Ο μπάρμπας μας είναι Ρωμιός…

Γράφει ο Κώστας Παναγόπουλος

Eίναι ένα βιβλίο που το έδωσε ο Θεός ειδικά για τα μούτρα του καθενός μας. Ας μου επιτραπεί η έκφραση ότι είναι ένα βιβλίο “για τα μούτρα μας”.

Αυτό το λέω γιατί είμαστε “μούτρα”, όπως βλέπεις κάποιον στη γειτονιά και κάτι δεν πηγαίνει καλά με δαύτον και γυρίζεις και λες: “Τι μούτρο είν’ αυτός ρε σύ;”. Είμαστε τέτοιου είδους “μούτρα”.

Στη θεωρία καλοί, στην πράξη “μούτρα”.

Στα λόγια “πνευματικοί”, “μούτρα” στις μέσα κινήσεις της ψυχής.

Άλλοι πάλι είμαστε ξεδιάντροπα “μούτρα”: “Είμαι μούτρο εγώ ρε συ! Δεν καταλαβαίνω Θεό!”.

Είτε τέτοιο “μούτρο” είτε άλλο “μούτρο”, ποτέ δε θα βιώσεις το πανηγύρι της ευτυχίας της μητέρας του “Μπάρμπα”: “Να το παλέψεις, γιε μου, να γίνεις ο κύριος Τίποτας! Που θα περνά αόρατος κι ανεμπόδιστος απʼ όλους εκείνους, που θαυμάζουν ανθρώπους”.

Έλεγαν στο Βυζάντιο, “πώλησον πάντα και αγόρασον Μάρκον”, αναφερόμενοι στους πολύτιμους λόγους του Οσίου Μάρκου του Ασκητή. Εγώ σας λέω, “πουλήστε τα πάντα, κι αγοράστε Μπάρμπα”.

Άλλα βιβλία διαβάζονται και είναι “άλλο πράμα” και άλλα βιβλία υπεραναλύονται και είναι “τα ίδια σκατά”. Μη με παρεξηγείτε που είπα “σκατά”. Δυο πουλάκια γεννήθηκαν προχθές στο μπαλκόνι μου και γέμισε η γωνία με τρία στρώματα “σκατά”. Φιλοξενήθηκε όμως ΖΩΗ στο μπαλκόνι μου και ήταν μία από τις ωραιότερες στιγμές της μέχρι τώρα ζωής μου.

Διαβάστε παρακάτω ένα μικρό απόσπασμα από έναν ξεχωριστό μπαρμπά Άγιον – Προμηθευτείτε το βιβλίο από τις Εκδόσεις Άθως

«Άκου, γιε μου, ξέρω καλά πως εμείς, οι γονιοί σας και

παππούδες των παιδιών σας, έτσι σας μάθαμε. Πώς να

παλεύετε σʼ ολάκερη τη ζωή σας να γίνετε τρανοί και απʼ

όλους δαχτυλοδεικτούμενοι. Πώς να σας έχουν όλοι για

παράδειγμα, να πούμε. Που να σας δείχνει ο κοσμάκης στα

παιδιά του και να τα παραγγέλνει:

˝Να, σαν κι αυτόνα μπορείς να γίνεις, γιε μου;˝

Η μάνα μου όμως η ˝γραμματιζούμενη˝- έτσι την ελέγανε

στα μέρη τους στη Μικρασία, πριν μπουν στην προσφυγιά,

αφού είχε βγάλει και την Πέμπτη του Δημοτικού- άλλα μου

ʼλεγε και αυτά εγώ τούτη τη φορά θα σου πω:

Να το παλέψεις, γιε μου, να γίνεις ο κύριος Τίποτας!

Που θα περνά αόρατος κι ανεμπόδιστος απʼ όλους εκείνους, που θαυμάζουν ανθρώπους.

Λες και όλοι δαύτοι, του λόγου τους, δεν θα τους φιλοξενήσει κάποιαν ώρα γλήγορα ή αργά το άψυχο το χώμα. Που δεν θα ψάχνει τις τιμές και τις αναγνωρίσεις.

Που ʼφτυχισμένος θα πορπατάει στους δρόμους και κανείς δεν θα τον εδίνει σημασία.

Που θα ψάχνει στις τσέπες του και, άμα βρίσκει κανένα πενηνταράκι, θα νιώθει πως είνʼ άρχοντας.

Που στα βράδια του μυστικά θα στέκει κάτω από την εικόνα του Χριστού και της Μάνας Του, εκεί, στα σκοτεινά, να Τον χιλιοευχαριστεί για όσα πλούσια και σήμερα του στέρησε…

Σεις βέβαια, έτσι πως ζείτε, έχετε μπλέξει άσχημα. Ιστολόγια, λέει, μπλόγκερ και φλόγερ και φλογέρες, βιβλία, παρουσιάσεις, συναυλίες, ραδιόφωνα, προσκλήσεις, ανακλήσεις, υποκλίσεις, παρεκκλίσεις, γνωριμιές με διάσημους…

Δύσκολα πράγματα κι επικίνδυνα. Και ευχάριστα, δεν λέω.

Με ευγένεια να τα υποδέχεσαι. Είναι καλός ο κόσμος του Θεού. Μα, πρόσεξε, παλληκαρά μου! Μην μείνει ζωντανό τʼ όνομα σου, αλλά αποθάνει η ψυχή σου… Τʼ ακούς;

Ο μπάρμπας σου.

ΥΓ.

Κοίτα να τα διορθώνεις τα ορθογραφικά, σου ʼχω πει».

Σε άλλο σημείο του Μπάρμπα, τα εξής:

“Η ζωή μας, γιε μου, είναι γιομάτη δεύτερα πράγματα! Γιατί, μωρέ, για να χωνέψει ο ανθρωπάκος ποιο είναι τέλος πάντων εκείνο το ένα και μοναδικό, για το οποίο πρέπει να ιδρώσει στη ζωή του, πρέπει να φτάσει στο νεκροκρέβατο, μπορείς να μου ειπείς;”.

πηγή