Και ακόμα μας διδάσκει πώς ο αμαρτωλός άνθρωπος, σε όποιο στάδιο βλασφημίας φτάσει, αν έχει ένα ίχνος αγάπης μέσα του, δεν χάνεται, αλλά έλκει το έλεος του Θεού, που μεριμνά ακόμα και γι αυτούς.
Λέγεται πώς οι εβραίοι μισούν ιδιαίτερα την Παναγία, επειδή προήλθε από την φυλή τους και επειδή τιμάται σαν μάνα του Θεού των χριστιανών. Ηταν λοιπόν μια εβραία , πού συνεχώς βλασφημούσε το όνομα της Παναγίας και όπως είχε και γείτονες χριστιανούς, τόσο προκλητικότερη γίνονταν. Κάποια στιγμή βρέθηκε έγκυος , αλλά όταν ήρθε η ωρα να γεννήσει υπέφερε και ούτε οι γιατροί μπορούσαν να της πάρουν το παιδί , με κίνδυνο της ζωής και των δύο. Μια χριστιανή, πού την γνώριζε καλά, της πρότεινε να τάξει το παιδί στην Μάνα των χριστιανών και να υποσχεθεί ότι θα το βαπτίσει αν ζήσει. Τότε η εβραία μέσα στον μεγάλο της πόνο, ήρθε σε συναίσθηση και έταξε όχι μόνον να βαπτίσει το παιδί , αλλά να βαπτιστεί και η ίδια. Και ευθύς ελευθερώθηκε και έλαβε υπόσχεση από την Παναγία, πώς αν τιμά το όνομα της και δεν το βλασφημά θα την έχει προστάτιδα.Βαπτίζεται λοιπόν και αυτή και βαπτίζει και το παιδί. Ο άντρας της όμως, φανατικός ιουδαίος, επιστρέφοντας από κάποιο ταξίδι, μαθαίνει τα γενόμενα και σκοτώνει μέσα στην μανία του το παιδί, κόβοντας του το κεφάλι με τσεκούρι, μέσα στην κούνια. Και μέσα στην υστερία και τον πανικό του,για να μην τον συλλάβουν καταφεύγει για άσυλο σε έναν χριστιανικό ναο. Εκεί η Παναγία του Τέμπλου τον αποκαλεί δολοφόνο, αλλά του υπόσχεται πώς αν μετανοήσει και μεταστρεφεί και αυτός στην πίστη του Χριστού, θα σώσει και αυτόν και το παιδί. Ο εβραίος συγκλονίζεται από το όραμα, συναινεί, παραδίνεται και ζητά να βαπτιστεί μέσα στην φυλακή. Την ώρα της βάπτισης του και ενώ το παιδί κείται σφαγμένο στο φέρετρο, άξαφνα ζωντανεύει και πηδα από την κούνια στην αγκαλιά της μάνας του, πού έκλαιγε και πενθούσε εκεί δίπλα. Τέλος, ο ιουδαίος λευτερώνεται και η Παναγία εμφανίζεται και πάλι στην οικογένεια του. Τους ευλογεί και τους παραγγέλει να μην βλασφημούν από δω και πέρα και να μείνουν στέρεοι στην πίστη του Χριστού.