Νατσιός Δημήτρης
δάσκαλος-Κιλκίς
Στα χρόνια του Σταλινισμού, ο οποίος είχε μετατρέψει την σοβιετική χώρα σε απέραντο εργοτάξιο κνουτοκρατούμενων μυρμηγκιών (κνούτο=μαστίγιο) ή σε στρατόπεδο εξοντώσεως αντιφρονούντων, χιλιάδες φυλακισμένοι είχαν επισκεπτήριο μία φορά τον χρόνο, για δεκαπέντε λεπτά.
Οι γυναίκες τους – όπως μας το διηγείται ο Σολζενίτσιν στο «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ – που συχνά ζούσαν χιλιάδες μίλια μακριά, μάζευαν καπίκι-καπίκι τα ναύλα τους, όλο το χρόνο, για να ταξιδέψουν την ορισμένη ημερομηνία, που μπορούσαν να αντικρίσουν το πρόσωπο του συζύγου τους, μόλις για 15 λεπτά, και μάλιστα πίσω από ένα αγκαθωτό πλέγμα.
Κι ενώ «ζούσαν» γι’ αυτήν την στιγμή και ετοίμαζαν τα λόγια, που θα τους έλεγαν μες στα λίγα αυτά λεπτά, τις πιο πολλές φορές δεν άνοιγαν καθόλου το στόμα, μόνο κοιτάζονταν με πόνο όλη την ώρα, ώσπου να τις απομακρύνουν οι δεσμοφύλακες. Κι αυτό γινόταν για 10, 15 και 25 χρόνια.Τι κρατούσε τόσο σφιχτά δεμένες τις καρδιές εκείνες; Μα το βαθύ και δυνατό μυστήριο της οικογένειας, το ευλογημένο καταφύγιο. Τα δεκαπέντε λεπτά αρκούσαν, για να βιώσουν και να επιβεβαιώσουν οι δύστυχες εκείνες γυναίκες, την θεόζευκτο ένωση.
Είναι γνωστό πως, όσο βασίλευαν στις χώρες εκείνες τα σκοτάδια του μαρξισμού, οι θεσμοί που δέχτηκαν τα πιο βαριά πλήγματα ήταν η οικογένεια και η Ορθοδοξία, η οποία περιβάλλει τον γάμο και την οικογένεια με την ομορφιά και την ιερότητα του μυστηρίου. Θυμίζω ότι ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης και παράδειγμα προς μίμηση, είχε αναδειχθεί ο Πάβελ Μορόζιν, ο φανατισμένος έφηβος, που κατήγγειλε στις αρχές τους γονείς του, ως κουλάκους (=εύποροι χωρικοί), προκαλώντας την δολοφονία τους και του οποίου το άγαλμα κατεδαφίστηκε, όταν σαρώθηκε ο «υπαρκτός» ζόφος. Ο Μορόζιν είχα υψωθεί σε πρότυπο επαναστατικής αρετής και κομματικής αφοσιώσεως, όντας στην πραγματικότητα η πιο κυνική ενσάρκωση του ολοκληρωτικού πνεύματος, αυτού που απέκοβε τον άνθρωπο από κάθε κοινωνικό, πνευματικό και προσωπικό δεσμό, για να μπορεί να απορροφηθεί εξ ολοκλήρου από το Κόμμα, να μεταβληθεί σε πειθήνιο ενεργούμενό του. Όταν κατέπεσε το καθεστώς του τρόμου, όλα αυτά σωριάστηκαν σε συντρίμμια. Όμως, ό,τι άρχισε εκεί, τελειώνει στην σάπια Δύση, της οποίας καταντήσαμε σκωληκοειδή απόφυση και κακέκτυπο. Το βλέπουμε όλοι. Βάλθηκαν όλα τα κατακάθια της ψευτοπροόδου να μαγαρίσουν και να διαλύσουν την οικογένεια. Σύμφωνα συμβίωσης, ανάδειξη της ασέλγειας σε ισόκυρο με τον γάμο γεγονός, ποινικοποίηση ουσιαστικά της πολυτεκνίας, πράξεις που μαραζώνουν το ολόδροσο δέντρο της οικογένειας. Και όπως έχω ξαναγράψει τα δηλητήρια ενσταλάζονται από το σχολείο ακόμη. Δεν θα βρεις στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο ούτε ένα κείμενο στα «περιοδικά ποικίλης ύλης», τα ζοφερά βιβλία Γλώσσας, στο οποίο να εξυμνείται και να προβάλλεται η υγιής οικογένεια. Διαζύγια, απιστίες γονέων, ενδοοικογενειακή βία, σκύβαλα και περιτρίμματα, που μαυρίζουν τις ψυχές των παιδιών. Και μετά απορούμε για τον πολλαπλασιασμό των εγκλημάτων συζυγοκτονίας.(Πόσο επίκαιρος είναι ο Φώτης Κόντογλου, όταν έγραφε πριν από 50 χρόνια, στα «Μυστικά Άνθη»: «Η νεότητα μαραζώνει γιατί δεν έχει, η δυστυχισμένη, μήτε σκοπό στη ζωή της, μήτε ενθουσιασμό για κάποιες ιδέες, μήτε όρεξη για τίποτα. Άκεφη και ανόρεχτη. Είναι σαν υπνοβάτης. Συζητά ολοένα για ασήμαντα πράγματα που τους δίνει μεγάλη σημασία και είναι να κλαίγει κανείς ακούγοντας τις κουβέντες της, τα πειράγματά της, και βλέποντας τις ανόητες σκηνοθεσίες, που μ’ αυτές προσπαθεί να δώσει κάποια σημασία στη ζωή.
