Και τώρα να με πάλι στο γνωστό σημείο. Χαλκηδόνα ή αλλιώς όπως το λένε οι μουσαφίριδες της Πόλη μας, Καντίκιοϊ.
Να με πάλι λοιπόν εδώ, στο δειλινό, στην ώρα που μου αρέσει να βρίσκομαι εδώ για να κοιτάω απέναντι το Σύμβολο. Το στέμμα της Πόλης. Το άλυτο μυστήριο. Την υπόσχεση της προφητείας. Πότε Θεέ μου; λέω και πάλι κοιτώντας την Αγία Σοφία.
Ρωτάω τον Θεό και ύστερα κοιτάζω τα νερά του Βοσπόρου μπροστά μου και κάνω την ίδια ερώτηση στην διορθωμένη της βάση…
-Πότε επιτέλους θα μετανοήσουμε εμείς που θέλουμε να λεγόμαστε Χριστιανοί; Πότε θα γίνουμε αυτό για το οποίο γεννηθήκαμε; Πότε θα την αξίζουμε την Αγιά Σοφιά περισσότερο από αυτούς που την έχουν τώρα;
Στο κατακκόκκινο δειλινό η όψη της Κωνσταντινούπολης είναι πανέμορφη. Μια απόκοσμη σαγήνη την περιβάλει. Κάτι υπάρχει στον αέρα και δεν είναι του κόσμου τούτου.
Ψιθυρίζω την Ευχή και καθώς βγάζω από το γιλέκο μου το κομποσκοίνι βλέπω μια παρέα από τουρκάλες να με κοιτάζουν έντονα. Μπορεί να τους έκανε εντύπωση το βλέμμα ενός ανθρώπου που νιώθει την ευτυχία να μιλάει με τον Θεό. Μακάρι όλοι να το νιώσουν αυτό. Και οι μουσαφίριδες και οι νεοέλληνες και όλοι. Εμείς οι Ρωμιοί δεν είμαστε νοσταλγοί ενός μακρινού παρελθόντος. Παρά τις πτώσεις και τις αδυναμίες μας, προσπαθούμε. Ζούμε με τον Θεό. Ζούμε τον Θεό. Τον κοινωνούμε. Ζούμε την Κωνσταντινούπολη, την ορατή και την αόρατη. Ξέρουμε τα μυστικά της… γιατί τυχαίνει να είμαστε ένα από αυτά. Ρωμιοί της Πόλης. Αδέρφια. Τι όμορφος τίτλος…
Γιώργος Θαλάσσης | Captain’s log
συνεχίζεται…