Πάμε κόρ’ ‘ς σα κάστανα, κάστανα ας σερεύομεν,
σεπεπί τη καστανί, πέλκι μασχαρεύομεν.
[Πάμε κόρη για κάστανα, να μαζέψουμε κάστανα, / με αφορμή τα κάστανα, ίσως γελάσουμε (φλερτάρουμε) λιγάκι.]
Αυτά λέει το γνωστό ποντιακό δίστιχο, δίνοντάς μας πληροφορίες για τον αγαπημένο καρπό του φθινοπώρου στον Πόντο.
Τα κάστανα είναι πηγή βιταμίνης C, αντιοξειδωτικών, και μετάλλων όπως το μαγνήσιο και το κάλιο. Έχουν χαμηλή θερμιδική αξία και γλυκαιμικό δείκτη, γεγονός που τα καθιστά ιδανικά για δίαιτα – όταν τρώγονται με μέτρο.
Η καστανιά είναι αιωνόβιο δέντρο και μπορεί να ξεπεράσει τα 10μ. σε ύψος.
[sc name=”nistisima” ][/sc]
Στην Ελλάδα οι καστανοπαραγωγικές περιοχές βρίσκονται κυρίως στη Μακεδονία –λόγω του κλίματός της, που τις ευνοεί–, αλλά και στην Πελοπόννησο και το Πήλιο. Το δέντρο ευδοκιμεί σε ορεινές περιοχές με ψυχρό κλίμα και αυξημένη υγρασία. Η συγκομιδή γίνεται από τα μέσα Σεπτεμβρίου μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου. Κάθε δέντρο στην ώριμη φάση της παραγωγικής του ηλικίας αποδίδει από 30 έως 50 κιλά καρπό.
Στο
αγκαθωτό περίβλημα περικλείονται ένας έως τρεις, συνήθως, καρποί. Όταν ωριμάσουν, το αγκαθωτό περίβλημα ανοίγει και φαίνονται τα όμορφα γυαλιστερά καφετί κάστανα, οι καρποί που έδωσαν το όνομά τους στο ζεστό καφετί χρώμα ματιών και μαλλιών.
Από τις πιο ποιοτικές παραγωγές είναι αυτή του Πάικου όρους της Παιονίας, στα χωριά της Γρίβας και της Καστανερής με υψόμετρο 460μ. και 527μ. αντίστοιχα, πάνω από τη γραφική όμορφη πόλη της Γουμένισσας.
Από πού όμως προήλθε η ονομασία κάστανο και πότε εμφανίστηκε στις βιβλιογραφικές πηγές;
Ο φίλος του Αριστοτέλη και αρχαίος φιλόσοφος Θεόφραστος περί το 300 π.Χ. λέει ότι τα κάστανα οφείλουν την ονομασία τους στην πόλη Κασταμών (Κασταμονή, η πόλη των Κομνηνών), νοτιοδυτικά της Σινώπης: «η Καστανίς πόλις Πόντου, όπου πλεονάζει το καστάνιον». Ο Ξενοφώντας περιγράφει στο έργο του Κύρου Ανάβασις το κάστανο ως είδος καρύου: «κάρυα δε επί των ανακίων ην πολλά τα πλατέα, ουκ έχοντα διαφυγήν ουδεμίαν» (Ανάβ. 5,4,28).
Τον 5ο π.Χ. αι. τα κάστανα πέρασαν από τον Πόντο στη Θράκη, τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία και την Εύβοια.
Ο καρπός αυτός συνδέθηκε με την καθημερινότητα και την κοινωνική μας ζωή. «Δεν χαρίζει κάστανα», λέμε για κάποιον που είναι αυστηρός στις συναλλαγές του και στην επικοινωνία του γενικότερα, και «ποιος θα βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά» όταν θέλουμε να δηλώσουμε πως μια υπόθεση είναι πολύ δύσκολη και χρειάζεται τόλμη για να διεκπεραιωθεί.
Έθρεψε πολλές γενιές Ελλήνων σε δύσκολα χρόνια, τότε που δεν υπήρχε πρόσβαση σε ποικίλα διατροφικά είδη και ο αγώνας για επιβίωση έστρεφε τους ανθρώπους στη φύση. Σήμερα το κάστανο αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή υλικά για γκουρμέ δημιουργίες της κουζίνας αλλά και της ζαχαροπλαστικής.
Η ποντιακή παράδοση διασώζει και μια παροιμία στηριγμένη σε ανέκδοτο – μικρή ιστορία που καταγράφει ο Παντελής Μελανοφρύδης στο βιβλίο του Ποντιακά ανέκδοτα, διηγήματα και δημοτική ποίηση – Το αμίμητο ποντιακό χιούμορ:
«Το κάστανον εξέβεν α’ σο τσέπλ’ να θε και είπεν φτου κι απόθεν εξέβα» λέμε για κάποιον που ξεχνάει τις ταπεινές του ρίζες και περηφανεύεται, ή η στάση του δηλώνει αδικαιολόγητη έπαρση. Η παροιμία παραπέμπει στο κάστανο που βγήκε από το ταπεινό αγκαθωτό και άσχημο κουκούλι του, αυτοθαυμάστηκε για την ομορφιά του και απαρνήθηκε τη μήτρα που το γέννησε και τη γενεά του. Αθάνατη ποντιακή θυμοσοφία!