του ήταν κομμένη. Με κτύπησε στον ώμο σαν να μου ζήταγε συγγνώμη. Αρπάζει τον ασύρματο από το χέρι μου και διατάζει τις διμοιρίες οπισθοχώρηση.

Μετά από μισή ώρα μαζευτήκαμε σ’ ένα μεγάλο σπίτι που ήταν η Μητρόπολη Κερύνειας. Ο λοχαγός, μας έδινε οδηγίες για να γλιτώσουμε από αυτή την προδοσία. Μόλις μας κατατόπισε γίναμε αντιληπτοί από τους Τούρκους που μπαίνανε μέσα στην Κερύνεια σαν να κάνανε παρέλαση στο Σύνταγμα. Δώσαμε και εκεί σκληρή μάχη με ό,τι είχαμε στη διάθεσή μας. Οπλισμό μηδέν, νηστικοί και διψασμένοι και όμως το θάρρος, το πείσμα και η ενθάρρυνση του λοχαγού μας, νίκησε.

Οι Τούρκοι φύγανε όλοι τρεχάλα και κρυμμένοι πίσω από τα άρματα μπήκανε στην Κερύνεια. Μέσα από βουνά και χαράδρες και με τη δίψα να μας ταλαιπωρεί, φτάσαμε έξω από το χωριό Κάρμι και λίγο πιο μακριά το τουρκικό χωριό Τέμπλος. Ο λοχαγός μας είπε ότι πρέπει να μείνουμε εδώ να βραδιάσει και μετά να φύγουμε. Ο λόγος ήταν ότι η Κερύνεια είχε πέσει στα χέρια των Τούρκων και έπρεπε να περιμένουμε. Μου είπε να πάρω πέντε λοκατζήδες και να προχωρήσω λίγο πιο πάνω αν τυχόν και πέσει κάτι στην αντίληψή μου να του το αναφέρω. Μόλις σηκωθήκαμε ακούγεται μία έκρηξη.

Ενας φαντάρος ο οποίος πήγε για ανάγκη του, έρχεται με το ένα χέρι να κρέμεται. Παίρνει την ξιφολόγχη το κόβει τελείως και το πετά στη χαράδρα, σαν να πέταγε ένα κομμάτι ξύλο. Μόλις αντικρίσαμε αυτό το γεγονός παγώσαμε. Αμέσως ο λοχαγός τον φρόντισε και μας ενθάρρυνε. Εκεί άρχισε η μάχη ζωής και θανάτου. Μια ώρα τα όπλα δεν σίγησαν ούτε ένα λεπτό. Οι Τούρκοι έκαναν πίσω και τότε ο λοχαγός μας φώναξε όλους και μας διέταξε ότι τώρα πρέπει να φύγουμε προς άλλη κατεύθυνση λέγοντας: “Μωρέ φύγετε. Οι μανάδες της Κύπρου θα μαυροφορεθούν και δεν θέλω να ‘ναι οι δικές σας”.

Εγώ και ο λοχαγός καλύπταμε τους υπόλοιπους για έξοδο από τη χαράδρα μόλις βγήκε και ο τελευταίος. Μείναμε στο τέλος μόνοι μας, κοιταχτήκαμε στα μάτια για λίγο. Το πρόσωπό του είχε μια υπερκόσμια λάμψη. Αμέσως ένα χαμόγελο φώτισε το πρόσωπό του. Τέτοιο χαμόγελο δε νομίζω να αντικρίσω ποτέ στη ζωή μου ολόκληρη. Ενα χαμόγελο σιγουριάς, αγάπης και αυτοθυσίας. Εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε λοχαγός και στρατιώτης. Υπήρχαν δύο άνθρωποι, δύο φίλοι. Μου είπε να φύγω και ότι θα με καλύπτει.

Εφυγα. Ηταν η τελευταία φορά που είδα το λοχαγό μου. Εκεί μέσα στην κουφάλα της χαρουπιάς με τη στολή του Ελληνα αξιωματικού, τα διακριτικά του καταδρομέα, το φωτεινό του χαμόγελο που ενέπνεε εμπιστοσύνη και σιγουριά και ήμαστε έτοιμοι ακόμα και στην κόλαση να τον ακολουθήσουμε, ήταν η τελευταία φορά που είδα το Λοχαγό, τον Ανθρωπο, το Φίλο, τον Πατέρα, το Νίκο Κατούντα.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΟΥΝΤΑΣ

Αυτό το σφάλμα που έκανα… δεν θα το συγχωρέσω ποτέ στον εαυτό μου. Η μνήμη ανατρέχει στις μέρες που περάσαμε μαζί ιδιαιτέρως εγώ, ως πιστός ακόλουθός του. Πότε δε θύμωσε. Ποτέ δεν παραφέρθηκε. Ουδείς εξ αυτού αδικήθηκε. Ημουν πεπεισμένος πως μπροστά μας βρισκόταν ο ηγήτωρ. Πολεμήσαμε και κρατηθήκαμε μαζί του.

Δώσαμε άνισες μάχες αντιμετωπίζοντας τους Τούρκους εισβολείς. Ο λοχαγός μόνος και αβοήθητος με τους στρατιώτες του. Οταν όλα χάθηκαν, μας διέταξε να αποχωρήσουμε. Εμεινε τελευταίος να μας καλύπτει σαν Λεωνίδας της Κύπρου. Του χρωστάμε τον Αγιο Ιλαρίωνα. Ευλαβικά. Ο αγγελιοφόρος του”.

Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα, θέλοντας να τιμήσει τον Νικόλαο Κατούντα, του απέδωσε τιμητικά τον βαθμό του Αντιστρατήγου και έδωσε το όνομά του στο στρατόπεδο των Ειδικών Δυνάμεων της Λαγκάδας στη Χίο. Το λιοντάρι της Κερύνειας αγνοείται από τις 22 Ιουλίου του 1974 μέχρι και σήμερα.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΤΟΥΝΤΑΣ

πηγή