Οι ψυχές των νέων είναι ρημαγμένες από τα άγρια ένστικτα, που τα ανεβάσανε στην επιφάνεια από τα σκοτεινά τάρταρα της ανθρώπινης φύσης, κάποιοι εχθροί του ανθρώπου, κάποιοι πνευματικοί ανθρωποφάγοι, που ανάμεσά τους πρωτοστατεί ένας τρελός λύκος λεγόμενος Νίτσε, μία μούμια σαν παλιόγρια λεγόμενη Βολταίρος, κάποιος ζοχαδιακός Φρόυντ, κι ένα πλήθος από τέτοια όρνια και κοράκια και νυχτερίδες. Όσοι τους θαυμάζανε, ας καμαρώσουνε σήμερα τα φαρμακερά μανιτάρια που φυτρώσανε μέσα στις καρδιές και στις ψυχές της γαγγραινιασμένης ανθρωπότητας»).Η απροκάλυπτη όμως πολεμική κατά της οικογένειας «γεννά» και θρέφει και μια άλλη καταστρεπτική για την ύπαρξή μας παράμετρο.
Ο θεσμός της οικογένειας, εκτός από προστασία και θαλπωρή, ικανοποιεί και την ανάγκη που αισθάνεται το άτομο να είναι μέλος μιας κοινότητας οικείας, αμεσότερης και προσωπικής. Λειτουργεί ως συνεκτικός ιστός και καταφύγιο. Είναι μικρογραφία της πατρίδας. («Δεν ζει χωρίς πατρίδα, η ανθρώπινη ψυχή» λέει ο Παλαμάς). Τις τελευταίες όμως δεκαετίες εν ονόματι κάποιου νεφελώδους προοδευτισμού και αβασάνιστου εξευρωπαϊσμού, καταστρέψαμε αδίστακτα της εθνικές μας ρίζες, εγκαταλείψαμε την έξοχη παράδοσή μας, που δεν ήταν ένα στοιχείο αισθητικό και διακοσμητικό όπως συνήθως το θεωρούν οι «θολοκουλτουριάρηδες», αλλά το υπαρξιακό υφάδι ζωής του λαού μας, αποδυναμώσαμε και διαλύουμε πια την οικογένεια και ιδού τα επίχειρα της αφροσύνης. Διάλυση της οικογένειας σημαίνει διάλυση και της πατρίδας.Διαβάζουμε τούτες τις πονηρές ημέρες ότι ακόμη και σε διαζύγια φτάνουν οικογένειες λόγω του «ιού της διχόνοιας». Αιτία το εμβόλιο. Η παραφροσύνη δεν περιγράφεται. Στα χωριά μας στην Πιερία έλεγαν οι παππούδες μας, όταν άκουγαν για διαζύγια και διάλυση οικογένειας, ότι «σήμερα γκρεμίστηκε μια εκκλησιά». Μεγάλη κουβέντα. Καταδεικνύει την σπουδαιότητα του γάμου, της συζυγίας. «Μόνο το φτυάρι του νεκροθάφτη χώριζε τα αντρόγυνα», όπως έλεγε ο μακαριστός μητροπολίτης Φλωρίνης, Αυγουστίνος Καντιώτης. Ο λαός μας θεωρούσε το γλέντι του γάμου την μεγαλύτερη χαρά στην ζωή του ανθρώπου. Γι’ αυτό και ευχόταν «και στις χαρές σου» στους ελεύθερους. Στα δημοτικά του τραγούδια βάζει την φύση να συμμετέχει, να συστενάζει και να συνωδίνει, όταν χωρίζονται ανδρόγυνα.
«Ποτάμι επλημμύρισε κι εις περιβόλι εμβαίνει
Ποτίζει δέντρα και μηλιές, μηλιές και κυδωνίτσες.
Και μια μηλιά γλυκομηλιά δεν σώνει να ποτίσει.
Άλλη μηλιά την ερωτά κι άλλη μηλιά της λέγει:
Μηλιά τα μήλα σε βαρούν ή ο καρπός σε βλάπτει,
ή ο περιβολάρης σου νερό δεν σε ποτίζει;
-Μηδέ τα μήλα με βαρούν, μηδ’ ο καρπός με βλάπτει,
μηδ’ ο περιβολάρης μου νερό δεν με ποτίζει,
μονάχα στη ριζούλα μου ανδρόγυνο ευλογήθη
κι όρκο έκαμε στους κλώνους μου να μην αποχωρίσει,
τώρα θωρώ χωρίζονται και κιτρινοφυλλιάζω».