Οἱ ἅγιοι Μάρτυρες, ἀφοῦ ὑπέφεραν πολλὰ βασανιστήρια καὶ ἔδειξαν καρτερία μέχρι τὸ θάνατο, ἔγιναν ἄξιοι γιὰ τὰ στεφάνια καὶ τὴ δόξα. Καὶ ὅσο περισσότερα καὶ σκληρότερα ἦταν τὰ βάσανα ποὺ ὑπέφεραν, τόση περισσότερη δόξα καὶ παρρησία ἀπέκτησαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ οἱ ψυχὲς ποὺ παραδόθηκαν σὲ διάφορες θλίψεις (εἴτε ἐξ ἀνθρώπων, εἴτε ἐκ σωματικῶν ἀσθενειῶν), ἄν κάνουν μέχρι τέλους ὑπομονὴ καὶ δὲν γογγύσουν, θὰ ἀξιωθοῦν τὰ ἴδια στεφάνια καὶ τὴν ἴδια παρρησία μὲ τοὺς Μάρτυρες. Καὶ ὅλα αὐτὰ ὄχι μόνο στὸ μέλλον θὰ ἀπολαύσουν ἀπὸ τὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ ἐδῶ θὰ ἀξιωθοῦν τὴν παρηγορία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!
Ἐπειδὴ ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν οὐράνια ζωὴ εἶναι ὁμολογουμένως στενὸς καὶ γεμάτος θλίψεις, καὶ εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν βαδίζουν, γι’ αὐτὸ πρέπει γιὰ χάρη τῆς ἐλπίδας τοῦ Οὐρανοῦ νὰ ὑπομένουμε σταθερὰ κάθε δοκιμασία τοῦ πονηροῦ. Τὰ παθήματα τοῦ καιροῦ τούτου δὲν ἰσοσταθμίζουν τὴ δόξα ποὺ μέλλει νὰ μᾶς δοθεῖ!
Γιατί, ὅταν ἤμαστε στὸν κόσμο, δὲν μᾶς ἔβρισκαν τόσοι πειρασμοί, ἀλλὰ τώρα ποὺ ἤρθαμε νὰ ὑπηρετήσουμε τὸ Θεὸ;
Τοῦτο συμβαίνει ἐπειδὴ φθονεῖ ὁ ἐχθρὸς τὴν ἀνταπόδοση, ποὺ ἐλπίζουμε ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ θέλει νὰ βάλει μέσα στὶς ψυχές μας τὴ χαύνωση καὶ τὴ ραθυμία, γιὰ νὰ μὴ ζήσουμε εὐάρεστα στὸ Θεὸ καὶ ἀξιωθοῦμε τὴ Βασιλεία Του. Ἄς θυμηθοῦμε ὅτι καὶ Ἐκεῖνος ἔτσι πέρασε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, ὑβριζόμενος, διωκόμενος, ἐμπαιζόμενος καὶ τέλος θανατώθηκε μὲ ἀτιμωτικὸ τρόπο ἐπάνω στὸ Σταυρό.
Ἄν θέλουμε νὰ ὑποφέρουμε μὲ εὐκολία τὴν κάθε θλίψη καὶ τοὺς πειρασμούς, ἄς ἔχουμε ἐμπρὸς στὰ μάτια μας πάντοτε τὸ θάνατο γιὰ Χάρη τοῦ Χριστοῦ μας. Τέτοια ἐντολὴ ἔχουμε, νὰ σηκώνουμε τὸ σταυρό μας καὶ νὰ τὸν ἀκολουθοῦμε πρόθυμοι καὶ ἕτοιμοι γιὰ τὸ θάνατο. Γιατὶ ἐκεῖνος, ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ πεθάνει γιὰ τὸ Χριστό, καθόλου δὲν θὰ δυσκολευτεῖ στὰ ἐπίπονα καὶ λυπηρά. Καὶ ὅποιος θέλει νὰ γίνει κληρονόμος τοῦ Χριστοῦ, πρέπει νὰ ἐπιθυμεῖ καὶ τὰ πάθη Του μὲ ζῆλο.
Πρέπει λοιπὸν καὶ χωρὶς νὰ θέλουμε, νὰ σπρώχνουμε τὸν ἑαυτό μας στὴν ἀρετή: Στήν ἀγάπη, ὅταν στερούμεθα ἀγάπης. Στήν πραότητα, ὅταν αὐτὴ μᾶς λείπει. Στὸ νὰ ἔχουμε συμπαθὴ καὶ φιλάνθρωπη καρδιά. Στήν προσευχή, ὅταν δὲν ἔχουμε πνευματικὴ προσευχή. Βλέποντας ὁ Θεὸς τὸν ἀγῶνα ν’ ἀποκτήσουμε τὰ πιὸ πάνω ἔρχεται βοηθὸς καὶ μᾶς δίνει καὶ μᾶς γεμίζει μὲ ὅλους τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐπίσης στὸ νὰ μὴ κατηγορεῖ κανένα, νὰ μὴ κατακρίνει, νὰ μὴ ὑπερηφανεύεται. Ὅλα αὐτὰ γίνονται εὔκολα ὅταν ἐνωθοῦμε καὶ ἔλθει καὶ κατοικήσει μέσα μας ὁ Κύριος, ποὺ εἶναι τὸ κινοῦν καὶ τὸ αἴτιον ἐκπληρώσεως κάθε καλοῦ καὶ κάθε ἀρετῆς, ὅπως μᾶς τὸ εἶπε• «Χωρὶς ἐμοῦ, δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτε».