ΜΟΝΙΜΑ ΜΕΓΑΛΟΙ – ΑΙΩΝΙΑ ΠΑΙΔΙΑ

Αλήθεια, πόσο (και για πόσο;) άραγε ν’ αλλάζει ο άνθρωπος (εάν αλλάζει); Αυτός, ο χωμάτινος και αιώνιος άνθρωπος· ο «μικροσκοπικός μεγάλος» και το «μεγαλωμένο παιδί» της ζωής και της καθημερινότητας, της μέριμνας και της τύρβης, της αγωνίας και της ανησυχίας, της υποψίας και της βεβαιότητας, του πόνου και της λύτρωσης, των καημών και της ειρήνευσης, των στοχασμών και των πράξεων, του αγώνα και του μυστηρίου.
«Μόνιμα μεγάλοι» ή «αιώνια παιδιά», οι περισσότεροι από μας, βηματίζουμε σε προσφιλείς ατραπούς των πιο ευφάνταστων ονείρων, ψηλαφούμε τους ορίζοντες των πόθων μας, παλεύουμε σωριάζοντας αγάπες, μαχόμαστε συγχωρώντας λίγες ή όλες τις έχθρες, θραύουμε προσδοκίες πάσχοντας βαθύτατα, φυτεύουμε αυτολυτρωτικά διαρκώς εκπλήξεις μέσα κι έξω από τον εγκόσμιο στίβο των ανεξερεύνητων σχέσεων και συνεχίζουμε και προχωράμε ανάμεσα στο λόγο ή τη σιωπή, στην κίνηση και τη στάση, στη δέηση ή την πράξη.
Κάποιοι από μας φαίνεται ν’ αργοπορήσαμε ανησυχητικά ή κάποιοι άλλοι να βιαστήκαμε υπέρμετρα να «μεγαλώσουμε». Αλλά, «μεγαλώσαμε» τελικά; Τα «καταφέραμε», λοιπόν, και «μεγαλώσαμε»; Άλλοι κάπως απότομα, άλλοι κάπως με θόρυβο και με σαματά, με κάποια διεκδίκηση και απαίτηση, με τόλμη και ανελευθερία, με ανυπομονησία και αδημονία, με πείσμα και γελοιότητα, με γκάφες και αυτοσχεδιασμούς, με αγένεια και αλαζονεία, με ομορφιά και χάρη, ή με ταπείνωση και σύνεση που συνεισέφερε η πείρα.
Και τώρα, όλη αυτή η φιλήσυχη και αποδεκτή πλέον, όλη η «ευπρεπής» και «ακίνδυνη» ενηλικίωσή μας, μετρά το κύρος και την ισχύ της μέσα από τα βιώματα που της παρέχει εξακολουθητικά, σαν ένα σωστικό άντλημα, η παιδική ηλικία της ύπαρξής μας· της ύπαρξης, που συνεχίζει νομοτελειακά και στην αιωνιότητα. «Το κάλλος θα σώσει τον κόσμο», γιατί προβλέπεται η αιωνιότητα να γεμίσει ασφυκτικά από «παιδιά», –μου φαίνεται!
Τελικά, η ενδόμυχη και πολύτιμη αναφορά μας είναι και θα είναι πάντα αυτή· η παιδική μας ηλικία. Ο δείκτης της, σταθερά και αμετάθετα, θα κυμαίνεται ανάμεσα στο νόστο, την τρυφερότητα, τη σοφία και, ενίοτε, δυστυχώς στην απόρριψη και στον πόνο. Ασφαλώς, κάθε παιδική ηλικία διαφέρει, γιατί διαφέρουν πάντα οι καρδιές και οι σχέσεις και είναι ανάλογα σε τι αγκαλιά μεγάλωσε κανείς, σε τι λίκνο αφέθηκε μικρός και πώς αφέθηκε στη ζωή και στον κόσμο και ποια χνώτα αξιών εισέπραξε. Όσο και να πορευθούμε μέσα στον «ενώριμο» και «ενήλικο» χρόνο μας, πιστεύω ότι πάντα θα ανακαλούμε τα όποια παιδικά βιώματα έχουμε ανεξάλειπτα αποθηκευμένα μέσα μας.
Κάθε άνθρωπος, όσο «μεγάλος» κι αν είναι, όσο «μικρός» κι αν νιώθει ανομολόγητα ότι είναι, δεν θα πάψει ποτέ εσωτερικά να είναι ένα εξαίσιο «παιδί»· είτε καλοφροντισμένο, όμορφο και χαρούμενο είναι αυτό είτε στερημένο, καταπιεσμένο, πληγωμένο και πονεμένο.
Και στον αθέατο πυρήνα των κύκλων της ζωής μας, θ’ ανήκουν ακριβώς όλα τα νηπιακά και παιδικά μας βιώματα· οι θύμησες, τα αισθήματα και οι αισθήσεις, οι λόγοι, οι ενέργειες και οι πράξεις, τα ζωντανά παραδείγματα, τα υπομνήματα, τα μαθήματα και οι μεταδόσεις που λάβαμε συχνά–πυκνά απ’ όταν ήμασταν «παιδιά»· που βιαζόμασταν τότε –θυμάστε;– με λαχτάρα να ελευθερωθούμε από τον κλοιό του κόσμου των μεγάλων και ν’ αποσκιρτήσουμε και να γίνουμε επιτέλους (τάχα;) «μεγάλοι» κι εμείς…