Ἡ μνησικακία θεωρεῖται καί εἶναι «λέπρά της ψυχῆς».

Ἀνήκει στά πάθη ἐκεῖνα πού ἀναφέρονται στήν ἐπιθετικότητα τῆς ψυχῆς καί εἶναι τέκνο τοῦ θυμοῦ καί τῆς ὀργῆς.
Ἡ ἐπιθετικότητα ὅμως τῆς μνησικακίας, στρέφεται βέβαια πρός τόν πλησίον, ἀλλά περισσότερο φθείρει καί καταστρέφει ψυχοσωματικά ἐκεῖνον πού τήν ἐγκολπώνεται καί τήν ἐνεργεῖ. Ὁ μνησίκακος ἄνθρωπος ταλαιπωρεῖται καί ζεῖ κόλαση πρίν ἀπό τήν μέλλουσα κόλαση, διότι διακατέχεται ἀπό ψυχική ἀκαταστασία καί, σάν τούς παράφρονες καί τούς μανιακούς, δέν μπορεῖ ποτέ νά χαρεῖ γαλήνη καί τήν ἐσωτερική ἡσυχία.
Ἄλλα πώς εἶναι δυνατόν νά χαρεῖ κανείς τήν εἰρήνη τῆς ψυχῆς, ἄν ἔχει ἐξορίσει ἀπό μέσα του τήν ἀγάπη; Διότι «ὅπως οὐκ ἔστιν ἰδεῖν ἐν βορβόρῳ ἀρώματα, οὕτως οὐδέ ἕν ψυχῇ μνησίκακου ἀγάπης εὐωδίαν».

Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης